Nothing Special   »   [go: up one dir, main page]

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Longfellow. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Longfellow. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

"Μια στιγμή Captain, καπετάνιο μου" ή κοιτώντας τον κόσμο από ψηλά


12 Αυγούστου 2014 (με αφορμή την είδηση του θανάτου του Ρόμπιν Γουίλλιαμς)
Και εγώ όπως όλοι σήμερα, θέλω να εκφράσω, αν έχει σημασία να το κάνει κανείς για κάποιον που δεν γνωρίζει προσωπικά, ότι ο Ρόμπιν Γουίλλιαμς μου ήταν πολύ αγαπητός. Ο ίδιος, οι ρόλοι του, αυτή η καθυσηχαστική περσόνα που ήταν ο καθηγητής Κήτινγκ, ή ο Πήτερ Παν, η κυρία Νταμπφάιρ, ο αγαθός θεραπευτής Μακγκουάιρ… Ο ξεχωριστός Ρόμπιν Γουίλιαμς, είχε βάλει ένα κομμάτι από τον εαυτό του σε όλα αυτά. Μια θέρμη, μια ανθρωπιά, μια ακάματη ενέργεια, εκρηκτική σχεδόν, κάτι δικό του που σαν τον έρωτα που περιγράφει ο Δάντης, θέρμαινε τις ψυχές όσων έβλεπαν τις ταινίες του.
Δυστυχώς το Youtube, έχει τερματίσει το λογαριασμό του φίλου που πρόβαλε ένα απόσπασμα, από την ταινία του Γιώργου Ζερβουλάκου, «Συννεφιασμένη Κυριακή», εκεί που πρωτακούστηκε το γνωστό τραγούδι του Β. Τσιτσάνη και όπου ο Θανάσης Βέγγος ξεροσταλιάζει στο λιμάνι ψάχνοντας για δουλειά κοιτώντας τα πλοία, ώσπου εμφανίζεται κάποιος επιβάτης και του ζητάει στα Αγγλικά, να τον μεταφέρει στο πλοίο του, μια και είναι ο καπετάνιος.
Ο Βέγγος τσακίζεται για να τον μεταφέρει με τη βάρκα του, σκοντάφτει, του πέφτουν οι βαλίτσες και του λέει το αμίμητο, «Μια στιγμή Captain, καπετάνιο μου»…του λέει δηλαδή το γνωστό στίχο του Walt Whitman…
Ανέσυρα ωστόσο από τις πίσω σελίδες των Πινακίδων από κερί, την ανάρτηση αυτή, με αφορμή τη σημερινή μέρα. Τώρα ο Καπετάνιος θα βλέπει πάντα τον κόσμο από ψηλά.

______________________________________________________


Την αρχή από το ποίημα του Walt Whitman,  «Ο Captain my captain» , και ποιος δεν τη ξέρει ...Ακόμα και να μην έχεις  εντρυφήσει στην Αμερικανική ποίηση, και τα μεταξύ υπερβατισμού και ρεαλισμού που υποτίθεται ότι  ανήκει ο ποιητής. Είναι η ταινία του Peter Weir ο κύκλος των χαμένων ποιητών που σου τη μαθαίνει,  αυτή που σκουπίζεις το ποτάμι των δακρύων βγαίνοντας, με τον  Ρόμπιν Γουίλλιαμς στο ρόλο του καλού  καθηγητή   Keating αυτού με τις αντισυμβατικές μεθόδους διδασκαλίας του στο Κολλέγιο του Γουέλτον που έφαγε το κεφάλι του και τον διώξανε…

Από τότε, κυκλοφόρησε πολύ  ο στίχος του Οράτιου, το  Carpe Diem – το μότο του καθηγητή έγινε πια κλισέ…Τόσο πολύ  το επαναλάβαμε…
Ακόμα και το O Captain my captain, ακούστηκε πολύ, από μαθητές κυρίως, που ήθελαν να οικειωθούν την προσφώνηση του Κύκλου των χαμένων ποιητών, των μαθητών της ταινίας προς στο δάσκαλό τους,  όταν τον αποχαιρετούν πια  ανεβασμένοι στα θρανία τους…Αυτό τους το δίδαξε από το πρώτο σχεδόν μάθημα όταν ο ίδιος ανέβηκε στην έδρα του  και τους κάλεσε να ανέβουν και αυτοί.
Για να δουν τον κόσμο από άλλη οπτική γωνία…Να δουν ότι τα πράγματα μπορεί να είναι κι αλλιώς…

Έτσι λοιπόν συμβαίνει συχνά με τα ποιήματα κάποιος στίχος τους, ξεκολλάει και συνδέει την τύχη του με μια άλλη αφήγηση…Έτσι δεν έγινε και με το «Heureux qui, comme Ulysse, a fait un beau voyage» του  Joachim DU BELLAY που πρώτα ο  Σεφέρης στο Πάνω σ’ ‘ένα ξένο στίχο και μετά η Μαριάννα Κορομηλά στο ομώνυμο βιβλίο της το έντυσαν με άλλα χρώματα και το έκαναν δικό τους, έτσι που ξεχάσαμε την αρχική του προέλευση…Έτσι έγινε και με την προσφώνηση O Captain my captain  από το ποίημα του W. Whitman. Με αφορμή τη δολοφονία του προέδρου Λίνκολν,  ο ποιητής κάνει την περίφημη μεταφορά για την Πόλη – Πλοίο, όπου ο  καπετάνιος είναι νεκρός και ο ποιητής τον αποχαιρετά.


Πρώτος βέβαια  ο Πλάτων,  στο 6ο Βιβλίο της Πολιτείας του, είχε κάνει  αυτή τη μεταφορά της Πόλης Πλοίο με τον ηγέτη καπετάνιο στο τιμόνι. Και δεν ήταν μόνο ο Walt Whitman αλλά και ο Οράτιος και ο Longfellow που έγραψαν επίσης ποιήματα για την Πόλη – Πλοίο…


Τα γράφω όλα αυτά, γιατί σήμερα, κάνοντας την γνωστή «πλοήγηση» για κοίτα, κι εδώ μεταφορά… στις σελίδες των φίλων στο  Fb, στάθηκα στη σελίδα ενός νέου φίλου, του  Theo Angel, που μου είχε τραβήξει την προσοχή με ένα σχόλιό του για τον Κάλβο. Και τι να δω!

Τρία ποστς: ένα με το ποίημα του Walt Whitman, ένα με την τελευταία σκηνή από τον κύκλο των χαμένων ποιητών και ένα με ένα απόσπασμα από την ταινία του Γιώργου Ζερβουλάκου, «Συννεφιασμένη Κυριακή» - εκεί πρωτακούστηκε το τραγούδι του Τσιτσάνη – όπου ο Θανάσης Βέγγος ξεροσταλιάζει στο λιμάνι ψάχνοντας για δουλειά  κοιτώντας τα πλοία, ώσπου  εμφανίζεται κάποιος επιβάτης και του ζητάει στα Αγγλικά, να τον μεταφέρει στο πλοίο του, μια και είναι ο καπετάνιος.


Ο Βέγγος τσακίζεται για να τον μεταφέρει με τη βάρκα του,  σκοντάφτει, του πέφτουν οι βαλίτσες και του λέει το αμίμητο, «Μια στιγμή
Captain, καπετάνιο μου»…του λέει δηλαδή το γνωστό  στίχο του Walt Whitman

Αυτό επισήμανε ο νέος μου φίλος σε εκείνη την παλιά ταινία  και το θαύμασα…

Αναρωτιέμαι τώρα, πώς και συνέβη αυτό; σύμπτωση, έτσι το έφερε η κουβέντα; Δεν είμαι σίγουρη…


Αυτό που ξέρω, το ανακάλυψα σε ένα μπλογκ (1), ψάχνοντας να βρω στοιχεία για την ταινία αυτή, που παρεμπιπτόντως λεγόταν  στην αρχή,  πριν ονομαστεί Συννεφιασμένη Κυριακή, «Για το ψωμί και τον έρωτα», ότι ο  Τσιτσάνης είχε γράψει κι άλλο ένα τραγούδι για την ταινία:

Ο καθένας άνθρωπος, μοιάζει με καράβι
που θαλασσοδέρνεται βράδυ και πρωί
Κι ο βαρύς ο πόνος του, το κορμί του σκάβει
ώσπου το λιμάνι του κάποτε θα βρει

Είμαι κι εγώ ένα καράβι τσακισμένο
κι από σένα λίγη αγάπη περιμένω
Στη μεγάλη θάλασσα, που ζωή τη λέμε
μας χτυπούν τα βάσανα με απανθρωπιά

Στη μεγάλη θάλασσα, κάθε μέρα κλαίμε
Όμως υπομένουμε, μα ως πότε πια
Είμαι κι εγώ ένα καράβι τσακισμένο
κι από σένα λίγη αγάπη περιμένω

Εκτός από την πόλη – πλοίο δηλαδή είναι και ο άνθρωπος – πλοίο…

Πολύ πριν το πει ο κύριος Keating δηλαδή, ο Βασίλης Τσιτσάνης είχε ανέβει στο θρανίο του και έβλεπε τον κόσμο αλλιώς…




Υγ

Το ποίημα του  Walt Whitman και μια μετάφραση από τον ΠάνοΧ (2) εδώ:



O Captain my Captain! our fearful trip is done,
The ship has weathered every rack, the prize we sought is won,
The port is near, the bells I hear, the people all exulting,
While follow eyes the steady keel, the vessel grim and daring;
But O heart! heart! heart!
O the bleeding drops of red,
Where on the deck my Captain lies,
Fallen cold and dead.
O Captain! my Captain! rise up and hear the bells;
Rise up--for you the flag is flung for you the bugle trills,
For you bouquets and ribboned wreaths for you the shores a-crowding,
For you they call, the swaying mass, their eager faces turning;
Here Captain! dear father!
This arm beneath your head!
It is some dream that on the deck,
You've fallen cold and dead.
My Captain does not answer, his lips are pale and still;
My father does not feel my arm, he has no pulse nor will;
The ship is anchored safe and sound, its voyage closed and done;
From fearful trip the victor ship comes in with object won;
Exult O shores, and ring O bells!
But I, with mournful tread,
Walk the deck my Captain lies,
Fallen cold and dead.
…………………………………………..

Καπετάνιε! Ω Καπετάνιε μου!
Το φοβερό μας το ταξίδι έχει τελειώσει.
Το πλοίο μας ξεπέρασε τη κάθε αναποδιά
κι η δάφνη που ζητούσαμε κερδήθηκε.
Φτάσαμε στο λιμάνι.
Ακουώ καμπάνες να χτυπούν,
λαό που αναγαλλιάζει,
Κι όλων τα μάτια στρέψανε στ' ακλόνητο σκαρί,
στ' ατρόμητο και βλοσυρό καράβι.

Μα, συ ω καρδιά! καρδιά! καρδιά!
Ώ άλικες, αιμάτινες, κόκκινες σταλαξιές,
Εκεί στη γέφυρα του πλοίου, ο Καπετάνιος μου πεσμένος
κοιμάται κρύος... νεκρός... χαμένος...

Καπετάνιε! Ω Καπετάνιε μου! Σήκω!
τα σήμαντρα ν' ακούσεις που χτυπούνε.
Σήκω! για σενα λάβαρα λυτά ψυχανεμούνε,
για σένα σάλπιγγες, κλαγγές, αχολογούνε,
Για σένα τ' ανθοστόλιστα, τα πλουμιστά στεφάνια,
Για σένα στην ακρογιαλιά συνάχτηκε το πλήθος,
Εσένα πεθυμά ο χοχλασμός ολάκερου λαού
και σε γυρεύει μ' όψη φουντωμένη.

Έλα, έλα, Καπετάνιε μου! Πατέρα αγαπημένε!
Γείρε πάνω στο μπράτσο μου το έρημο κεφάλι.
Σαν όνειρο μου φαίνεται στη γέφυρα πεσμένος,
Και να 'σαι κρύος... νεκρός... χαμένος....

Μα ο Καπετάνιος μου δεν απαντά,
τ' αχείλι του είν' αμίλητο, χλωμό,
πατέρα μου το μπράτσο μου δε νιώθεις
κι ούτε έχεις πια τη θέληση, δεν έχεις πια σφυγμό
Το πλοίο έριξ' άγκυρα ολάγερο, βουβό
κι έχει τελειώσει το ταξίδι το στερνό,
Από το φοβερό του το ξαρμένισμα,
της νίκης το καράβι ξαναγύρισε,
με κερδεμένο τον σκοπό.

Ευφράνου ακρογιαλιά, καμπάνα χτύπα!
Μα 'γω το πένθιμό μου σέρνω βήμα
Στη γέφυρα, που ο Καπετάνιος μου πεσμένος
Κοιμάται κρύος... νεκρός... χαμένος...


Πηγές

Εικόνες από το Ίντερνετ


http://26.media.tumblr.com/bhd7qUZVeq9kn1jbg1I9c0vbo1_500.jpg