ποτέ σου δεν απαίτησες ψίχουλο από μένα
το χέρι μόνο γύρεψες, εκείνο της καρδιάς
χόρευες σαν τον άνεμο σε κάρβουνα αναμμένα
ήσουν ο αναστενάρης μου, μπορεί και ο βοριάς
κι εγώ δεν υπολόγισα την άμοιρη κατάντια
πως να μεθάς από έρωτα και να ξορκίζεις χάδια
σε είδα και φοβήθηκα μ`αυτά σου τα καζάντια
αυτά που έταζες αλλού, σε αγοραία βράδια
σήμερα τον ικέτεψες, στερνή φορά, βοήθεια !
να φέρει πίσω τ` άλογο κι ας είναι δανεικό
στ`όνειρο πάνω πάτησες, μα γύρεψες αλήθεια
κύκνειο άσμα πρόβαρες σε λάθος σκηνικό
Εκείνος δε σου χάλασε το υστερνό χατίρι
τη χούφτα μέσα γέμισε με τέσσερα Καμέα
και πριν αδειάσεις θαρρετά, τ`ολόγιομο ποτήρι
νόθεψε το αίμα με κρασί και σου`μπηξε Ρομφαία