mye
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
mye | myes |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- mye < αρχαία ελληνική μύαξ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]mye (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
mye | myes |
mye (fr) θηλυκό