ανάγραμμα

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 17:29, 20 Ιουλίου 2022 από τον Τυχαίος Χρήστης (συζήτηση | συνεισφορές) (αντικατάσταση ετυμ la)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ανάγραμμα τα αναγράμματα
      γενική του αναγράμματος των αναγραμμάτων
    αιτιατική το ανάγραμμα τα αναγράμματα
     κλητική ανάγραμμα αναγράμματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ανάγραμμα < λόγιο ενδογενές δάνειο: μεσαιωνική λατινική anagramma < (ελληνιστική κοινήἀναγραμματισμός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ανάγραμμα ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]