Μιχαήλ ο Γενναίος
Μιχαήλ ο Γενναίος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1558[1][2][3] ή 1558 Târgu de Floci |
Θάνατος | 19 Αυγούστου 1601[4] Turda |
Τόπος ταφής | Dealu Monastery |
Χώρα πολιτογράφησης | Βλαχία Ηγεμονία της Μολδαβίας Πριγκιπάτο της Τρανσυλβανίας (1570-1711) |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης ηγεμόνας πολιτικός βοεβόδας διοικητής |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Doamna Stanca |
Τέκνα | Νικολάε Β΄ της Βλαχίας Domnița Florica Marula, lady of Cornateni[5] |
Γονείς | Πατράσκου ο Καλός και Teodora Cantacuzino |
Οικογένεια | Οίκος των Ντρακουλέστι |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Κατάλογος ηγεμόνων της Βλαχίας (1593–1600) βοεβόδας της Μολδαβίας (Μαΐου 1600 – Σεπτέμβριος 1600) |
Υπογραφή | |
Θυρεός | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Μιχαήλ ο Γενναίος (ρουμανικά: Mihai Viteazul ή Mihae Bravu, ουγγρικά: Vitéz Mihály, 1558 - 9 Αυγούστου 1601) ήταν πρίγκιπας της Βλαχίας (ως Μιχαήλ Β΄, 1593–1601), της Μολδαβίας (ως Μιχαήλ Α΄, 1600) και de facto ηγεμόνας της Τρανσυλβανίας (1599–1600). Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους εθνικούς ήρωες της Ρουμανίας και θεωρείται από τη Ρουμανική ιστοριογραφία ο πρωτουργός της Ρουμανικής ενότητας.
Η διοίκησή του της Βλαχίας άρχισε το φθινόπωρο του 1593. Δύο χρόνια αργότερα ξεκίνησε πόλεμος με τους Οθωμανούς, μια σύγκρουση κατά την οποία ο Πρίγκιπας πολέμησε στη μάχη του Τσιλουγκιρένι, που θεωρείται μία από τις σημαντικότερες μάχες της βασιλείας του. Παρόλο που οι Βλάχοι εξήλθαν νικητές από τη μάχη, ο Μιχαήλ αναγκάστηκε να υποχωρήσει με τα στρατεύματά του και να περιμένει βοήθεια από τους συμμάχους του, τον πρίγκιπα Σιγισμόνδο Μπάτορι της Τρανσυλβανίας και το Ροδόλφο Β΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο πόλεμος συνεχίστηκε μέχρι τον Ιανουάριο του 1597, αλλά η ειρήνη κράτησε μόνο ενάμιση χρόνο, για να επανέλθει στα τέλη του 1599, όταν ο Μιχαήλ δεν μπόρεσε να συνεχίσει τον πόλεμο λόγω έλλειψης υποστήριξης από τους συμμάχους του.
Το 1599 ο Μιχαήλ κέρδισε τη Μάχη του Σέλιμπιρ και σύντομα εισήλθε στην Άλμπα Ιούλια, γινόμενος αυτοκρατορικός κυβερνήτης (δηλαδή de facto ηγεμόνας) της Τρανσυλβανίας. Λίγους μήνες αργότερα τα στρατεύματα του Μιχαήλ εισέβαλαν στη Μολδαβία και έφθασαν στην πρωτεύουσα της, το Ιάσιο. Ο ηγέτης της Μολδαβίας Ιερεμίας Μοβίλα κατέφυγε στην Πολωνία και ο Μιχαήλ ανακηρύχθηκε Πρίγκιπας της Μολδαβίας. Ο Μιχαήλ διατήρησε τον έλεγχο και των τριών επαρχιών για λιγότερο από ένα χρόνο πριν οι ευγενείς της Τρανσυλβανίας και ορισμένοι βογιάροι στη Μολδαβία και στη Βλαχία ξεσηκωθούν εναντίον του με μια σειρά εξεγέρσεων. Στη συνέχεια ο Μιχαήλ συμμάχησε με το στρατηγό της Αυτοκρατορίας Τζόρτζο Μπάστα και κατέστειλε μια εξέγερση των Ούγγρων ευγενών στο Γκουρουσλάου της Τρανσυλβανίας. Αμέσως μετά από αυτή τη νίκη, ο Ροδόλφος διέταξε τη δολοφονία του Μιχαήλ, που πραγματοποιήθηκε στις 9 Αυγούστου 1601 από τους άνδρες του Μπάστα.
Η ζωή του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μιχαήλ γεννήθηκε με το επώνυμο Πατράσκου (Pătraşcu). Το 1601, κατά τη διάρκεια διαμονής στην Πράγα, απεικονίσθηκε από το ζωγράφο Αιγίδιο Σάντελερ, που σημείωσε στο πορτρέτο τις λέξεις aetatis XLIII («στο 43ο του έτος»), που υποδεικνύουν το 1558 ως το έτος γέννησης του Μιχαήλ. Πολύ λίγα είναι γνωστά για την παιδική του ηλικία και τα πρώτα χρόνια ως ενήλικα. Υποστηρίζεται από τους περισσότερους ιστορικούς ότι ήταν νόθος γιος του Πρίγκιπα της Βλαχίας Pătraşcu cel Bun (Πατράσκου του Καλού) του κλάδου Ντρακουλέστι του Οίκου των Μπασαράμπ Α΄, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι απλώς επινόησε την καταγωγή του, προκειμένου να δικαιολογήσει την ηγεμονία του. Μητέρα του ήταν η Θεοδώρα Καντακουζηνή, μέλος των Καντακουζηνών, οικογένειας ευγενών της Βλαχίας και της Μολδαβίας, που υποτίθεται ότι καταγόταν από το Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό.
Η πολιτική άνοδος του Μιχαήλ ήταν αρκετά εντυπωσιακή, καθώς έγινε Μπαν του Μεχεντίντσι το 1588, στόλνικος (βογιάρος) στην αυλή του Μινέα Τουρτσιτούλ από το τέλος του 1588, καθώς και Μπαν της Κραϊόβα το 1593 - κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του Αλέξανδρου τσελ Ράου. Ο τελευταίος τον είχε βάλει να ορκιστεί μπροστά σε 12 βογιάρους ότι δεν ήταν πριγκιπικής καταγωγής. Ακόμα το Μάιο του 1593 ξέσπασε σύγκρουση μεταξύ του Αλέξανδρου και του Μιχαήλ, που αναγκάστηκε να καταφύγει στην Τρανσυλβανία, συνοδεόμενος από τον ετεροθαλή αδελφό του Ράντου Φλορέσκου, το Ράντου Μπουζέσκου και αρκετούς άλλους υποστηρικτές. Αφού πέρασε δύο εβδομάδες στην αυλή του Σιγισμόνδου Μπάτορι, έφυγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου, με βοήθεια από τον ξάδελφό του, Ανδρόνικο Καντακουζηνό (το μεγαλύτερο γιο του Μιχαήλ Σαϊτάνογλου Καντακουζηνού), και τον Πατριάρχη Ιερεμία Β΄, διαπραγματεύτηκε την Οθωμανική υποστήριξη για την άνοδό του στο θρόνο της Βλαχίας. Υποστηρίχθηκε από τον Άγγλο πρεσβευτή στην Οθωμανική πρωτεύουσα, Έντουαρντ Μπάρτον, και βοηθήθηκε με δάνειο 200.000 φιορινιών. Ο Μιχαήλ τοποθετήθηκε Πρίγκηπας από το Σουλτάνο Μουράτ Γ΄ το Σεπτέμβριο του 1593 και άρχισε την ουσιαστική του διακυβέρνηση στις 11 Οκτωβρίου. Θεωρήθηκε προδότης καθώς αναγκάστηκε να αγοράσει τον τίτλο του Domnitor (ηγεμόνα).
Βλαχία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λίγο μετά αφότου ο Μιχαήλ έγινε Πρίγκιπας της Βλαχίας στράφηκε εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Την επόμενη χρονιά προσχώρησε στη Χριστιανική συμμαχία των Ευρωπαϊκών δυνάμεων που σχημάτισε ο Πάπας Κλήμης Η΄ εναντίον των Τούρκων και υπέγραψε συμφωνίες με τους γείτονές του: το Σιγισμόνδο Μπάτορι της Τρανσυλβανίας, τον Ααρών τον Τύρανο της Μολδαβίας και το Ροδόλφο Β΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον των Τούρκων το φθινόπωρο του 1594, κατακτώντας αρκετά κάστρα κοντά στο Δούναβη, συμπεριλαμβανομένων των Τζιούρτζιου, Βραΐλας, Χίρσοβα και Σιλίστρας, ενώ οι Μολδαβοί σύμμαχοί του νίκησαν τους Τούρκους στο Ιάσιο και σε άλλα μέρη της Μολδαβίας. Ο Μιχαήλ συνέχισε τις επιθέσεις του βαθιά μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, παίρνοντας τα οχυρά της Νικόπολης, του Ρίμπνικ και της Κίλια, φτάνοντας μέχρι την Αδριανούπολη.
Το 1595 ο Σιγισμόνδος Μπάτορι έστησε ένα περίτεχνο σχέδιο και απομάκρυνε από την εξουσία τον Ααρών τον Τύραννο, βοεβόδα της Μολδαβίας. Ο Ιστβαν Γιόσικα (καγκελάριος του Μπάτορι και εθνοτικά Ρουμάνος) ήταν υπεύθυνος για την επιχείρηση. Ο Στέφαν Ραζβάν συνέλαβε τον Ααρών με την κατηγορία της προδοσίας τη νύχτα της 24ης Απριλίου (5 Μαΐου) και τον έστειλε στην πρωτεύουσα της Τρανσυλβανίας Άλμπα Ιούλια (Γκιουλαφέχερβαρ). Ο Ααρών πέθανε δηλητηριασμένος στα τέλη Μαΐου στο κάστρο του Βιντς. Ο Σιγισμόνδος αναγκάστηκε να δικαιολογήσει τις ενέργειές του ενώπιον των Ευρωπαϊκών δυνάμεων, καθώς ο Ααρών είχε διαδραματίσει ενεργό ρόλο στον αντιοθωμανικό συνασπισμό. Αργότερα, στην ίδια πόλη Άλμπα Ιούλια, οι βογιάροι της Βλαχίας υπέγραψαν μια συνθήκη με το Σιγισμόνδο για λογαριασμό του Μιχαήλ . Από τη σκοπιά της εσωτερικής πολιτικής της Βλαχίας η Συνθήκη της Άλμπα Ιούλια επισημοποίησε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί καθεστώς των βογιάρων, ενισχύοντας την ήδη σημαντική πολιτική δύναμη της ελίτ των ευγενών. Σύμφωνα με τη συνθήκη ένα συμβούλιο 12 μεγάλων βογιάρων θα συμμετείχε παράλληλα με το βοεβόδα στην εκτελεστική εξουσία της χώρας.
Οι βογιάροι δεν μπορούσαν πλέον να εκτελεσθούν χωρίς τη γνώση και την έγκριση του Πρίγκιπα της Τρανσλαβανίας και, αν καταδικάζονταν για προδοσία, οι περιουσίες τους δεν μπορούσαν πλέον να κατασχεθούν. Προφανώς ο Μιχαήλ ήταν δυσαρεστημένος με την τελική μορφή της συνθήκης που διαπραγματεύτηκαν οι απεσταλμένοι του, αλλά αναγκάστηκε να συμμορφωθεί. Ο Πρίγκιπας Μιχαήλ είπε σε μια συνομιλία με τον Πολωνό απεσταλμένο Λουμπιενιέτσκι: ... δεν συνέχισαν όπως αναφερόταν στις οδηγίες τους, αλλά όπως απαιτούσε ότι το δικό τους καλό και απέκτησαν προνόμια για τον εαυτό τους. Στο υπόλοιπο της βασιλείας του θα προσπαθούσε να αποφύγει τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν.
Κατά τη βασιλεία του ο Μιχαήλ βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στην αφοσίωση και την υποστήριξη μιας ομάδας αρχόντων της Ολτενίας, οι σημαντικότεροι από τους οποίους ήταν οι Αδελφοί Μπουζέσκου (Ρουμανικά: Fraţii Buzeşti) και οι συγγενείς του από την πλευρά της μητέρας του, οι Καντακουζηνοί. Έτσι προστάτευσε τα συμφέροντά τους καθ 'όλη τη διάρκεια της βασιλείας του. Για παράδειγμα, πέρασε έναν νόμο που δέσμευε τους δουλοπάροικος σε εδάφη που ανήκουν σε αριστοκράτες. Από τη σκοπιά της θρησκευτικής δικαιοδοσίας η Συνθήκη της Άλμπα Ιούλια είχε μια άλλη σημαντική συνέπεια: έθετε όλους τους Ορθόδοξους επισκόπους της Τρανσυλβανίας υπό τη δικαιοδοσία της Μητροπολιτικής Εδρας του Τιργκόβιστε.
Την περίοδο αυτή ο Οθωμανικός στρατός, που εδρεύει στο Ρούσε, προετοιμαζόταν να διασχίσει το Δούναβη και ανέλαβε μια μεγάλη επίθεση. Ο Μιχαήλ αναγκάστηκε γρήγορα να υποχωρήσει και οι Οθωμανικές δυνάμεις άρχισαν να διασχίζουν το Δούναβη στις 4 Αυγούστου 1595. Καθώς ο στρατός του ήταν μικρότερος, ο Μιχαήλ απέφυγε να μεταφέρει τη μάχη σε ανοιχτό πεδίο και αποφάσισε να τη δώσει σε ένα βαλτότοπο κοντά στο χωριό Τσιλουγκιρένι, στον ποταμό Νεαίλοφ. Η Μάχη του Τσιλουγκιρένι ξεκίνησε στις 23 Αυγούστου και ο Μιχαήλ νίκησε τον Οθωμανικό στρατό με επικεφαλής το Σινάν Πασά. Παρά τη νίκη του υποχώρησε στο χειμερινό στρατόπεδο του στο Στογενέστι επειδή είχε πολύ λίγα στρατεύματα για να αναλάβει ευρείας κλίμακας πόλεμο εναντίον των υπόλοιπων Οθωμανικών δυνάμεων. Στη συνέχεια ένωσε τις δυνάμεις του με το στρατό 40.000 ανδρών του Σίσιμσουντ Μπάστορυ (υπό τον Ιστβαν Μπότσκαϊ) και αντεπιτέθηκε στους Οθωμανούς, απελευθερώνοντας τις πόλεις Τιργκόβιστε (8 Οκτωβρίου), Βουκουρέστι (12 Οκτωβρίου) και Βραΐλα, αποσπώντας προσωρινά τη Βλαχία από την Οθωμανική επικυριαρχία.
Ο αγώνας εναντίον των Οθωμανών συνεχίστηκε το 1596, όταν ο Μιχαήλ έκανε αρκετές εισβολές νότια του Δούναβη σε Βίντιν, Πλέβεν, Νικόπολη και Μπαμπαντάγκ, όπου βοηθήθηκε από τους ντόπιους Βούλγαρους, κατά την πρώτη εξέγερση του Τίρνοβο.
Στα τέλη του 1596 ο Μιχαήλ αντιμετώπισε μια απροσδόκητη επίθεση από τους Τάταρους, που είχαν καταστρέψει τις πόλεις Βουκουρέστι και Μπουζάου. Όταν ο Μιχαήλ συγκέντρωσε το στρατό του για να αντεπιτεθεί οι Τάταροι υποχώρησαν γρήγορα και έτσι δεν διεξήχθη μάχη. Ο Μιχαήλ ήταν αποφασισμένος να συνεχίσει τον πόλεμο εναντίον των Οθωμανών, αλλά δεν του το επέτρεπε η έλλειψη στήριξης του Σιγισμόνδου Μπάτορι και του Ροδόλφου Β΄. Στις 7 Ιανουαρίου 1597 ο Χασάν Πασάς διακήρυξε την ανεξαρτησία της Βλαχίας υπό την ηγεμονία του Μιχαήλ, που όμως γνώριζε ότι αυτή ήταν μόνο μια προσπάθεια να τον εκτρέψει από την προετοιμασία για μια μελλοντική επίθεση. Ο Μιχαήλ ζήτησε εκ νέου την υποστήριξη του Ρούντολφ Β΄, που συμφώνησε τελικά να στείλει οικονομική βοήθεια στον ηγεμόνα της Βλαχίας. Στις 9 Ιουνίου 1598 επετεύχθη επίσημη συνθήκη μεταξύ του Μιχαήλ και του Ρούντολφ Β΄. Σύμφωνα με τη συνθήκη ο Αυστριακός ηγεμόνας θα έδινε στη Βλαχία αρκετά χρήματα για να διατηρεί στρατό 5.000 ατόμων, καθώς και εξοπλισμό και προμήθειες. Λίγο μετά την υπογραφή της συνθήκης ο πόλεμος με τους Οθωμανούς επαναλήφθηκε και ο Μιχαήλ πολιόρκησε τη Νικόπολη στις 10 Σεπτεμβρίου 1598 και ανέλαβε τον έλεγχο του Βίντιν. Ο πόλεμος με τους Οθωμανούς συνεχίστηκε μέχρι τις 26 Ιουνίου 1599, όταν ο Μιχαήλ, χωρίς πόρους και υποστήριξη για τη συνέχιση της διεξαγωγής του πολέμου, υπέγραψε ειρηνευτική συνθήκη.
Τρανσυλβανία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Απρίλιο του 1598 ο Σιγισμόνδος παραιτήθηκε από Πρίγκιπας της Τρανσυλβανίας υπέρ του Αυτοκράτορα Ροδόλφου Β΄ (που ήταν επίσης Βασιλιάς της Ουγγαρίας), αναίερσε την απόφασή του τον Οκτώβριο του 1598 και στη συνέχεια παραιτήθηκε και πάλι υπέρ του Καρδινάλιου Αντρέα Μπάτορι, εξαδέλφου του. Ο Μπάτορι είχε ισχυρούς δεσμούς με τον Πολωνό καγκελάριο και στρατάρχη Γιαν Ζαμόισκι και έθεσε την Τρανσυλβανία υπό την επιρροή του Βασιλιά της Πολωνίας, Σιγισμούνδος Γ΄ Βάσα. Ήταν επίσης έμπιστος σύμμαχος του νέου Μολδαβού Πρίγκιπα Ιερεμία Μοβίλα, ενός από τους μεγαλύτερους εχθρούς του Μιχαήλ. Ο Μοβίλα είχε εκθρονίσει το Στέφαν Ράζβαν με τη βοήθεια του Πολωνού στρατάρχη Γιαν Ζαμόισκι τον Αύγουστο του 1595.
Αντιμετωπίζοντας αυτή τη νέα απειλή, ο Μιχαήλ ζήτησε από τον Αυτοκράτορα Ροδόλφο να γίνει επικυρίαρχος της Βλαχίας. Στις 25 Σεπτεμβρίου (5 Οκτωβρίου) ο Μπάτορι εξέδωσε τελεσίγραφο ζητώντας από το Μιχαήλ να εγκαταλείψει το θρόνο του. Ο Μιχαήλ αποφάσισε αμέσως να του επιτεθεί για να αποτρέψει την εισβολή. Θα περιγράψει αργότερα τα γεγονότα:
Ξεσηκώθηκα με τη χώρα μου, τα παιδιά μου, παίρνοντας τη σύζυγό μου και όλα όσα είχα και με το στρατό μου [βαδίσαμε στην Τρανσυλβανία], έτσι ώστε ο εχθρός να μη με τσακίσει εδώ.
Έφυγε από το Τιργκόβιστε στις 2 Οκτωβρίου και στις 9 Οκτωβρίου είχε φτάσει στο Πρέιμερ στη νότια Τρανσυλβανία, όπου συναντήθηκε με απεσταλμένους από την πόλη του Μπρασόβ. Εξασφαλίζοντας την πόλη, προχώρησε στην Τσάρτα, όπου ένωσε τις δυνάμεις του με τους Σέκελι.
Στις 18 Οκτωβρίου ο Μιχαήλ κατήγαγε μια αποφασιστική νίκη εναντίον του στρατού του πρίγκιπα-καρδιναλίου Αντρέα Μπάτορι στη Μάχη του Σέλιμπαρ, κερδίζοντας τον έλεγχο της Τρανσυλβανίας. Καθώς υποχωρούσε από τη μάχη, ο Αντρέα Μπάτορι σκοτώθηκε από ένα αντίπαλο του Σέκελι στις 3 Νοεμβρίου κοντά στο Σαντόμινιτς και ο Μιχαήλ του παρείχε πριγκιπική ταφή στο Ρωμαιοκαθολικό Καθεδρικό της Άλμπα Ιούλια. Με τον εχθρό του νεκρό, ο Μιχαήλ μπήκε στην πρωτεύουσα της Τρανσυλβανία Άλμπα Ιούλια και πήρε τα κλειδιά του φρουρίου από τον επίσκοπο Δημήτριο Νάπραγκι, γεγονός που αργότερα απεικονίστηκε ως βαρυσήμαντο στη Ρουμανική ιστοριογραφία. Ο ιστορικός Ιστβαν Σαμόσκοζι, αρχειοφύλακας εκείνη την εποχή, κατέγραψε το γεγονός με μεγάλη λεπτομέρεια. Έγραψε επίσης ότι δύο μέρες πριν από τη σύνοδο της Δίαιτας στις 10 Οκτωβρίου οι Τρανσυλβανόφωνοι ευγενείς εξέλεξαν το Μιχαήλ το βοεβόδα ως Πρίγκιπα της Τρανσυλβανίας. Όταν συνήλθε η Δίαιτα ο Μιχαήλ ζήτησε από τις γενικές τάξεις να ορκιστούν πίστη στον Αυτοκράτορα Ροδόλφο, κατόπιν στον εαυτό του και τρίτον στο γιο του. Ακόμη και αν αναγνωρίστηκε από τη Δίαιτα της Τρανσυλβανίας ως μόνο αυτοκρατορικός κυβερνήτης υποτελής στον Αυτοκράτορα, ήταν ωστόσο ηγέτης της Τρανσυλβανίας.
Στην Τρανσυλβανία ο Μιχαήλ χρησιμοποιούσε την ακόλουθη υπογραφή στα επίσημα έγγραφα: Michael Valachiae Transalpinae Woivoda, Sacrae Caesareae Regiae Majestatis Counteriarius per Transylvaniam Locumtenens, cis transylvaniam partium eius super exercitu Generalis Capitaneus («Μιχαήλ, βοεβόδας της Βλαχίας, σύμβουλος της Αυτού Μεγαλειότητας του Αυτοκράτορα Και Βασιλιά, αντιπρόσωπός του στην Τρανσυλβανία και Γενικός Δοικητής των στρατευμάτων του της Τρανσυλβανίας»).
Όταν ο Μιχαήλ εισήλθε στην Τρανσυλβανία δεν απελευθέρωσε αμέσως ή δεν χορήγησε δικαιώματα στους Ρουμάνους κατοίκους, που ήταν κυρίως αγρότες, αλλά, παρ 'όλα αυτά, αποτελούσαν σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού. Ο Μιχαήλ επέδειξε την υποστήριξή του διατηρώντας την Ένωση των Τριών Εθνών, που αναγνώριζε μόνο τα παραδοσιακά δικαιώματα και προνόμια των Ούγγρων, των Σέκελι και των Σαξόνων, αλλά δεν αναγνώριζε τα δικαιώματα των Ρουμάνων. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Μιχαήλ θέλησε οι Ρουμάνοι της Τρανσυλβανίας να διαδραματίσουν έναν πολιτικό ρόλο. Πράγματι, ενώ έφερε μερικούς από τους βοηθούς του της Βλαχίας στην Τρανσυλβανία, κάλεσε επίσης μερικούς Σέκελι και άλλους Ούγγρους της Τρανσυλβανίας να βοηθήσουν στη διοίκηση της Βλαχίας, όπου ήθελε να μεταφέρει το πολύ πιο προηγμένο φεουδαρχικό σύστημα της Τρανσυλβανίας.
Ο Μιχαήλ άρχισε να διαπραγματεύεται με τον Αυτοκράτορα στην επίσημη θέση του στην Τρανσυλβανία. Ο τελευταίος ήθελε το Πριγκιπάτο υπό άμεση Αυτοκρατορική κυριαρχία με το Μιχαήλ ως κυβερνήτη. Ο βοεβόδας της Βλαχίας, από την άλλη, ήθελε τον τίτλο του Πρίγκηπα της Τρανσυλβανίας για τον εαυτό του και διεκδικούσε επίσης την περιοχή του Πάρτιουμ (Δυτική Τρανσυλβανία). Ο Μιχαήλ, ωστόσο, ήταν διατεθειμένος να αναγνωρίσει την επικυριαρχία των Αψβούργων.
Moλδαβία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πρίγκιπας της Μολδαβίας Ιερεμίας Μοβίλα ήταν από παλιά εχθρός του Μιχαήλ, έχοντας υποκινήσει τον Αντρέα Μπάτορι να στείλει στο Μιχαήλ το τελεσίγραφο που απαιτούσε την παραίτησή του. Ο αδελφός του, Συμεών Μοβίλα διεκδικούσε το θρόνο της Βλαχίας για τον εαυτό του και χρησιμοποιούσε τον τίτλο του Βοεβόδα από το 1595. Γνωρίζοντας την απειλή που εκπροσωπούσαν οι Μοβίλα, ο Μιχαήλ είχε ιδρύσει το Βανάτο του Μπουζάου και της Βραϊλας τον Ιούλιο του 1598 και ο νέος μπαν επιφορτίσθηκε με τη συνεχή παρακολούθηση των κινήσεων των Μολδαβών, των Τατάρων και των Κοζάκων, παρόλο που ο Μιχαήλ σχεδίαζε μια εκστρατεία στη Μολδαβία για αρκετά χρόνια.
Στις 28 Φεβρουαρίου ο Μιχαήλ συναντήθηκε με Πολωνούς απεσταλμένους στο Μπρασόβ. Ήταν πρόθυμος να αναγνωρίσει τον Πολωνό Βασιλιά ως επίκυρίαρχό του με αντάλλαγμα το στέμμα της Μολδαβίας και την αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος των αρρένων κληρονόμων του επί των τριών πριγκιπάτων, Τρανσυλβανίας, Μολδαβίας και Βλαχίας. Αυτό όμως δεν καθυστέρησε σημαντικά την επίθεσή του. Στις 14 Απριλίου 1600 τα στρατεύματα του Μιχαήλ εισήλθαν στη Μολδαβία από πολλά σημεία, με τον ίδιο τον Πρίγκιπα να ηγείται του κύριου πλήγματος στο Τρότους και στο Ρόμαν. Έφτασε στην πρωτεύουσα Ιάσιο στις 6 Μαΐου. Η φρουρά παρέδωσε το κάστρο την επόμενη μέρα και οι δυνάμεις του Μιχαήλ πρόφθασαν το διαφεύγοντα Ιερεμία Μοβίλα, που γλύτωσε τη σύλληψή του μόνο θυσιάζοντας τον οπισθοφύλακά του. Ο Μοβίλα βρήκε καταφύγιο στο κάστρο του Χοτίν μαζί με την οικογένειά του, μια χούφτα πιστών βογιάρων και τον πρώην Πρίγκιπα της Τρανσγυαλβανίας, Σιγισμόνδο Μπάτορι. Οι Μολδαβοί στρατιώτες στο κάστρο λιποτάχτησαν, αφήνοντας ένα μικρό Πολωνικό απόσπασμα ως μοναδικό υπερασπιστή. Κάποια στιγμή πριν από τις 11 Ιουνίου, ο Μοβίλα κατάφερε να ξεφύγει νύχτα από τα τείχη και περνώντας το Δνείστερο στο στρατόπεδο του στρατάρχη Στάνισλαβ Ζολκιέβσκι.
Τα γειτονικά κράτη θορυβήθηκαν από αυτή την ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων, ιδιαίτερα οι Ούγγροι ευγενείς στην Τρανσυλβανία, που εξεγέρθηκαν κατά του Μιχαήλ. Με τη βοήθεια του Μπάστα νίκησαν το Μιχαήλ στη Μάχη του Μιρισλάου, αναγκάζοντας τον πρίγκιπα να εγκαταλείψει την Τρανσυλβανία μαζί με όσα στρατεύματά του του απέμεναν πιστά. Ένας Πολωνικός στρατός με επικεφαλής το Γιαν Ζαμόισκι εκδίωξε τους Βλάχους από τη Μολδαβία και νίκησε το Μιχαήλ στο Νιένι, το Τσέπτουρα και το Μπουτσόβ. Ο Πολωνικός στρατός μπήκε επίσης στην ανατολική Βλαχία και εγκατέστησε κυβερνήτη το Συμεών Μοβίλα. Δυνάμεις πιστές στο Μιχαήλ παρέμειναν μόνο στην Ολτενία.
Τελευταία νίκη και δολοφονία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μιχαήλ ζήτησε ξανά βοήθεια από τον Αυτοκράτορα Ροδόλφο κατά την επίσκεψή του στην Πράγα μεταξύ 23 Φεβρουαρίου και 5 Μαρτίου 1601, που του δόθηκε όταν ο αυτοκράτορας άκουσε ότι ο Στρατηγός Τζόρτζο Μπάστα είχε χάσει τον έλεγχο της Τρανσυλβανίας από τους Ούγγρους ευγενείς, με επικεφαλής το Σιγισμόνδο Μπάτορι, που αποδεχόταν την Οθωμανική προστασία. Εν τω μεταξύ, δυνάμεις πιστές στο Μιχαήλ στη Βλαχία με επικεφαλής το γιο του, Νικολάι Πατράσκου, εκδίωξαν το Συμεών Μοβίλα από τη Μολδαβία και ήταν έτοιμοι να ξαναεισβάλουν στην Τρανσυλβανία. Ο Μιχαήλ, συμμαχώντας με το Μπάστα, νίκησε τον Ουγγρικό στρατό στη Μάχη του Γκουρουσλίου. Λίγες μέρες αργότερα ο Μπάστα, που επιζητούσε να ελέγχει ο ίδιος την Τρανσυλβανία, προέβη στη δολοφονία του Μιχαήλ με τη διαταγή του Αυτοκράτορα των Αψβούργων. Έλαβε χώρα κοντά στο Κάμπια Τουρζίι στις 9 Αυγούστου 1601. Σύμφωνα με το Ρουμάνο ιστορικό Κονσταντίν Γ. Τζουρέσκου:
« | Ποτέ στη ρουμανική ιστορία μια στιγμή τέτοιας μεγαλοσύνης και δόξας δεν την ακολουθούσε μια τόσο πικρή αποτυχία. | » |
Κληρονομιά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η διακυβέρνηση του Μιχαήλ του Γενναίου, με τη ρήξη του με την Οθωμανική κυριαρχία, τις τεταμένες σχέσεις με άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις και την ηγεσία των τριών κρατών, θεωρήθηκε σε μεταγενέστερες περιόδους ως πρόδρομος μιας σύγχρονης Ρουμανίας, θέση που υποστηρίχθηκε πολύ έντονα από το Νικολάε Μπιλτσέσκου. Αυτή η θεωρία έγινε σημείο αναφοράς για τους εθνικιστές, καθώς και καταλύτης για διάφορες Ρουμανικές δυνάμεις για την επίτευξη ενός ενιαίου Ρουμανικού κράτους. Από τους Ρουμάνους εθνικιστές θεωρήθηκε ένας από τους μεγαλύτερους εθνικούς ήρωες της Ρουμανίας.
Ο πρίγκιπας άρχισε να εκλαμβάνεται ως ενοποιητής προς τα μέσα του 19ου αιώνα. Μια τέτοια ερμηνεία λείπει εντελώς από την ιστοριογραφία των χρονικογράφων του 17ου αιώνα και ακόμη και από εκείνη της Σχολής της Τρανσυλβανίας γύρω στο 1800. Αυτό που τόνισαν, εκτός από την εξαιρετική προσωπικότητα του ίδιου του Μιχαήλ, ήταν η ιδέα της Χριστιανοσύνης και οι στενές σχέσεις του με τον Αυτοκράτορα Ροδόλφο. Η φιλοδοξία του κατακτητή αναφέρεται επίσης συχνά ως κίνητρο για τη δράση του, καταλαμβάνοντας στο ερμηνευτικό σχήμα τη θέση που αργότερα κατέλαβε η Ρουμανική ιδέα.
Στα γραπτά του Μολδαβού χρονικογράφου Μίρον Κοστίν ο Μιχαήλ ο Γενναίος εμφανίζεται στο ρόλο του κατακτητή της Τρανσυλβανίας και της Μολδαβίας, «αιτία πολλών αιματοχυσιών μεταξύ Χριστιανών» και χωρίς ιδιαίτερη εκτίμηση ακόμη και από τους δικούς του Βλάχους: «Οι Βλάχοι κουράστηκαν από τη φιλοπόλεμη κυβέρνηση του Βοεβόδα Μιχαήλ».
Η άποψη των ίδιων των Βλάχων εντοπίζεται στην Ιστορία των Πριγκίπων της Βλαχίας, που αποδίδεται στο χρονικογράφο Ράντου Ποπέσκου (1655-1729), που συνδέει αδιακρίτως όλους τους αντιπάλους του Μιχαήλ, Ρουμάνους και αλλοδαπούς: «Υπέταξε τους Τούρκους, τους Μολδαβούς και τους Ούγγρους στην κυριαρχία του, σαν να ήταν γαϊδούρια του». Η γραφική έκφραση χρησιμεύει μόνο για να επιβεβαιώσει την απουσία οποιασδήποτε Ρουμανικής ιδέας.
Ο Σαμουήλ Μίκου, μέλος της Σχολής της Τρανσυλβανίας, αναφέρει στο έργο του Σύντομη Εξήγηση της Ιστορίας των Ρουμάνων (που γράφτηκε στη δεκαετία του 1790): «Το έτος 1593, ο Μιχαήλ, που ονομάζεται ο Γενναίος, ανέλαβε την ηγεμονία της Βλαχίας. Ήταν ένας μεγάλος πολεμιστής ο οποίος πολέμησε τους Τούρκους και νίκησε τους Τρανσυλβανούς. Και πήρε την Τρανσυλβανία και την έδωσε στον Αυτοκράτορα Ροδόλφο».
Ο Πέτρε Π. Παναϊτέσκου δηλώνει ότι κατά την εποχή του Μιχαήλ η έννοια του Ρουμανικού έθνους και η επιθυμία για ενοποίηση δεν υπήρχαν ακόμη. Ο Α. Ν. Ξένοπολ αναφέρει σαφώς την απουσία οποιουδήποτε εθνικού στοιχείου στην πολιτική του Μιχαήλ, υποστηρίζοντας ότι η έλλειψη επιθυμίας του να συνενώσει τις διοικήσεις των πριγκιπάτων απέδειξε ότι οι ενέργειές του δεν είχαν κίνητρο μια τέτοια έννοια.
Το Μιχάι Βιτεάζουλ, μια κοινότητα στην Επαρχία του Κλουζ, πήρε το όνομά του από το Μιχαήλ το Γενναίο. Ο Μιχαήλ τιμάται επίσης από τους μοναχούς της Μονής Σίμωνος Πέτρας του Άγιου Όρους για τις μεγάλες χορηγίες του με τη μορφή γης και χρημάτων για την ανακατασκευή του μοναστηριού που είχε καταστραφεί από πυρκαγιά.
Το Μιχάι Βιτεάζουλ, μια ταινία του Σέρτζιου Νικολαέσκου, διάσημου Ρουμάνου σκηνοθέτη, αποτελεί μια αναπαράσταση της ζωής του ηγεμόνα της Βλαχίας και της θέλησής του να ενώσει τα τρία Ρουμανικά πριγκιπάτα (Βλαχία, Μολδαβία και Τρανσυλβανία) σε μια χώρα.
Το Παράσημο του Μιχαήλ του Γενναίου, η υψηλότερη στρατιωτική διάκριση της Ρουμανίας, πήρε το όνομά του από το Μιχαήλ.
Το όνομα και το πορτρέτο του Μιχαήλ του Γενναίου εμφανίζονται σε τουλάχιστον δύο ρουμανικά νομίσματα: των 5 Λέι του 1991, του οποίου κόπηκαν μόνο 3 κομμάτια και το κέρμα δεν τέθηκε σε κυκλοφορία και των 100 Λέι, που κυκλοφόρησε τη δεκαετία του 1990.
Όλο αυτό το δύσκολο, αλλά σωτήριο, έργο του για τη Ρουμανία οδήγησε το έθνος του να τον αναφέρει στον εθνικό του ύμνο, Desteapta-te Romane (Ξύπνα, Ρουμάνε): «Priviţi, măreţe umbre, Mihai, Ştefan, Corvine, Româna naţiune, ai voştri strănepoţi, Cu brațele armate, cu focul vostru-n vine, "Viața-n libertate ori moarte!", strigă toți». που σημαίνει: «Δείτε, δοξασμένες σκιές, Μιχαήλ, Στέφανε, Κορβίνε, το Ρουμανικό έθνος, τα δισέγγονα σας, Με τα χέρια οπλισμένα, με τη φωτιά σας στις φλέβες, "Ζωή εν ελευθερία ή θάνατος!" φωνάζουν όλοι».
Στον Μιχαήλ έγραψε εκτενές χρονικό ποίημα 1312 ζευγαρωτών ομοικατάληκτων στίχων ο ακόλουθός του Σταυρινός από την Ήπειρο, με τίτλο «Διήγησις ωραιοτάτη του Μιχαήλ Βοϊβόδα, πως αφέντευσεν εις την Βλαχίαν και πώς έκοψε τους Τούρκους όπου ευρέθησαν εκεί και πώς έκαμε πολλαίς ανδραγαθίαις και ύστερα εθανατώθη διά φθόνον χωρίς πόλεμον». Η Ελληνική δημοτική παράδοση διέσωσε τη μνήμη της επανάστασης του Μιχαήλ του Γενναίου που έδωσε ελπίδες στους υπόδουλους Έλληνες με το ακόλουθο αφηγηματικό τραγούδι της Δυτικής Θράκης:
- Μιχάλμπεης βουλεύτηκε τους Τούρκους να χαλάσει
- με τετρακόσια κάτεργα κι εξήντα δυό γαλιόνια.
- Μπροστά πααίν' τα κάτεργα και πίσω τα γαλιόνια,
- στη μέσ' πααίν' Μιχάλμπεης, μεγάλος καπετάνιος!
- Στο 'να του χέρ' κρατά σταυρό και στ' άλλο το σπαθί του,
- τον τρέμει ούλη η Τουρκιά και της Βλαχιάς τα μέρη.[7]
Σφραγίδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η σφραγίδα περιλαμβάνει τα οικόσημα της Μολδαβίας, της Βλαχίας και της Τρανσυλβανίας: στο μέσο, σε ασπίδα, ο ταύρος της Μολδαβίας, πάνω από τον αετό της Βλαχίας, ανάμεσα στον ήλιο και το φεγγάρι, που κρατάει σταυρό στο ράμφος, κάτω από το οικόσημο της Τρανσυλβανίας: δυο όρθια λιοντάρια, που κρατάνε ένα σπαθί, πατώντας σε επτά βουνά. Η Μολδαβική ασπίδα κρατιέται από δύο μορφές εστεμμένων.
Υπάρχουν δύο επιγραφές στη σφραγίδα. Η πρώτη κυκλική, στη Σλαβονική, στο Ρουμανικό Κυριλλικό αλφάβητο «IO MIHAILI UGROVLAHISCOI VOEVOD ARDEALSCOI MOLD ZEMLI», που σημαίνει «Εγώ ο Μιχαήλ, Βοεβόδας της Βλαχίας, των Χωρών της Τρανσυλβανίας και της Μολδαβίας». Η δεύτερη κατά μήκος ενός κυκλικού τόξου που χωρίζει το οικόσημο της Βλαχίας από την υπόλοιπη σύνθεση «I ML BJE MLRDIE», που θα μπορούσε να μεταφραστεί "Μέσω της Μεγάλης Χάρης του Θεού".
Ταινία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ζωή και η δράση του Μιχαήλ του Γενναίου, έγινε ταινία από του διάσημο Ρουμάνο σκηνοθέτη Σέργιου Νικολαέσκου (Sergiu Nicolaescu).
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 17 Απριλίου 2015.
- ↑ 2,0 2,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Michael-prince-of-Walachia. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 3,0 3,1 (Αγγλικά) Find A Grave. 8101603. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2014.
- ↑ Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
- ↑ Stoica, Vasile (1919). The Roumanian Question: The Roumanians and their Lands. Pittsburgh: Pittsburgh Printing Company. σελ. 18.
- ↑ «Γιώργος Λεκάκης – Συγγραφέας Λαογράφος, Τρίτη, 19 Ιανουαρίου 2010, Ελληνικό Δημοτικό τραγούδι και Επανάσταση του 1821». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2012.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Δουλαβέρα Βίκη, «Άγνωστος θρήνος για τον θάνατο του Μιχαήλ του Γενναίου», Θησαυρίσματα, τομ. 28 (1998), σελ. 255-274