εδώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εδώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἐδῶ < αρχαία ελληνική ὧδε (με αντιμετάθεση) < ὅδε < ὁ + -δε < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *só
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /eˈðo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐δώ
Επίρρημα
[επεξεργασία]εδώ και δω
- (τοπικό επίρρημα) σε αυτό το μέρος, στο σημείο που βρίσκομαι ή για το οποίο γίνεται λόγος
- ⮡ εδώ νίκησε ο στρατός
- ⮡ η διαφωνία μας είναι εδώ
- (τοπικό) κοντά, πλησίον
- ⮡ Έλα εδώ, σε παρακαλώ / Έλα δω, σε παρακαλώ
- (μεταφορικά με χρονική σημασία) σ' αυτή τη στιγμή, τώρα ή τότε
- ⮡ Εδώ είναι που μπαίνει στη σκηνή ο αγγελιοφόρος.
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]- εδώ παπάς, εκεί παπάς πού είν' ο παπάς;
- από 'δω κι εμπρός..., από ΄δω και πέρα...: για να δείξουμε ότι μια κατάσταση αλλάζει
- από 'δω κι εμπρός θα μιλάς μόνο με το δικηγόρο μου
- αυτός εδώ
- εδώ και: δηλώνει την αφετηρία μιας χρονικής περιόδου που ξεκινά στο παρελθόν και συνεχίζεται μέχρι τώρα
- ⮡ Ζω στην επαρχία εδώ και δέκα χρόνια.
- εδώ και τώρα: άμεσα (ζητώντας ικανοποίηση αιτημάτων)
- εδώ κι εκεί: άτακτα, σκόρπια
- εδώ που τα λέμε... είναι αλήθεια... (τίθεται στην αρχή, συνήθως, μιας πρότασης)
- εδώ σε θέλω! όταν θέλουμε να υποδείξουμε πως κάτι είναι πολύ δύσκολο να γίνει, να βρεθεί κλπ.
- ⮡ Εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα.
- έχω φτάσει ως εδώ! έχω φτάσει στο ανώτερο σημείο της υπομονής και της ανοχής μου
- ως εδώ και μη παρέκει: τονίζει το γεγονός ότι δεν αντέχουμε άλλο μια κατάσταση
→ δείτε και τη λέξη δω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] (τοπικό επίρρημα)
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Τοπικά επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)