pulsation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
pulsation | pulsations |
pulsation (fr) θηλυκό
- ο παλμός
ενικός | πληθυντικός |
pulsation | pulsations |
pulsation (fr) θηλυκό