fjord

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Fjord, fjørð, fjörð, fjǫrð
      ενικός         πληθυντικός  
fjord fjords
Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η en.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < άμεσο δάνειο από τη νορβηγική fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr < πρωτογερμανική *ferþu (φιόρδ), *ferþuz < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pértus. (μαρτυρείται από το 1674)[1]
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ιαπωνικά: フィヨルド (fiyorudo)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fjɔːd/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /fjɔːrd/ (ΗΠΑ)
 
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: fjord

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (en)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]
  • fiord (κυρίως στη Νέα Ζηλανδία)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. fjord - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
  • fjord - Cambridge Dictionary online

      ενικός         πληθυντικός  
fjord fjords
Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η fr.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < άμεσο δάνειο από τη νορβηγική fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fjɔʁd/ & /fjɔʁ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (fr) αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Απόγονοι

[επεξεργασία]

fjord (γαλλικά)

βιετναμικά: phi-oóc
νέα ελληνικά: φιόρδ
ρουμανικά: fiord

Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η da.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < παλαιά δανική fiorth < παλαιά νορβηγική fjǫrðr < πρωτογερμανική *ferþuz (φιόρδ) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pértus

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfjoɐ̯ˀ/
ομόηχο: fjor

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (da)


Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η nn.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr < πρωτογερμανική *ferþuz (φιόρδ) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pértus

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fjuːr/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (nn) αρσενικό

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • Ενσωματώνεται στα ονόματα των φιόρδ ως -fjorden.

Απόγονοι

[επεξεργασία]

fjord (νεονορβηγικά)

Δείτε παρακάτω.

Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η no.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < κληρονομημένο από την παλαιά νορβηγική fjǫrðr < πρωτογερμανική *ferþuz (φιόρδ) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pértus

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fjuːr/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (no) αρσενικό

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • Ενσωματώνεται στα ονόματα των φιόρδ ως -fjorden.

Απόγονοι

[επεξεργασία]

fjord (νορβηγικά)


Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η nl.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < νορβηγική fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fjɔrt/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: fjord

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (nl) θηλυκό

  1. το φιόρδ
  2. το άλογο φιόρδ
     συνώνυμα: fjordenpaard

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η hu.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfjord/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: fjord

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (hu)


Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η sh.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjȍrd < νορβηγική fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fjôrd/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjȍrd (sh) αρσενικό, фјо̏рд (κυριλλική γραφή)



Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η sk.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < νορβηγική fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfjɔrd/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (sk) αρσενικό


Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η sv.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < κληρονομημένο από την παλαιά σουηδική fiordher < παλαιά νορβηγική fjǫrðr < πρωτονορβηγική *ᚠᛖᚱᚦᚢᛉ < πρωτογερμανική *ferþuz (φιόρδ) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pértus

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfjuːrd/ & /ˈfjoːrd/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (sv)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η cs.Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fjord < παλαιά νορβηγική fjǫrðr

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfjort/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fjord (cs) αρσενικό