each
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Αντωνυμία
[επεξεργασία]each (en)
- καθένας
- ⮡ each of us - καθένας μας
- ⮡ each of the children - καθένα από τα παιδιά
Επίρρημα
[επεξεργασία]each (en) (χωρίς παραθετικά)
- ο καθένας, για ένα
- ⮡ They cost ten euros each.
- Κοστίζουν δέκα ευρώ το καθένα.
- ⮡ They cost ten euros each.
- ο καθένας, μεμονωμένα
- ⮡ We won one dollar each.
- Κερδίσαμε μια δολάρια ο καθένας.
- ⮡ We won one dollar each.
each (en)
- κάθε, έκαστος, χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε κάθε ένα από δύο ή περισσότερα άτομα ή πράγματα ξεχωριστά
Συγγενικά
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- each - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 395. ISBN 9780194325684., λήμμα: καθένας
Δυτικά φριζικά (fy)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]each (fy)
- (ανθρώπινο σώμα) το μάτι
Σκοτς (sco)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]each
- (θηλαστικό ζώο) το άλογο