değil

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίρρημα

[επεξεργασία]

değil (tr)

  1. (αρνητικό) δεν, όχι
    -Naber? - Τι κάνεις;
    -İyi değil - Όχι καλά.