conceal

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας conceal
γ΄ ενικό ενεστώτα conceals
αόριστος concealed
παθητική μετοχή concealed
ενεργητική μετοχή concealing

conceal (en) (επίσημο)