cal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cal (fr)
- ο κάλος
Καταλανικά (ca)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]cal (ca)
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cal (ro)
- (θηλαστικό ζώο) το άλογο