Nothing Special »
Address
:
[go:
up one dir
,
main page
]
Include Form
Remove Scripts
Accept Cookies
Show Images
Show Referer
Rotate13
Base64
Strip Meta
Strip Title
Session Cookies
oak
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
ενικός
πληθυντικός
oak
oaks
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
oak
(en)
(
δέντρο
) η
δρυς
, η
βελανιδιά
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Δέντρα (αγγλικά)
Φυτά (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
Aragonés
Asturianu
Azərbaycanca
বাংলা
Brezhoneg
Català
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
فارسی
Suomi
Français
Galego
Magyar
Հայերեն
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
ქართული
Қазақша
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Limburgs
Lombard
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
മലയാളം
ဘာသာမန်
မြန်မာဘာသာ
Nāhuatl
Plattdüütsch
Nederlands
Norsk nynorsk
Occitan
Oromoo
Polski
Română
Русский
Simple English
Slovenčina
Slovenščina
Sunda
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
Türkçe
اردو
Tiếng Việt
中文