Lesen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Lesen (de)
- η ανάγνωση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Lesen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Lesen αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]