agricola

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 18:28, 22 Μαΐου 2021 από την Sarri.greek (συζήτηση | συνεισφορές)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

agricola (la) αρσενικό

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική agricola agricolae
γενική agricolae agricolarum
δοτική agricolae agricolis
αιτιατική agricolam agricolas
κλητική agricola agricolae
αφαιρετική agricola agricolis