ταξίδι
外观
希臘語
[编辑]詞源
[编辑]名詞
[编辑]ταξίδι (taxídi) n (复数 ταξίδια)
變格
[编辑]ταξίδι的變格
相關詞彙
[编辑]- εκδρομή f (ekdromí, “遊覽,參觀”)
- ταξί n (taxí, “出租車,計程車”)
- ταξιδεύω (taxidévo, “旅行”)
- ταξιδιωτικός (taxidiotikós, “旅行的”)
- ταξιδιώτης m (taxidiótis, “旅行者”)
- ταξιδιάρικος (taxidiárikos, “遷移的”)
- καλό ταξίδι (kaló taxídi, “一路平安”)