dbo:abstract
|
- Legie (z latinského slova legio „vojenské odvody“, což je odvozeno ze slova legere „vybírat“, „odvádět“, „shromažďovat“) je termín, jenž v širším smyslu označuje celé římské vojsko, případně v užším a běžnějším významu se jedná o základní vojenskou jednotku starověké římské armády. Její příslušníci se nazývali legionáři. Legie byla obvykle doprovázena jedním nebo více oddíly spojeneckých či pomocných sborů (auxilia), které nebyly tvořeny římskými občany a jež doplňovaly legionářskou těžkou pěchotu o jezdectvo, střelecké jednotky a oštěpaře. Početní stav legie se v průběhu římských dějin různě proměňoval. Za římské republiky se skládala z asi 4200 legionářů a 300 jezdců, přičemž těžká pěchota byla rozdělena do manipulů po zhruba 120 mužích. Na počátku římského císařství měla přibližně 5200 legionářů, kteří byli uspořádáni do deseti kohort. První kohorta čítala 800 mužů, zatímco v ostatních devíti kohortách sloužilo po 480 mužích. Až do Mariovy reformy, realizované kolem roku 107 př. n. l., nedisponovali Římané stálým vojskem. Legie byly proto svolávány v případě potřeby, načež byly opět rozpouštěny. V éře rané římské říše bylo podél hranic impéria rozmístěno zhruba 25 až 33 legií společně s pomocnými sbory. V důsledku římských vojenských úspěchů byla legie dlouho považována za nejlepší starověký vojenský útvar, za což vděčila své efektivnosti a flexibilitě, které spočívaly v dokonalejší výzbroji, výcviku a vyšší ukázněnosti jejích vojáků. (cs)
- La legió romana (del llatí legio, 'lleva') era la unitat militar bàsica de la Roma antiga. Consistia en 4.800 soldats d'infanteria i cavalleria, tot i que el nombre podia variar segons l'època o les necessitats concretes del moment. Cada legió tenia un nom i un número. Se n'han identificat cap a 50, tot i que mai n'hi van arribar a haver tantes simultàniament. (ca)
- الفيالق الرومانية هي الجيوش الجرارة التي بنت حضارة روما القديمة سواء أكانت الجمهورية الرومانية أو الإمبراطورية الرومانية.واخرجت الكثير من القناصل والقادة والضباط الأكفاء وأيضا الكثير من الاباطرة ،وساهمت في اتساع الدولة كما في الصورة لتحكم نصف أوروبا وجميع المناطق المحيطة بالبحر المتوسط لتبقى أكثر من 2000 سنة. (ar)
- Η ρωμαϊκή λεγεώνα (από τη λατινική λέξη legio που σημαίνει «επιστράτευση», «στρατολόγηση», από το legere «επιλέγω») ήταν μία μεγάλη μονάδα του ρωμαϊκού στρατού. Επανδρώνονταν αποκλειστικά από Ρωμαίους πολίτες, καθώς, μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ., κάθε Ρωμαίος πολίτης ήταν υποχρεωμένος να υπηρετεί στο ρωμαϊκό στρατό και λάμβανε μισθό για τις υπηρεσίες του. Λόγω αυτής της ιδιαίτερης νομικής τους θέσεως αποτελούσαν τις επιφανέστερες μονάδες. Όταν, μάλιστα επί Τραϊανού ανακαλύφθηκαν δούλοι που είχαν γίνει λεγεωνάριοι, διέταξε ο αυτοκράτωρ να εκτελεσθούν, αν είχαν καταταγεί στο στράτευμα με δική τους πρωτοβουλία. Οπωσδήποτε, σε κρίσιμές εποχές, όπως π.χ. μετά την ήττα του ρωμαϊκού στρατού από τον Αρμίνιο το 9 μ.Χ. στον Τευτοβούργειο δρυμό, στρατολογήθηκαν και δούλοι ακόμη στις λεγεώνες. Τότε, όμως ήταν φυσικά αναγκαίο να απελευθερωθούν προηγουμένως και να λάβουν τη ρωμαϊκή πολιτεία. Το ίδιο συνέβαινε για τους ξένους. Βασικά, διατηρήθηκε η γενική υποχρέωση των Ρωμαίων πολιτών να υπηρετούν στον στρατό. Βαθμιαία όμως ατόνησε, αφότου ο Μάριος στο τέλος του 2ου αι. π.Χ. στρατολόγησε για πρώτη φορά σε μεγάλη έκταση απόρους (proletarii) για τους πολέμους του στην Αφρική εναντίον του βασιλέως της Νουμιδίας Ιουγούρθα και εναντίον των γερμανικών φύλων των Κίμβρων και των Τευτόνων. Πραγματικά, με αυτόν τον τρόπο ανατράπηκε ολοκληρωτικά σχεδόν η παραδοσιακή θεμελιώδης αρχή, να χρησιμοποιούνται στον στρατό ως στρατιώτες μόνο άτομα που διέθεταν συγκεκριμένο ελάχιστο όριο περιουσίας, και στρατολογούνταν πια προπάντων εθελοντές, οι οποίοι προέρχονταν από τη μάζα των εξαθλιωμένων γεωργών και απόρων πόλεων. Μόνο σε περιόδους ανάγκης γινόταν χρήση, ακόμη και κατά την αυτοκρατορική περίοδο, της υποχρεωτικής στρατολογίας (dilectus). Επειδή οι λεγεωνάριοι έπρεπε να είναι Ρωμαίοι πολίτες, ήταν αναπόφευκτο να προσελκύονται και να στρατολογούνται αρχικά στην Ιταλία, τον πυρήνα της αυτοκρατορίας, όπου κατοικούσε κατά κύριο λόγο η μάζα των Ρωμαίων πολιτών. Αυτό συνέβαινε σε μεγάλη έκταση ακόμη και επί Αυγούστου και Τιβερίου, τουλάχιστον για τις λεγεώνες που βρίσκονταν στο δυτικό τμήμα του κράτους ή και στη χερσόνησο του Αίμου, μολονότι από τότε ήδη μαρτυρούνται σε επιγραφές αρκετοί στρατιώτες, που κατάγονταν προπάντων από τη Ναρβωνησία (δηλαδή τη σημερινή Προβηγκία της Γαλλίας) και από τη Ν.Ισπανία. Στις ανατολικές επαρχίες, βέβαια, και προπάντων στην Αίγυπτο, σημαντικό μέρος των νεοσύλλεκτων στρατολογούνταν ήδη τότε από την περιοχή όπου στάθμευσαν οι λεγεώνες. Και παλαιότερα οι δολοφόνοι του Καίσαρος και ο Μάρκος Αντώνιος είχαν στρατολογήσει στις λεγεώνες τους κατοίκους των ανατολικών επαρχιών. Είναι μάλιστα πολύ πιθανόν ότι οι νέοι αυτοί στρατιώτες δεν ήταν πάντοτε Ρωμαίοι πολίτες κατά τη στρατολόγησή τους. Σε περίπτωση που είχαν νομικό καθεστώς ξένου τους παραχωρούνταν η ρωμαϊκή πολιτεία πριν την ένταξή τους στο στράτευμα. Συχνά, όμως συνέβαινε να συμπληρώνονται οι λεγεώνες με αποστολές αντρών από τη Δύση. Ο αριθμός των λεγεώνων κυμαινόταν διαρκώς κατά τη διάρκεια της ελεύθερης πολιτείας. Ανάλογα με τις στρατιωτικές ανάγκες στρατολογούνταν περισσότερα ή λιγότερα στρατεύματα, ο αριθμός των οποίων μετά τον θάνατο του Καίσαρος, κατά τη διάρκεια του των πολέμων εναντίον των δολοφόνων του και μεταξύ Οκταβιανού και Μάρκου Αντώνιου, είχε ασυνήθιστα αυξηθεί σε 55τουλάχιστον μονάδες. Για να στρατολογηθεί κάποιος έπρεπε να περάσει το 17ο έτος και υπηρετούσε μέχρι το 46ο έτος. Πάντως η διάρκεια της θητείας διέφερε από εποχή σε εποχή. Τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας των λεγεώνων ο λεγεωνάριος ήταν απλός πολίτης που υπηρετούσε όσο χρειαζόταν και μετά επέστρεφε στις πολιτικές ασχολίες του. Από τον 1ο αιώνα και μετά, η στρατιωτική υπηρεσία γίνεται επαγγελματική. Η θητεία ήταν αρχικά 12 χρόνια, αργότερα γίνεται 20 και κάποτε έφτασε τα 25 χρόνια. Και τότε όμως δεν απολύονταν οι παλαίμαχοι (veterani), αλλά έπρεπε να παραμείνουν τέσσερα ως πέντε χρόνια ακόμη στον στρατό, απαλλαγμένοι βέβαια πια από την καθημερινή βαριά υπηρεσία. Τα πρώτα χρόνια του Ρωμαϊκού Βασιλείου η "λεγεώνα" ίσως σήμαινε το σύνολο του ρωμαϊκού στρατού, αλλά οι πηγές αυτής της περιόδου είναι λίγες και αναξιόπιστες. Η επακόλουθη οργάνωση των λεγεώνων διέφερε πολύ με την πάροδο του χρόνου, αλλά οι λεγεώνες αποτελούνταν συνήθως από περίπου 5.000 άνδρες. Στα τέλη της δημοκρατικής περιόδου και για μεγάλο διάστημα της αυτοκρατορικής (περίπου από το 100 π.Χ.), η λεγεώνα χωριζόταν σε δέκα κοόρτεις. Η λεγεώνα περιελάμβανε από 3000 άνδρες τα πρώτα χρόνια έως πάνω από 5200 άνδρες κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους. Μέχρι τα μέσα του 1ου αιώνα, 10 κοόρτεις (περίπου 5.000 άνδρες) έκαναν μία ρωμαϊκή λεγεώνα. Αργότερα αυτό άλλαξε σε εννέα κοόρτεις συγκεκριμένου μεγέθους (480 ανδρών η καθεμία) και μία -την πρώτη- διπλάσιας δύναμης (800 ανδρών). Η λεγεώνα στελεχωνόταν ειδικά από Ρωμαίους πολίτες. Συγκροτούνταν από 30 τάγματα και κάθε τάγμα είχε 2 εκατονταρχίες. Συνολικά η λεγεώνα είχε 60 εκατονταρχίες. Στον καιρό της δημοκρατίας τη λεγεώνα διοικούσε δήμαρχος ή προσωρινός λεγάτος. Τη διοίκηση του πεζικού είχαν οι χιλίαρχοι (6 χιλίαρχοι ενώ υπήρχαν και 60 εκατόνταρχοι). Στο ιππικό δεν ασκούσε ένας τη διοίκηση, διαιρούνταν σε ίλες που καθεμιά είχε 3 δεκαρχίες. Επικεφαλής κάθε δεκαρχίας τοποθετούνταν ο . Υπάρχουν αρκετές ενδείξεις για την συμβολή της Κλασσικής Ελληνικής φάλαγγας καθώς και της Μακεδονικής φάλαγγας ως προτύπου στην οργάνωση και σχεδιασμό της Ρωμαϊκής λεγεώνας της Δημοκρατικής περιόδου. Προκειμένου η διοίκηση να γίνει περισσότερο αποτελεσματική, οι εκατονταρχίες αντικαταστάθηκαν από τάγματα 200 ανδρών. Ο Μάριος αντικατέστησε τα τάγματα με τις κοόρτεις. Δέκα κοόρτεις, τακτικές μονάδες, αποτελούσαν μια λεγεώνα. Η κάθε μία από αυτές διαιρούνταν σε 6 εκατονταρχίες (centuriae), καθώς και το ιππικό της λεγεώνος, το οποίο όπως δεν είχε ουσιαστικά μάχιμη αξία. Από τους πολέμους με τους Σαμνίτες κι έπειτα ο ρωμαϊκός στρατός αποτελούνταν από 4 λεγεώνες. Στη στρατιωτική της ακμή η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία επί Τραϊανού διέθετε 55 λεγεώνες. Η λειτουργία μιας λεγεώνος ως στρατιωτικού σώματος εξαρτιόταν ουσιαστικά από τη διοίκησή της, δηλαδή από το σώμα των αξιωματικών και υπαξιωματικών, το οποίο ως προς την ουσιώδη δομή του κληροδοτήθηκε από την ελεύθερη πολιτεία. Τη γενική διοίκηση ασκούσε ένας "ταξιάρχης" (legatus), η επιλογή του οποίου δεν γινόταν με βάση τα ειδικά του προσόντα, αλλά κυρίως την ιδιότητά του ως μέλους της συγκλητικής τάξεως. Προερχόταν συνεπώς, από την ιθύνουσα πολιτικά και κοινωνικά τάξη του κράτους. Η διοίκηση της λεγεώνος δεν αποτελούσε παρά μία βαθμίδα στην κλίμακα της σταδιοδρομίας του και την διατηρούσε συνήθως το πολύ για δύο ως τρία χρόνια. (el)
- Legio en la armeo de Romia Imperio (de la latina vorto legere, kiu korespondas ne nur al la esperanta "legi", sed ankaŭ al "elekti" kaj "kolekti") estis memstare aganta armea unuo kun 4000 ĝis 6000 peze armitaj piedirantaj soldatoj, kaj simila nombro da malpeze armitaj helpaj soldatoj (auxiliari). Dum la longa armea historio de la koncepto de legio, do dum la armea historio de la Romia Imperio entute, ŝanĝiĝis la nombro, konsisto kaj armilaro de la soldatoj en legio. La koncepto de la romia imperiestra epoko tre influiĝis de armea reformo, kiu komenciĝis dum la jaro 107 antaŭ Kristo. Komuna eco de la legioj tra la longa armea historio estis iliaj dividoj en dek dekonojn, kiuj nomiĝis kohortoj. La anoj de legio estis legionanoj. (eo)
- Eine römische Legion (lateinisch legio, von legere „lesen“ im Sinne von: „auslesen“, „auswählen“) war ein selbstständig operierender militärischer Großverband im Römischen Reich, der meist aus 3000 bis 6000 Soldaten schwerer Infanterie und einer kleinen Abteilung Legionsreiterei mit etwa 120 Mann bestand. Als Faktor für den Erfolg der römischen Legionen werden neben überlegener Ausrüstung und dem geschlossenen Einsatz in Gefechtsformationen die intensive Ausbildung und Disziplin im Gefecht, aber auch taktische Flexibilität gesehen. Sie bildete damit einen wesentlichen Faktor für die Expansion des Römischen Reiches. Für die Sicherung des Weltreiches auf drei Kontinenten waren in der Blütezeit des Reiches in der Römischen Kaiserzeit etwa 25 bis 30 Legionen ausreichend, die über Marschstraßen und mit Schiffen schnell verlegt werden konnten. In der Frühzeit Roms war Legion die Bezeichnung für das gesamte militärische Aufgebot der Stadt, das von den beiden Konsuln ausgehoben und befehligt wurde. Mit dem Wachstum des Ager Romanus und bei besonderem Bedarf wurden zusätzliche Legionen aufgestellt. Seit der Verdopplung der Armee während der Samnitenkriege im vorletzten Jahrzehnt des 4. Jahrhunderts v. Chr. gab es normalerweise vier Legionen. Die Legion der klassischen Epoche entstand im Zuge der Professionalisierung des römischen Heerwesens im Verlauf des 2. Jahrhunderts v. Chr., die in der traditionellen Geschichtsschreibung mit der so genannten Heeresreform des Marius in Verbindung gebracht wird. Mit diesen Reformen setzte sich auch die Wandlung der Legion von einer Bürgerarmee zur Berufsarmee durch. Gaius Iulius Caesar verfügte während seiner Zeit in Gallien über acht bis zwölf teils selbst ausgehobene Legionen (56 v. Chr.). In den Wirren der Bürgerkriege wuchs die Zahl der Legionen auf etwa 70, oft allerdings mit verminderter Stärke. Kaiser Augustus schuf ein stehendes Heer, dessen Legionen in den Provinzen an den Grenzen des Reiches stationiert waren. In der Kaiserzeit lag die Gesamtzahl für lange Zeit bei etwa 30 Legionen. In der Spätzeit des römischen Reiches verlor die schwere Infanterie der Legionen vor allem gegenüber der Reiterei an Bedeutung. Im Zuge der diokletianischen und konstantinischen Reformen, welche die letzte Blütezeit des klassischen römischen Heerwesens markieren, wurden die Legionen auf Gesamtstärken von oftmals unter 1000 Mann verkleinert, ihre Zahl aber auf ungefähr das Doppelte erhöht. Die Legionen operierten in der klassischen Zeit in der Regel zusammen mit Hilfstruppen, meist in ungefähr gleicher Zahl, die zunächst von den italischen Bundesgenossen und anderen unterworfenen Völkerschaften gestellt und später in den Provinzen rekrutiert wurden und aus Peregrinen (Provinzbewohnern) ohne römisches Bürgerrecht bestanden. Sie stellten neben zusätzlichen Infanteristen im Wesentlichen die Kontingente an Berittenen, Bogenschützen und Schleuderern. Die Hilfstruppen waren nicht Teil der Legion, wurden aber durch diese im Einsatz geführt und unterstützten sie unmittelbar mit ihren spezialisierten Fähigkeiten. Nach der Bürgerrechtsreform des Kaisers Caracalla im Jahr 212, mit der alle Provinzbewohner römischen Bürgern gleichgestellt wurden, wurde auch im Heer die Unterscheidung zwischen Legions- und Hilfstruppen zunehmend aufgehoben und verlor ihre Bedeutung. Römische Legionen bestanden vom 6./5. Jahrhundert v. Chr. bis zum frühen 7. Jahrhundert n. Chr. In dieser langen Zeitspanne waren sie erheblichen Wandlungen in Stärke, Zusammensetzung, Ausrüstung und Einsatz unterworfen. Im Westen verschwanden sie im Verlauf des 5. Jahrhunderts, im oströmischen Reich dann endgültig im 7. Jahrhundert mit dem Übergang vom spätrömischen zum byzantinischen Heerwesen. (de)
- Erromatar legioa (latinezko legiotik, legere hitzetik eratorria, bildu, elkartu edo hautatu esan nahi duena), Antzinako Erromako oinarrizko infanteria unitate militarra zen. 4200 soldaduko infanteria astun gorputz bat zen Polibio historialariaren arabera, beranduago 5200 eta 6000 arteko infanteria soldaduetara eta 300 zaldizkotara iritsiko zena orotara 6.000 eta 6.300 soldadu arteko kopurua osatuz Tito Liviok dioenez. Legioek izen bat eta zenbaki bat jasotzen zuten; 50 inguru identifikatu dira, baina sekula ez ziren horrenbeste egon aldi berean Erromaren historian. Ohi 28 legio zeuden euren laguntzaileekin, eta gehiago biltzen ziren une bakoitzeko behar eta egoeraren arabera. Gizadiaren historiatik pasa den unitate militarrik eraginkorrenatzat hartzen da, historiako inperiorik boteretsuena izan zen Erromatar Inperio Handia bultzatu baitzuen, honen ospe eta garrantzia bere aurrekoak direlarik, eta askok oraindik aztertzen jarraitzen dutelarik. (eu)
- La legión romana (del latín legio, derivado de legere, recoger, juntar, seleccionar) era la unidad militar de infantería básica de la antigua Roma. Consistía en un cuerpo de infantería pesada de unos cuatro mil doscientos hombres, según el historiador antiguo Polibio, que más tarde alcanzaría entre los cinco mil doscientos y seis mil soldados de infantería y trescientos jinetes para completar un total de entre seis mil y seis mil trescientos efectivos, según cuenta Tito Livio. Las legiones tenían asignado un nombre y un número; se identificaron cerca de cincuenta, pero nunca llegaron a existir tantas en un mismo momento de la historia de Roma. Usualmente había veintiocho legiones con sus auxiliares, y se reclutaban más según las necesidades y la situación en cada momento. (es)
- La légion — legio, du verbe legere, « lever (une troupe) » — est l'unité de base de l'armée romaine de l'époque de la Rome antique jusqu'à la fin de l'Empire romain. Durant douze siècles (de 753 avant notre ère à 476 de notre ère), les effectifs et la composition des légions romaines ont beaucoup varié. Ces modifications ne concernent pas que les légions composées de légionnaires mais également les auxiliaires, les cohortes prétoriennes, les cohortes urbaines et la marine romaine. Grâce à ses très nombreux succès militaires, que ce soit sous la royauté, la république ou l'empire, la légion a longtemps été considérée comme un modèle à suivre en matière d'efficacité et de potentiel en termes de tactique militaire. (fr)
- Is éard a bhí sa léigiún ná an t-aonad is mó a bhí in arm na Róimhe. Is as an bhfocal laidine legio a thagann an focal léigiún agus is as legere(roghnú) na Laidine a thagann an focal legio. (ga)
- The Roman legion (Latin: legiō, [ˈɫɛɡioː]) was the largest military unit of the Roman army, composed of 5,200 infantry and 300 equites (cavalry) in the period of the Roman Republic (509 BC–27 BC) and of 5,600 infantry and 200 auxilia in the period of the Roman Empire (27 BC – AD 476). (en)
- Legiun Romawi adalah istilah yang dapat merujuk kepada seluruh tentara Romawi atau hanya infanteri berat Romawi yang merupakan kekuatan utama dalam militer Romawi pada masa akhir Republik dan awal Kekaisaran. Dalam pengertiannya sebagai infanteri berat, Legiun Romawi terdiri dari pasukan yang disebut legionari dan biasanya disertai dengan pasukan tambahan dari warga non-Roma, kavaleri, dan pasukan penyerang jarak jauh. (in)
- 로마의 군단(라틴어: legio "고르다"를 뜻하는 라틴어 "legere"에서 유래했으며, 징집병을 뜻함[*])은 로마 육군에서 가장 큰 부대 단위이다. (ko)
- Legion albo legia (łac. legio) – podstawowa i największa jednostka taktyczna armii rzymskiej złożona przede wszystkim z ciężkozbrojnej piechoty. Odpowiednik współczesnej dywizji. W pierwszych trzech wiekach imperium armia rzymska liczyła od 25 do 34 legionów. W wyprawach legionów uczestniczyli również kamieniarze, cieśle, inżynierowie i inni rzemieślnicy (jako oddziały pomocnicze). (pl)
- La legione romana (dal latino legio, derivato del verbo legere, "raccogliere assieme", che all'inizio indicava l'intero esercito) era l'unità militare di base dell'esercito romano. Nacque dalla trasformazione dell'esercito alto-repubblicano dal modello falangitico a quello manipolare nel IV secolo a.C. L'esercito romano passò così dall'impiego del clipeus e dell'hasta all'utilizzo dello scutum, del pilum e del gladius, che divennero le armi fondamentali dei legionari romani, conformi del tutto al tipo di utilizzo imposto dalla tattica bellica romana. Grazie al grande successo militare della Repubblica e, in seguito, dell'Impero, la legione viene considerata come il massimo modello antico di efficienza militare, sia sotto il profilo dell'addestramento, sia dal punto di vista tattico e organizzativo. Altra chiave del successo della legione era il morale dei soldati, consolidato dalla consapevolezza che ciascun uomo doveva contare sull'appoggio del compagno, prevedendo la legione l'integrazione dei soldati in un meccanismo complessivo di lavoro di squadra. Era assimilabile a una grande unità complessa odierna, di rango variabile tra una brigata e una divisione, ma soprattutto riuniva attorno a sé, oltre ai reparti dell'arma base, fanteria e cavalleria, altri reparti specializzati come frombolieri, sagittarii, esploratori e genieri. All'inizio autonoma sul piano logistico, era normalmente stanziata in una provincia, di cui aveva la responsabilità della sicurezza e della difesa militare. Nella storia di Roma, l'esercito poté contare su oltre 60 legioni (composte di 5 000÷6 000 armati) al termine della guerra civile tra Ottaviano e Marco Antonio, e su un minimo di 28 agli inizi del principato (ridotte a 25 dopo la disfatta di Teutoburgo). Nel passaggio dalla Repubblica al Principato, e poi al Dominato, l'esercito, e con esso la struttura della legione (il cui numero di unità andò riducendosi), venne ristrutturato profondamente. (it)
- ローマ軍団(ローマぐんだん、古典ラテン語:legio、レギオー)は、古代ローマにおける軍隊(excercitus)のうち陸軍の基本的な編成単位のことである。軍団はローマ市民権を有する者だけで構成されていた。 1つの軍団は、時代によっても異なるが、帝政ローマ時代では1つの軍団は10のコホルス(大隊)から構成され、騎兵200強を含めたおよそ5,000から6,000人の軍団兵がいた。古代ローマ史上を通じて名前や番号をもった通算約50個の軍団が創設されたが、それらの多くが長い歴史の間で全滅・解散されており必ずしも存続しえたわけではなかった。 (ja)
- Het Romeinse legioen (Latijns legio, van legere = verzamelen) was de militaire basiseenheid in het Romeinse leger. De eenheid bestond uit circa 5000 tot 6000 (later 8000) infanteriesoldaten en meerdere honderden manschappen ondersteunende cavalerie, boogschutters, en lichte infanterie in de rol van verkenner. Legioenen hadden een naam en een nummer; ongeveer 50 zijn er bekend. Normaal gesproken waren er circa 30 plus hun hulptroepen in actieve dienst, uitbreidbaar indien nodig en mogelijk. Door de enorme militaire successen van de Romeinse Republiek en het Romeinse Keizerrijk werd het legioen lange tijd gezien als het toppunt van militaire efficiëntie en macht in de oudheid. (nl)
- Легио́н (лат. legio, род. падеж legionis — военный сбор, от lego и legere — собирать) — основная организационная единица в войске Древнего Рима, времён поздней республики и империи. Легион в Древнем Риме состоял из 2000 — 10 000 (в более поздние периоды 4420) пехотинцев и нескольких сотен всадников. Каждый легион имел свой номер и название. По сохранившимся письменным источникам идентифицировано примерно 50 различных легионов, хотя считается, что их число в каждый исторический период не превышало двадцати восьми, но при необходимости оно могло быть увеличено. Во главе легиона в период Республики стоял военный трибун, в период Империи — легат. Позже под таким названием создавались формирования в вооружённых силах многих государств (См. раздел ). (ru)
- Den romerska militärens högsta taktiska organisationsnivå utgjordes av legionen. Sammanlagt har över 50 olika legioner identifierats, men som mest förekom omkring 30 vid ett och samma tillfälle. Varje legion hade ett namn och ett nummer, men numreringen utesluter inte dubbletter. Vid ett tillfälle fanns det fem stycken legioner med nummer III: III Augusta, III Gallica, III Italica, III Cyrenaica och III Parthica. Om någon legion utplånades helt under strid, fick dock inte samma nummer förekomma igen. Legionerna och deras soldaters, legionärernas, karaktäristiska utseende är mycket välkända för dagens människor, bland annat genom den tecknade serien Asterix. Förbandens utrustning, beväpning, sammansättning och styrka har dock varierat kraftigt över tiden. (sv)
- A Legião Romana (do Latim legio) era a maior unidade militar do exército romano, contando com mais de 3 000 homens (os legionários) em suas fileiras no início da Era Republicana, chegando posteriormente a ter mais de 5 200 soldados no período do Império, consistido de centúrias como a unidade básica. Até meados do primeiro século da Era Cristã, uma legião era formada pelo somatório de dez coortes (com 500 homens em cada, totalizando 5 000 em armas). Mais tarde, foi mudada para nove coortes de tamanho padrão (com 6 centúrias de 80 homens cada) e uma coorte com o dobro do tamanho (cinco centúrias também maiores, com 160 legionários cada). Durante o período imperial, as legiões eram formadas pela infantaria pesada de elite do exército romano, recrutada exclusivamente entre cidadãos romanos, enquanto o resto do exército era formado pelos chamados auxiliares (que em sua maioria eram não romanos), que forneciam infantaria extra, arqueiros e boa parte da cavalaria. Na segunda metade da Era Imperial, a maior parte do exército romano passou a ser formado por auxiliares. (pt)
- Легіо́н (лат. legio, від lego — «збираю», «набираю») — основна військова організаційна одиниця в армії Стародавнього Риму. Легіон складався з 5—6 тис. (у пізніші періоди — до 8 тис.) піхотинців і декількох сотень вершників. Кожен легіон мав свій номер і назву. За письмовими джерелами, що збереглися, ідентифіковано приблизно 50 різних легіонів. На чолі легіону в період Республіки стояв військовий трибун, в період Імперії — легат. (uk)
- 罗马军团(英語:Roman legion,源自拉丁語:legio,意為軍階)為罗马共和国及罗马帝国时期的正规军队,以其高效的适应性及机动性征服了地中海沿岸地区。 按照古罗马传统,一旦有战争爆发,执政官就需要担负起从合格的公民中临时征集起一支军队的职责。而后,两名执政官中的一个,就需要率领这支主要由志愿者组成的军队开赴战场。 直到前2世纪的最后几年,除了少数特别情况外,罗马大体上仍然在实行这种传统的兵农合一的公民兵制度,所有的士兵都必须符合:必须达到户口调查的第15等级或以上。至少拥有3,000的财产。能够自行购置所属兵种等级对应的武器装备等严格条件。 自蓋烏斯·馬略當選前107年的執政官後,對羅馬進行了一系列軍事改革。馬略的軍事改革對羅馬歷史的發展有着深遠影響。改革擴大了兵源,增強了軍隊戰鬥力,但同時也使軍隊性質逐漸發生變化,為日後的軍閥出現以及軍事獨裁的建立奠定了基礎,馬略一就任,就立即着手開始進行軍事改革。他一反舊制,對已經不符合當時實際情況的做法進行變更,並把之前第二次布匿戰爭期間就已經出現的一些臨時性的,但卻行之有效的應急措施從法律上予以固定。 這些措施包括以募兵制代替徵兵制。馬略放棄了早就難以為繼的財產資格限制,規定凡是自愿且符合條件的羅馬公民,包括無財產者都可以應募入伍。這樣就解決了困擾羅馬多年的因符合服役資格者不足而導致的兵源匱乏問題。而且也延長服役年限,明確軍餉報酬,軍隊能夠進行長期的正規訓練,有利於戰鬥力的提高。馬略規定,士兵一旦入伍,必須服役滿16年。士兵退伍後,還能在被征服地區分得屬於自己的土地或一次性退休金,大多士兵會選擇後者,因為大多分得的土地是比較荒涼遠無人煙的地方。然後在改編羅馬軍團編制,戰鬥隊形則變得更加多樣,作戰的靈活性和指揮效能得到加強,統一武器裝備規格、樣式,而便于軍隊補給。 (zh)
|
rdfs:comment
|
- La legió romana (del llatí legio, 'lleva') era la unitat militar bàsica de la Roma antiga. Consistia en 4.800 soldats d'infanteria i cavalleria, tot i que el nombre podia variar segons l'època o les necessitats concretes del moment. Cada legió tenia un nom i un número. Se n'han identificat cap a 50, tot i que mai n'hi van arribar a haver tantes simultàniament. (ca)
- الفيالق الرومانية هي الجيوش الجرارة التي بنت حضارة روما القديمة سواء أكانت الجمهورية الرومانية أو الإمبراطورية الرومانية.واخرجت الكثير من القناصل والقادة والضباط الأكفاء وأيضا الكثير من الاباطرة ،وساهمت في اتساع الدولة كما في الصورة لتحكم نصف أوروبا وجميع المناطق المحيطة بالبحر المتوسط لتبقى أكثر من 2000 سنة. (ar)
- La legión romana (del latín legio, derivado de legere, recoger, juntar, seleccionar) era la unidad militar de infantería básica de la antigua Roma. Consistía en un cuerpo de infantería pesada de unos cuatro mil doscientos hombres, según el historiador antiguo Polibio, que más tarde alcanzaría entre los cinco mil doscientos y seis mil soldados de infantería y trescientos jinetes para completar un total de entre seis mil y seis mil trescientos efectivos, según cuenta Tito Livio. Las legiones tenían asignado un nombre y un número; se identificaron cerca de cincuenta, pero nunca llegaron a existir tantas en un mismo momento de la historia de Roma. Usualmente había veintiocho legiones con sus auxiliares, y se reclutaban más según las necesidades y la situación en cada momento. (es)
- Is éard a bhí sa léigiún ná an t-aonad is mó a bhí in arm na Róimhe. Is as an bhfocal laidine legio a thagann an focal léigiún agus is as legere(roghnú) na Laidine a thagann an focal legio. (ga)
- The Roman legion (Latin: legiō, [ˈɫɛɡioː]) was the largest military unit of the Roman army, composed of 5,200 infantry and 300 equites (cavalry) in the period of the Roman Republic (509 BC–27 BC) and of 5,600 infantry and 200 auxilia in the period of the Roman Empire (27 BC – AD 476). (en)
- Legiun Romawi adalah istilah yang dapat merujuk kepada seluruh tentara Romawi atau hanya infanteri berat Romawi yang merupakan kekuatan utama dalam militer Romawi pada masa akhir Republik dan awal Kekaisaran. Dalam pengertiannya sebagai infanteri berat, Legiun Romawi terdiri dari pasukan yang disebut legionari dan biasanya disertai dengan pasukan tambahan dari warga non-Roma, kavaleri, dan pasukan penyerang jarak jauh. (in)
- 로마의 군단(라틴어: legio "고르다"를 뜻하는 라틴어 "legere"에서 유래했으며, 징집병을 뜻함[*])은 로마 육군에서 가장 큰 부대 단위이다. (ko)
- Legion albo legia (łac. legio) – podstawowa i największa jednostka taktyczna armii rzymskiej złożona przede wszystkim z ciężkozbrojnej piechoty. Odpowiednik współczesnej dywizji. W pierwszych trzech wiekach imperium armia rzymska liczyła od 25 do 34 legionów. W wyprawach legionów uczestniczyli również kamieniarze, cieśle, inżynierowie i inni rzemieślnicy (jako oddziały pomocnicze). (pl)
- ローマ軍団(ローマぐんだん、古典ラテン語:legio、レギオー)は、古代ローマにおける軍隊(excercitus)のうち陸軍の基本的な編成単位のことである。軍団はローマ市民権を有する者だけで構成されていた。 1つの軍団は、時代によっても異なるが、帝政ローマ時代では1つの軍団は10のコホルス(大隊)から構成され、騎兵200強を含めたおよそ5,000から6,000人の軍団兵がいた。古代ローマ史上を通じて名前や番号をもった通算約50個の軍団が創設されたが、それらの多くが長い歴史の間で全滅・解散されており必ずしも存続しえたわけではなかった。 (ja)
- Легио́н (лат. legio, род. падеж legionis — военный сбор, от lego и legere — собирать) — основная организационная единица в войске Древнего Рима, времён поздней республики и империи. Легион в Древнем Риме состоял из 2000 — 10 000 (в более поздние периоды 4420) пехотинцев и нескольких сотен всадников. Каждый легион имел свой номер и название. По сохранившимся письменным источникам идентифицировано примерно 50 различных легионов, хотя считается, что их число в каждый исторический период не превышало двадцати восьми, но при необходимости оно могло быть увеличено. Во главе легиона в период Республики стоял военный трибун, в период Империи — легат. Позже под таким названием создавались формирования в вооружённых силах многих государств (См. раздел ). (ru)
- Легіо́н (лат. legio, від lego — «збираю», «набираю») — основна військова організаційна одиниця в армії Стародавнього Риму. Легіон складався з 5—6 тис. (у пізніші періоди — до 8 тис.) піхотинців і декількох сотень вершників. Кожен легіон мав свій номер і назву. За письмовими джерелами, що збереглися, ідентифіковано приблизно 50 різних легіонів. На чолі легіону в період Республіки стояв військовий трибун, в період Імперії — легат. (uk)
- Legie (z latinského slova legio „vojenské odvody“, což je odvozeno ze slova legere „vybírat“, „odvádět“, „shromažďovat“) je termín, jenž v širším smyslu označuje celé římské vojsko, případně v užším a běžnějším významu se jedná o základní vojenskou jednotku starověké římské armády. Její příslušníci se nazývali legionáři. Legie byla obvykle doprovázena jedním nebo více oddíly spojeneckých či pomocných sborů (auxilia), které nebyly tvořeny římskými občany a jež doplňovaly legionářskou těžkou pěchotu o jezdectvo, střelecké jednotky a oštěpaře. (cs)
- Η ρωμαϊκή λεγεώνα (από τη λατινική λέξη legio που σημαίνει «επιστράτευση», «στρατολόγηση», από το legere «επιλέγω») ήταν μία μεγάλη μονάδα του ρωμαϊκού στρατού. Επανδρώνονταν αποκλειστικά από Ρωμαίους πολίτες, καθώς, μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ., κάθε Ρωμαίος πολίτης ήταν υποχρεωμένος να υπηρετεί στο ρωμαϊκό στρατό και λάμβανε μισθό για τις υπηρεσίες του. Λόγω αυτής της ιδιαίτερης νομικής τους θέσεως αποτελούσαν τις επιφανέστερες μονάδες. Όταν, μάλιστα επί Τραϊανού ανακαλύφθηκαν δούλοι που είχαν γίνει λεγεωνάριοι, διέταξε ο αυτοκράτωρ να εκτελεσθούν, αν είχαν καταταγεί στο στράτευμα με δική τους πρωτοβουλία. Οπωσδήποτε, σε κρίσιμές εποχές, όπως π.χ. μετά την ήττα του ρωμαϊκού στρατού από τον Αρμίνιο το 9 μ.Χ. στον Τευτοβούργειο δρυμό, στρατολογήθηκαν και δούλοι ακόμη στις λεγεώνες. Τότε, όμως ή (el)
- Legio en la armeo de Romia Imperio (de la latina vorto legere, kiu korespondas ne nur al la esperanta "legi", sed ankaŭ al "elekti" kaj "kolekti") estis memstare aganta armea unuo kun 4000 ĝis 6000 peze armitaj piedirantaj soldatoj, kaj simila nombro da malpeze armitaj helpaj soldatoj (auxiliari). Dum la longa armea historio de la koncepto de legio, do dum la armea historio de la Romia Imperio entute, ŝanĝiĝis la nombro, konsisto kaj armilaro de la soldatoj en legio. La koncepto de la romia imperiestra epoko tre influiĝis de armea reformo, kiu komenciĝis dum la jaro 107 antaŭ Kristo. (eo)
- Eine römische Legion (lateinisch legio, von legere „lesen“ im Sinne von: „auslesen“, „auswählen“) war ein selbstständig operierender militärischer Großverband im Römischen Reich, der meist aus 3000 bis 6000 Soldaten schwerer Infanterie und einer kleinen Abteilung Legionsreiterei mit etwa 120 Mann bestand. Als Faktor für den Erfolg der römischen Legionen werden neben überlegener Ausrüstung und dem geschlossenen Einsatz in Gefechtsformationen die intensive Ausbildung und Disziplin im Gefecht, aber auch taktische Flexibilität gesehen. Sie bildete damit einen wesentlichen Faktor für die Expansion des Römischen Reiches. Für die Sicherung des Weltreiches auf drei Kontinenten waren in der Blütezeit des Reiches in der Römischen Kaiserzeit etwa 25 bis 30 Legionen ausreichend, die über Marschstraßen (de)
- Erromatar legioa (latinezko legiotik, legere hitzetik eratorria, bildu, elkartu edo hautatu esan nahi duena), Antzinako Erromako oinarrizko infanteria unitate militarra zen. 4200 soldaduko infanteria astun gorputz bat zen Polibio historialariaren arabera, beranduago 5200 eta 6000 arteko infanteria soldaduetara eta 300 zaldizkotara iritsiko zena orotara 6.000 eta 6.300 soldadu arteko kopurua osatuz Tito Liviok dioenez. Legioek izen bat eta zenbaki bat jasotzen zuten; 50 inguru identifikatu dira, baina sekula ez ziren horrenbeste egon aldi berean Erromaren historian. Ohi 28 legio zeuden euren laguntzaileekin, eta gehiago biltzen ziren une bakoitzeko behar eta egoeraren arabera. (eu)
- La légion — legio, du verbe legere, « lever (une troupe) » — est l'unité de base de l'armée romaine de l'époque de la Rome antique jusqu'à la fin de l'Empire romain. Durant douze siècles (de 753 avant notre ère à 476 de notre ère), les effectifs et la composition des légions romaines ont beaucoup varié. Ces modifications ne concernent pas que les légions composées de légionnaires mais également les auxiliaires, les cohortes prétoriennes, les cohortes urbaines et la marine romaine. (fr)
- La legione romana (dal latino legio, derivato del verbo legere, "raccogliere assieme", che all'inizio indicava l'intero esercito) era l'unità militare di base dell'esercito romano. Nacque dalla trasformazione dell'esercito alto-repubblicano dal modello falangitico a quello manipolare nel IV secolo a.C. L'esercito romano passò così dall'impiego del clipeus e dell'hasta all'utilizzo dello scutum, del pilum e del gladius, che divennero le armi fondamentali dei legionari romani, conformi del tutto al tipo di utilizzo imposto dalla tattica bellica romana. (it)
- Het Romeinse legioen (Latijns legio, van legere = verzamelen) was de militaire basiseenheid in het Romeinse leger. De eenheid bestond uit circa 5000 tot 6000 (later 8000) infanteriesoldaten en meerdere honderden manschappen ondersteunende cavalerie, boogschutters, en lichte infanterie in de rol van verkenner. Legioenen hadden een naam en een nummer; ongeveer 50 zijn er bekend. Normaal gesproken waren er circa 30 plus hun hulptroepen in actieve dienst, uitbreidbaar indien nodig en mogelijk. (nl)
- A Legião Romana (do Latim legio) era a maior unidade militar do exército romano, contando com mais de 3 000 homens (os legionários) em suas fileiras no início da Era Republicana, chegando posteriormente a ter mais de 5 200 soldados no período do Império, consistido de centúrias como a unidade básica. Até meados do primeiro século da Era Cristã, uma legião era formada pelo somatório de dez coortes (com 500 homens em cada, totalizando 5 000 em armas). Mais tarde, foi mudada para nove coortes de tamanho padrão (com 6 centúrias de 80 homens cada) e uma coorte com o dobro do tamanho (cinco centúrias também maiores, com 160 legionários cada). (pt)
- Den romerska militärens högsta taktiska organisationsnivå utgjordes av legionen. Sammanlagt har över 50 olika legioner identifierats, men som mest förekom omkring 30 vid ett och samma tillfälle. Varje legion hade ett namn och ett nummer, men numreringen utesluter inte dubbletter. Vid ett tillfälle fanns det fem stycken legioner med nummer III: III Augusta, III Gallica, III Italica, III Cyrenaica och III Parthica. Om någon legion utplånades helt under strid, fick dock inte samma nummer förekomma igen. (sv)
- 罗马军团(英語:Roman legion,源自拉丁語:legio,意為軍階)為罗马共和国及罗马帝国时期的正规军队,以其高效的适应性及机动性征服了地中海沿岸地区。 按照古罗马传统,一旦有战争爆发,执政官就需要担负起从合格的公民中临时征集起一支军队的职责。而后,两名执政官中的一个,就需要率领这支主要由志愿者组成的军队开赴战场。 直到前2世纪的最后几年,除了少数特别情况外,罗马大体上仍然在实行这种传统的兵农合一的公民兵制度,所有的士兵都必须符合:必须达到户口调查的第15等级或以上。至少拥有3,000的财产。能够自行购置所属兵种等级对应的武器装备等严格条件。 自蓋烏斯·馬略當選前107年的執政官後,對羅馬進行了一系列軍事改革。馬略的軍事改革對羅馬歷史的發展有着深遠影響。改革擴大了兵源,增強了軍隊戰鬥力,但同時也使軍隊性質逐漸發生變化,為日後的軍閥出現以及軍事獨裁的建立奠定了基礎,馬略一就任,就立即着手開始進行軍事改革。他一反舊制,對已經不符合當時實際情況的做法進行變更,並把之前第二次布匿戰爭期間就已經出現的一些臨時性的,但卻行之有效的應急措施從法律上予以固定。 (zh)
|