Nothing Special   »   [go: up one dir, main page]

Showing posts with label inRock. Show all posts
Showing posts with label inRock. Show all posts

september 18th - *flats

september 18th - *flats
UK:*/ˈflæt/US:/flæt/ ,(flat)

track: dream syndicate : my old haunts 

 
••
These streets are paved with stories Of faded hopes and glories No sleepless nights, no worries 
let's take a walk to my old haunts

μερικά μέρη, γεννιούνται κακά




[:twenty_one_years]

προσπαθώ να θυμηθώ πράγματα/καταστάσεις/οτιδήποτε, από κείνη τη χρονια
μα δεν καταφέρνω τίποτα. 
και καταβάλω προσπάθεια-όχι αστεία
και τίποτα!
προσπαθώ να ανασύρω εικόνες και πάλι τίποτα
μόνο μιά λευκή ομίχλη(;) ή κάτι που μοιάζει μέ τέτοια τέλος πάντων
από την άλλη πάλι, βλέποντας την παραπάνω σελίδα από το inRock
και γενικότερα ολόκληρο το τεύχος, 
αλλά και κάποια άλλα τεύχη,
εκείνες οι εποχές δε φαντάζουν και τόσο μακριά.
νομίζω πως "έτσι" να κάνω το χέρι μου θα τις πιάσω.
όμως όχι.!
όσο και να μοιάζουν έτσι, δεν υπάρχει τίποτα
ή αν θέλες,
δεν υπάρχει κάτι που να τις συνδέει με το σήμερα
μόνο μια λευκή ομίχλη
ή κάτι
που μοιζει με λευκή ομίχλη, μεσολαβει
και δεν υπάρχει τίποτα να καλύψει,
ούτε καν εικόνες

 
ΥΓ: καλά ξεμπερδέματα με τίς γιορτές

[ink_on_fingers]

μία κάθετη φωτογραφία
κάτι πού μάλλον δέ συνηθίζω
δέ γαμιέται όμως

συνεχίζουμε...
θυμάται μήπως κανένας που είχαμε μείνει;
όχι αλλά καί νά θυμόταν
σιγά μήν έμπαινε στη διαδικασία να
το αναφέρει ή να ασχοληθεί μαζί του.
για ακούστε κάτι:
(αργύρη, εσύ όxι)
ακούστατε;
μπά, ε;
καλά...
συνεχίζω..
πολλά πράγματα στή διάρκεια 
τής πορείας μας
σε αυτόν τόν κόσμο μπορούν
να μας προκαλέσουν ανάμικτα
συναισθήματα,
είτε λυτρωτικά, είτε αγχωτικά.
σκεφτείτε (βάζω δύσκολα, ε;)
τί ανακατατάξεις μπορούν να φέρουν στή ζωή μας
τα ημερολόγια, οι παλιές φωτογραφίες ή 
οι φωτογραφίες γενικά, τα τρένα (ποιά;)
τά παράθυρα μέ θέα στά όνειρα,
μιά κουβέντα γιά ποίηση 
(μέχρι να 'ρθει ο άκυρος κι όλα
νά πάνε περίπατο) 
και για 
αταίριαστες μουσικές 
μιάς καί τό 'φερε η κουβέντα
άκου κί αυτό:
(αργύρη, τόλμα καί σύ)

ΜΩΡΑ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ - ΥΠΟΒΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΑΤΡΙΝΟΙ, ΜΕΡΟΣ Β

(συνέχεια από το προηγούμενο)
...επίσης μερικές χιλιάδες χρόνια πριν...




Το απόγευμα της Μεγάλης Τετάρτης του '99, ο Γιώργος Παπαϊωάννου
αφηγείται στη Ν. Μανδάλτση, ιστορίες παλιές από την εποχή που
Τα Μωρά Στη Φωτιά αγωνίζονταν να εδραιωθούν στο μουσικό
στρέωμα της χώρας μας.
Τη συνέχεια, μπορείτε να τη διαβάσετε σκαναρισμένη παρακάτω




μωρά στη φωτιά - κάτω στην πόλη CD RIP
μωρά στη φωτιά - Third Uncle (Brian Eno) CD RIP
Brian Eno - Third Uncle
EDIT:
Οι παραπάνω εικόνες σε PDF

μνήμες aka memories

Οι κρύσταλλοι του πάγου είχαν πάρει τους χρωματισμούς του
αλκοόλ που είχε ήδη αρχίζει να φλερτάρει με τον πάτο του
ποτηριού. Οι νότες του τραγουδιού που ακούγονταν απ' τα
ξεχαρβαλωμένα ηχεία έβγαιναν κι αυτές ζαλισμένες, κάνοντάς τον
να νοιώθει ακόμα χειρότερα.
- "Τι ώρα πήγε;" Κατάφερε να ξεστομίσει.
- "Ξημερώματα. Κλείνουμε..."
Η προσπάθεια που έκανε για να σηκωθεί απ' το ασταθές σκαμπώ -το
ζέσταινε με τον πισινό του δω και 3μισι ώρες- ήταν ίδια με τους πόνους μιας
ετοιμόγεννης
Έξω έβρεχε ακατάπαυστα και τα παλιά του AllStar, σκισμένα σε διάφορες
μεριές, σε συνδυασμό με τον τρικλίζοντα βηματισμό του, γέμισαν νερά και
λάσπες.
- "Διάβολε!"
Το κλειδί στην πόρτα ήχησε στ' αυτιά του σαν κανονιά του πυροβολικού των
Νοτίων στον εμφύλιο. Οι σκουριασμένοι μεντεσέδες της πόρτας έσκουξαν.
Η ανάσα του βρωμούσε σαν αποστακτήριο Παράτησε το κορμί του,
ντυμένο ακόμα με τα βρεγμένα ρούχα, στο επικλινές κρεββάτι -αποτέλεσμα
της φυσικής κατάστασης που είχε κάποτε στο σεξ- και ξεκίνησε για ένα
ταξίδι στον κόσμο των ονείρων.
Καθότανε, λέει, κάτω από ένα δέντρο με παχιά σκιά κι ανάμεσα στα γόνατα
είχε μια τεράστια, γυάλινη νταμιτζάνα με αλκοόλ, απ' όπου έπινε ασταμάτητα.
Δίπλα του ένα μικρότερο μπουκάλι, εφεδρεία. Στο άλλοτε στεγνό και
ρυτιδιασμένο πρόσωπό του είχε ζωγραφιστεί ένα ανοιχτό χαμόγελο και τ'
αυτιά του δεν έμπαιναν καν στον κόπο να απολαύσουν τους ήχους της
φύσης, παρά μόνο τον ήχο που έκανε το ανεβοκατέβασμα του λάρυγγά του
και τα κυμματάκια του αλκοόλ στο βάθος του μπουκαλιού.
Πετάχτηκε πάνω ιδρωμένος με κίνδυνο να γκρεμοτσακιστεί απ' το
επικλινές του κρεβάτι.
"Αδιόρθωτος είμαι" ψιθύρισε κι άλλαξε πλευρό....
(inRock)


Richie Havens - Going Back to My Roots (Groove Armada South Mix)
Bill Wolfer - Papa Was A Rollin' Stone
Nacho Sotomayor - Sunrise (Evening mix)
Miike Snow Silvia


k.

ΜΩΡΑ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ - ΥΠΟΒΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΑΤΡΙΝΟΙ

...από το βιβλίο της Νάνσυς Μανδάλτση με τον ίδιο τίτλο

"Ο καπνός από τις καμινάδες υψώνεται ανεμπόδιστα στο
χειμωνιάτικο ουρανό, έχοντας για φόντο σπίτια καλλυμένα από
σιωπή και χιόνι. Την εποχή που σχεδόν ολάκερο το φυσικό τοπίο
βρίσκεται να βιώνει τον απαραίτητο για την ανάπτυξή του
χειμερινό λήθαργο, τρεις φίλοι καταφέρνουν με τον καλύτερο
δυνατό τρόπο να αντισταθούν στη φαινομενικά ατέλειωτη
ανία που παρέχει ο χειμώνας, στους νέους της επαρχίας
και όχι μόνο"

Αφορμή για αυτό το ποστ, ήταν ένα βίντεο που είδα αναρτημένο στο blog του DREdd. Όπως έχω ξαναπεί, μια μουσική κι ένα άρωμα σε μεταφέρουν με ασύλληπτες ταχύτητες πίσω -πάντα- στο χρόνο!!!







*
Η φωλιά του κούκου και
Το Παυσίπονο, εδώ

http://www.myspace.com/babyrecs
http://www.myspace.com/mwrasthfwtia

μνήμες aka memories | editorial

Όλοι μας έχουμε δει από κοντά τη "μηχανή". Λίγοι έχουμε συνειδητοποιήσει τη χρησιμότητά της. Η τέλεια και συνεχής λειτουργία της έχει σαν κυριότερο καύσιμο την αυταπάρνηση. Στις μέρες μας δεν υπάρχουν πολλά τέτοια πρατήρια για τροφοδοσία.
Η συγκεκριμένη μηχανή ξυπνούσε κάθε πρωΐ, μερικές φορές και αργίες, πατούσε το διακόπτη της ON/OFF και ξεκινούσε τη μέρα της, έχοντας καταγεγραμμένο στο σκληρό της δίσκο το ωράριο αγοράς καταστημάτων. Κάθε πρωΐ άνοιγε τα στόρια με τους βραχίονές της, συμμάζευε τα ράφια κι έτρεχε να τακτοποιήσει τα εμπορεύματα και τα τιμολόγια. Όλες οι υπόλοιπες μηχανές των γύρω καταστημάτων εκτιμούσαν ιδιαίτερα τη τη συγκεκριμένη μηχανή και απορούσαν πως δεν εξαντλούνται ποτέ οι συσσωρευτές της.
Κατά το βράδυ βέβαια τα λαμπάκια με την ένδειξη PEAK άρχιζαν να κοκκινίζουν. Τότε μόνο η μηχανή έβγαινε από την πρίζα και ξεκούραζε τα κυκλώματά της.
Πέρασαν κάμποσα χρόνια έτσι, μέχρι που μια μέρα, εντελώς απροειδοποίητα, βραχυκύκλωσε. Μεταφέρθηκε εσπευσμένα στην αντιπροσωπεία όπου οι τεχνικοί διαπίστωσαν βλάβη. Για πολύ καιρό δεν είχε γίνει service. Οι ενδείξεις έφτασαν στο μηδέν. Ο ιμάντας χαλάρωσε και τα φίλτρα μπούκωσαν.
Με ιδιαίτερη φροντίδα οι τεχνικοί έκαναν μια επισταμένη επισκευή και συνέστησαν σαφώς λιγότερες ώρες λειτουργίας, με συστηματική συντήρηση.
Αυτή η ιστορία έχει τέλος καλό κι όλα καλά. Θα μπορούσε όμως και να μην έχει. Θα μπορούσε αυτή η μηχανή να μπει στη διαδικασία απόσυρσης. Το νου σας λοιπόν, ώστε οι μηχανές που συγκροτούν το νοικοκυριό σας να δουλεύουν σε χαλαρούς ρυθμούς και να συντηρούνται σωστά.
Να προλάβετε στο κάτω - κάτω να εξοφλήσετε τα γραμμάτια αγοράς...

editorial από το funzine in Rock Απρίλης του '99 # 78

μνήμες aka memories | επιστροφή

Περάσανε την είσοδο της πόλης όταν ήταν πλέον βράδυ για τα καλά. Ταξίδι πέντε ωρών με αλλαγή ενδιάμεση, σε μεταφορικό μέσο. Τη στιγμή που κατεβήκανε από το λεωφορείο ένα κενό κατέλαβε το στομάχι τους. Δυόμιση χρόνια μετά... θα μας υποδεχθούν, απλά θα μας δεχθούν ή θα μας δουν σαν ξένους πλέον; Σ' αυτή την παραλιακή πόλη επαρχίας πέρασαν δύο από τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους. Χρόνια δύσκολα αλλά και ευχάριστα, βουτηγμένα -χωρίς μάσκα και αναπνευστήρα- στις εμπειρίες. Οι παρέες των φοιτητών που γνώρισαν ήταν όλοι πτυχιούχοι και φευγάτοι στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Οι περισσότεροι ντόπιοι διάλεξαν τον δρόμο της φυγής από τα "κάγκελα" της ακριτικής πόλης. Η αλήθεια είναι ότι και τους δύο προηγούμενους χειμώνες έκαναν προσπάθεια να γυρίσουν, όμως τα χιόνια και οι απεργίες τους το απαγόρευσαν.
Ήταν κάτι σαν ένα γραμμάτιο που έπρεπε να εξοφληθεί, μια οφειλή στον εαυτό τους και σε αυτούς που τους αγκάλιασαν, τόσα χιλιόμετρα μακριά από τα σπίτια τους. Δεν είχε αλλάξει σχεδόν τίποτα.


Περπατώντας τα σοκάκια οι αναμνήσεις έρχονταν καρέ - καρέ μπροστά από τα μάτια τους. Σε κάθε γωνία που έστριβαν ήταν έτοιμοι να δουν κάποιο παλιό γνωστό. Αυτή η ανάμεικτη θέληση - αγωνία τους έκανε να ξεχάσουν τελείως το βάρος που είχαν οι βαλίτσες τους.
Ξεφόρτωσαν τα περιττά βάρη σε ένα ξενοδοχείο χτισμένο και διατηρημένο από το 1920. Δέκα λεπτά αργότερα, ένα τηλεφώνημα, χαμόγελα και ανυπομονησία από την άλλη γραμμή. Τα πρώτα κρασιά ανοίγουν, σιγά σιγά οι εναπομείναντες μαζεύονται -σαν να ήταν χθες- ο καθένας κουβαλάει τα δικά του κενά δυόμιση χρόνων.
Δεν υπάρχει διάθεση να φανούν, ουσιαστικά λοιπόν δεν υπάρχουν. τρεις μέρες είναι τόσο λίγες για να προλάβεις να τους αγγίξεις, μα τόσο πολλές για να αποτιναχθεί αυτό το συνειδησιακό βάρος και να τιθασευτεί αυτή η λαχτάρα για μια βόλτα στην παραλιακή οδό το σούρουπο.
Η επιστροφή δε μπορούσε να γίνει κάτω από άλλες συνθήκες. Πολύ ζαλισμένοι από το ποτό για να μουδιάσει το μυαλό. Οι βαλίτσες, μολύβι αυτή τη φορά. Οι τρεις μέρες διάρκεσαν όσο και τα δύο χρόνια. Το λεωφορείο βόγγηξε στις στροφές του υψώματος καθώς τα τελευταία φώτα μόλις που τα διέκρινες.
Τα βλέφαρα βάρυναν απότομα. Δεν θυμόταν άλλη φορά ένα κεφάλαιο να κλείνει με τα βλέφαρα...
Οι πορείες αυτές......


[:de/composition]

[...] δεν υπάρχει τίποτα πιο καταθλιπτικό
από τη θέα
ενός εγκαταλειμμένου
παραθεριστικού κέντρου
στο τέλος του καλοκαιριού [...]

... το σκηνικό της εγκατάλειψης φέρνει την ταυτόχρονη απομόνωση....
 
[...] βρίσκομαι στην παραλία.
Υπάρχουν άδειες καρέκλες,

σε μια απ’ αυτές κάθομαι και αγναντεύω,
τις υπόλοιπες
δεν υπάρχει κανείς πια
για να τις γεμίσει [...]




[...] έχει περάσει κάμποση ώρα από τη δύση του ηλίου 
κι αρχίζει σιγά σιγά να νυχτώνει [...]



[...] ένας φίλος βιάστηκε να φύγει χωρίς να με χαιρετήσει.
Μπορεί (?) και να έψαξε να με βρει.
Είναι βαριά η μοναξιά της μεγαλούπολης...
βαρύτερη κι από τη μοναξιά της επαρχίας το Χειμώνα....
Σε κάνει να νιώθεις εξόριστος...
Αύριο, φεύγω κι εγώ…… [...]


stereo nova - το ταξιδι της φαλαινας

ΥΓ. το πόστ αυτό ήταν έτοιμο από καιρό,
απλά το ανέβασα σήμερα
inrock