aire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
aire | aires |
aire (fr) θηλυκό
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαaire (es) αρσενικό (πληθυντικός aires)
- αέρας, άνεμος
- Buenos Aires - Μπουένος Άιρες (η πόλη των Καλών Ανέμων) (πρωτεύουσα της Αργεντινής)