congress
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
congress | congresses |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]congress (en)
- το συνέδριο, επίσημη συνάντηση
- ομοσπονδία οργανώσεων με κοινούς στόχους
- το κογκρέσο των ΗΠΑ