hardi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
- hardi < παλαιά γαλλική hardi
Προφορά
Επίθετο
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hardi | hardis |
θηλυκό | hardie | hardies |
hardi (fr)
Επιφώνημα
hardi (fr)
- άντε! εμπρός! (επιφώνημα για ενθάρρυνση)
Εσπεράντο (eo)
Ετυμολογία
Ρήμα
ρήμα hardi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | hardas | hardanta | hardata |
αόριστος | hardis | hardinta | hardita |
μέλλοντας | hardos | hardonta | hardota |
υποθετική | hardus | - | - |
προστακτική | hardu | - | - |
hardi (eo)