Nothing Special   »   [go: up one dir, main page]

Academia.eduAcademia.edu

Ταξίδια της θεωρίας στις πόλεις: ποικιλότητα, κοινωνική δικαιοσύνη και αστική μεταβολή

2015, Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας

Βασίλης Αράπογλου ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ: ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ Στο άρθρο αυτό γίνεται μια σύντομη επισκόπηση της διαμόρφω­ σης των αφομοιωτικών, πολιτικο-οικονομικών και κριτικών πολυπολιτισμικών προσεγγίσεων που συνδέουν την ποικιλότητα με το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Η ιστορική επισκόπηση επικεντρώνεται στις διαδρομές που ακο­ λούθησαν οι έννοιες του ‘ξένου’ και του ‘δικαιώματος στην πόλη’ και αναδεικνύει τις διαδικασίες μετάδοσης της γνώσης, οι οποίες συχνά αγνοούνται στις συζητήσεις για τις πόλεις-παραδείγματα. Στη συνέχεια, το άρθρο επισημαίνει το πώς οι πόλεις της Μεσο­ γείου και, ειδικότερα, η Αθήνα μπορούν να συμβάλουν στη δια­ μόρφωση μιας σχεσιακής αντίληψης της ποικιλότητας που θα προ­ άγει τον μετασχηματισμό της πόλης. * Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστη­ μίου Κρήτης <arapov@uoc.gr>. Το κείμενο αυτό εμπλουτίζει τις θέσεις που έχουν διατυπωθεί στην εισαγωγή μιας ειδικής έκδοσης για την ποι­ κιλότητα, στο περιοδικό European Urban and Regional Studies' βλ. Arapoglou (2012). 152 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ 1. Εισαγωγή: από τη θεωρία στις σύγχρονες αστικές πολίτικες ΜΟΙΑΖΕΙ θεωρητικά παρωχημένο και πολιτικά άκαιρο το να ασχοληθεί κάποιος με τη συζήτηση για την ποικιλότητα όταν γύρω μας εξαπλώνονται ραγδαία τα κρούσματα ρατσιστικής βίας και η ακροδεξιά ρητορεία βρίσκει απήχηση στο δημόσιο ακροα­ τήριο. Κι αυτό γιατί η εξάπλωση της βίας φαίνεται ότι αχρη­ στεύει τα θεωρητικά σχήματα και τα ιδεολογικά ρεύματα που υποστήριξαν τις πολυπολιτισμικές πολιτικές. Η έκρηξη της βίας θα μπορούσε να προσθέσει ένα ακόμη επιχείρημα σε όσους υπο­ στηρίζουν ότι η ιδέα της πολυπολιτισμικότητας απέτυχε. Στην περίπτωση όμως αυτή η βία θα είχε πετύχει τον σκοπό της. Κατά έναν παράδοξο τρόπο, η θανάτωση της ιδέας της πολυπολιτισμικότητας θα αποτελούσε το συμβολικό ισοδύναμο της φυσικής απόπειρας εξολόθρευσης του ξένου. Επιπλέον, με τη διακοπή της συζήτησης θα εξαφανίζονταν και οι όποιες επιστη­ μολογικές ή ιδεολογικές διαφορές στην εννοιολόγηση της ποι­ κιλότητας —το αποκορύφωμα της διαδικασίας καταστροφής της σκέψης. Μιας διαδικασίας καταστροφής που θα είχε όμως αφε­ τηρία την ασφυκτική λογική του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου. Στον αντίποδα, θα μπορούσε κάποιος να ακολουθήσει τη ζω­ τική διαδικασία των συνδέσεων, τα ταξίδια της σκέψης. Αν στην επικράτηση της βίας και στην απουσία νοήματος συμβάλλει η κατάρρευση των ιδανικών που προσανατολίζουν την κοινωνική δράση, τότε τα ταξίδια της σκέψης στην αναζήτηση νέων ιδα­ νικών είναι σήμερα περισσότερο απαραίτητα από ποτέ. Τα θεω­ ρητικά ταξίδια θα μπορούσαν να αγγίξουν εκείνη τη χορδή του δημόσιου αισθήματος για την αποκατάσταση του δικαίου που φαίνεται να έχει τραυματιστεί. Από πρακτική πολιτική άποψη, επίσης, θα μπορούσαν να ανοίξουν διαδρομές εναλλακτικές ως προς αυτές που ακολουθεί η μετάδοση του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Η ποικιλότητα είναι ένα ισχυρό και, ωστόσο, αφηρημένο ιδα­ νικό για την αστική ανάπτυξη και τον σχεδίασμά, όπως φαίνε­ ται καλύτερα στα κλασικά κείμενα της Iris Marion Young (1990, ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 153 2002, 2006) σχετικά με τη μη καταπιεστική πόλη και την πα­ γκόσμια δικαιοσύνη. Δεν αποτελεί πρωτοτυπία το γεγονός ότι η Young αναζήτησε το δημοκρατικό πολιτικό ιδεώδες στην αντι­ παράθεση πόλης-κοινότητας, αποτελεί όμως σημαντική θεωρη­ τική συμβολή το ότι, με αφετηρία την αναγνώριση της ‘αναφομοίωτης ετερότητας’ στη ζωή της πόλης, η ίδια η πολιτική θεμελιώνεται στο έργο της ως ‘σχέση μεταξύ ξένων’. Σχολιά­ ζοντας το έργο της Young, η Fainstein (2005) επισήμανε ότι το ζήτημα της ποικιλότητας πρέπει να εγγράφεται σε μια ανα­ ζήτηση για τη ‘δίκαιη πόλη’ που θα συνδέει την πολιτισμική ανάλυση με την πολιτική οικονομία. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι πολιτικές για την προώ­ θηση της ποικιλότητας εμφανίστηκαν ως λύση στον κίνδυνο της γκετοποίησης, παρότι συχνά τα εμπειρικά δεδομένα δεν επι­ βεβαίωναν τη δημόσια ανησυχία για την αύξηση του κοινωνι­ κού διαχωρισμού και την απομόνωση των μεταναστών από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Η αύξηση της εθνικής και κοινωνικής ανά­ μειξης στις γειτονιές θεωρήθηκε ως το κύριο μέσο για την έντα­ ξη των μειονοτικών ομάδων και την υποδοχή των νέων μετα­ ναστών. Οι πολιτικές των ευρωπαϊκών χωρών στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στη λογική παλαιότερων αμερικανικών προσπα­ θειών για την αντιμετώπιση του χωρικού διαχωρισμού που έδι­ ναν προτεραιότητα στη ‘μετακίνηση ανθρώπων’ έναντι της ‘με­ τακίνησης πόρων’. Ουσιαστικά, δηλαδή, οι πολιτικές αυτές δεν είχαν αναδιανεμητικό στόχο και περιεχόμενο. Η διασπορά των μειονοτήτων μέσω προγραμμάτων κινητικότητας και μεταστέγασης, η κατανομή κοινωνικών κατοικιών σε διαφορετικής προ­ έλευσης μεταναστευτικές ομάδες με βάση ποσοστώσεις και η ανάμειξη της ιδιόκτητης, ενοικιαζόμενης και επιδοτούμενης κα­ τοικίας, είχαν περιορισμένη επιτυχία, δεδομένου ότι δεν αντι­ μετώπισαν τις διαρθρωτικές πηγές της ανισότητας.1 Η πολιτική πεποίθηση ότι η προώθηση των μικτών γειτο­ νιών είναι πανάκεια για την κοινωνική συνοχή θα πρέπει να αντι­ μετωπίζεται με προσοχή, δεδομένου ότι οι πορείες ένταξης εξάρ­ ι. Για κριτική για πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, βλ. Bolt 2009. 154 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ τώνται τόσο από τη μεταβαλλόμενη δημογραφία της μετανά­ στευσης όσο και από τις θεσμικές αντιδράσεις και τις στάσεις του πληθυσμού της κοινωνίας υποδοχής. Επιπλέον, η πεποίθηση αυτή παραβλέπει τον κοινό τόπο στην αστική κοινωνιολογία ότι οι συγκεντρώσεις ευπαθών πληθυσμιακών ομάδων λειτουργούν ως ασπίδα προστασίας έναντι ενός εχθρικού περιβάλλοντος και θεσμικών εκδηλώσεων του ρατσισμού. Από τη μια πλευρά, η δημόσια ανησυχία για τη γκετο­ ποίηση, την ασφάλεια, τις εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρού­ σεις και την αύξηση της εγκληματικότητας βρήκαν έκφραση στη στροφή από τις ‘πολυπολιτισμικές’ σε ‘αφομοιωτικές’ - ‘κοι­ νοτικές' παρεμβάσεις.2 Από την άλλη πλευρά, διαπιστώνεται η διόγκωση της φι­ λολογίας γύρω από τον πολλαπλασιασμό των διεθνικών κοινω­ νικών χώρων και αποκτούν έρεισμα οι προτάσεις για αλλαγές στις μεταναστευτικές πολιτικές με τη διευκόλυνση της άσκη­ σης της ιδιότητας του πολίτη σε πολλαπλές γεωγραφικές κλί­ μακες (Castles 2005, Faist 2009, Leitner & Erkamp 2006, Sassen 2005). Ο λόγος για την ‘ποικιλότητα’ σε πολλές ευρωπαϊκές πό­ λεις αντικατέστησε τον λόγο της ‘πολυπολιτισμικότητας’ και σηματοδότησε μια θεωρητική και πολιτική ρευστότητα (Vertovec & Wessendorf 2010). Η ποικιλότητα άλλοτε συνδέεται με μια φιλελεύθερη και εξατομικευμένη πολυπολιτισμική προσέγ­ γιση που απορρίπτει τη συλλογική έκφραση της διαφορετικό­ τητας και αναθέτει τη διαχείρισή της σε ειδικούς θεσμούς (Faist 2009, Vertovec & Wessendorf 2010) και άλλοτε συγκαλύπτει την επαναφορά αφομοιωτικών αντιλήψεων (Back et al. 2002). Ταυ­ τόχρονα, όμως, η σύγχρονη έρευνα αμφισβητεί τη γενικευμένη υποχώρηση της πολυπολιτισμικότητας στις πόλεις και διερευνά τις επιπτώσεις του πειραματισμού με νέες ιδέες και πολιτικές που προάγουν τον διαπολιτισμικό διάλογο. Παραμένει βασικό ερώτημα της έρευνας και της πολιτικής ποια είναι τα διορθω­ τικά μέτρα που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις αδυναμίες των παλαιότερων πολυπολιτισμικών προσεγγίσεων (όπως είναι 2. Για μια διεθνή συζήτηση, βλ. Vertovec & Wessendorf 2010. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 155 η πραγμοποίηση των πολιτισμικών ταυτοτήτων και η εδραίωση εθνοτικών ή θρησκευτικών ελίτ), χωρίς να υπονομεύσουν πολύ­ τιμες μορφές συμμετοχής και συλλογικής πολιτισμικής έκφρασης. Στο κείμενο αυτό αντιπαρατίθεται η θεωρητικοποίηση της σύγχρονης αθηναϊκής εμπειρίας με σημαντικές σχολές και κεί­ μενα ιδιαίτερης επιρροής στις αστικές σπουδές. Αντί να ανατρέ­ ξουμε σε ένα άκαμπτο πλαίσιο, επιχειρείται ο φωτισμός του τρό­ που με τον οποίο οι ιδέες της ποικιλότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης επαναδιατυπώνονται κάθε φορά που μεταφέρονται σε διαφορετικά πλαίσια. Οι διαφορετικές αναπαραστάσεις και εννοιολογήσεις της ποικιλότητας είναι στενά συνδεδεμένες με τις διαφορετικές θεω­ ρίες για τον αστικό τρόπο ζωής. Ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους διαφορές, όλες οι θεωρίες συμφωνούν στο ότι η ποικιλό­ τητα αποτελεί το ιδιαίτερο συστατικό της αστικής κουλτούρας. Ωστόσο, η επικράτηση ‘πόλεων παραδειγμάτων’ στη συγκρι­ τική έρευνα οδηγεί συχνά σε ανιστόρητες γενικεύσεις για τους παράγοντες που καθιστούν την ποικιλότητα βασικό γνώρισμα της αστικής ζωής. Η πρόταση του Said (1983, 1994), ότι οι θεω­ ρίες και οι σχολές της σκέψης ταξιδεύουν όπως και οι άνθρω­ ποι, θα μπορούσε να διευκολύνει την καταγραφή των διαδρομών με τις οποίες οι θεωρίες για την ποικιλότητα μετασχηματίζο­ νται ταξιδεύοντας από πόλη σε πόλη. Δεν θα ήταν παράδοξο να γίνει ένας παραλληλισμός της μετανάστευσης των ανθρώπων, της προέλευσης και της εγκατάστασή τους σε νέες περιοχές με το ταξίδι των ιδεών που αφορούν ακριβώς τις διεργασίες και τις επιπτώσεις της ανθρώπινης μετανάστευσης στην αστική ζωή. Ένας ικανοποιητικός απολογισμός της θεωρητικής μετάδο­ σης θα ήταν αδύνατος εδώ' αξίζει ωστόσο να τονιστούν ορισμέ­ νες από τις βασικές πτυχές του. Παρουσιάζονται, πρώτον, οι κοι­ νές πηγές που υπάρχουν σε σημαντικά κείμενα της αστικής θεω­ ρίας οι οποίες, συχνά, δεν δηλώνονται ρητά στην προσπάθεια να προβληθούν τα χαρακτηριστικά μιας πόλης που την καθιστούν θεωρητικό υπόδειγμα. Για παράδειγμα, η εξέλιξη ιδιαίτερων αφο­ μοιωτικών και πολυπολιτισμικών προσεγγίσεων σε πόλεις όπως το Σικάγο ή το Λος Άντζελες δεν μπορεί να αποδοθεί με ακρί­ 156 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ βεια, χωρίς να αναφερθεί πως η γαλλική και η γερμανική κοι­ νωνιολογική παράδοση προσαρμόστηκαν στο αμερικανικό πλαί­ σιο. Δεύτερον, παρουσιάζεται ο μετασχηματισμός των μοντέλων της ‘αστικής οικολογίας’ και της ‘διπλής πόλης’ στις ΗΠΑ και την Ευρώπη για να τεκμηριωθεί ότι η κριτική στις κυρίαρχες αναπαραστάσεις της ποικιλότητας αποτελεί ζωτικό μέρος της παραγωγής της γνώσης για την αστική ζωή. Τρίτον, σκιαγραφούνται σημαντικές διαδρομές των πολυταξιδεμένων εννοιών του ‘ξένου’ και του ‘δικαιώματος στην πόλη’ προκειμένου να αναδειχθεί πώς η θεωρητικοποίηση των ανισοτήτων και των μορ­ φών αλληλεγγύης στην καθημερινή ζωή των μεσογειακών πό­ λεων έχει συμβάλει στη σχεσιακή κατανόηση της εμπειρίας της μετανάστευσης και στον διεθνή προβληματισμό για το περιε­ χόμενο της δίκαιης πόλης. 2. Θεωρίες για την ποικιλότητα στις πόλεις των ΗΠΑ Σικάγο: το χωνεντήρι και το δικαίωμα στην αναφομοίωτη ετερότητα Η ποικιλότητα στα ιδρυτικά κείμενα της σχολής του Σικάγου δεν αντιμετωπίζεται ως ζήτημα κοινωνικής αδικίας αλλά, αντ’ αυτού, σχετίζεται με το ζήτημα της κοινωνικής αποδιοργάνω­ σης και του κοινωνικού ελέγχου υπό την επιρροή της ευρωπαϊ­ κής κοινωνιολογικής παράδοσης και κυρίως του έργου του Sim­ mel και του Durkheim. Δύο ισχυρές μεταφορές παραπέμπουν συχνά στο έργο του Robert Park. Η πρώτη είναι η μεταφορά της ‘πόλη-μωσαϊκό’, σύμφωνα με την οποία η ποικιλότητα σε μητροπολιτικό επί­ πεδο είναι αποτέλεσμα των διαδικασιών του οικιστικού διαχω­ ρισμού. Το συνολικό μοτίβο της ποικιλότητας συντίθεται από ξεχωριστές ψηφίδες και ‘μικρούς κόσμους’ που δεν επικοινω­ νούν μεταξύ τους. Επιπλέον, στις αρχικές εξηγήσεις των Park και Burgess επικράτησε ο οικολογικός ντετερμινισμός και δια­ δικασίες όπως η εισβολή, η διαδοχή και ο ανταγωνισμός χρη­ σιμοποιήθηκαν για να περιγράφουν πώς οι μεταναστευτικές πα­ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 157 ροικίες, τα γκέτο και η ‘μαύρη ζώνη’ διαμόρφωσαν το ομόκε­ ντρο μοντέλο ανάπτυξης της μητρόπολης (Park, Burgess & Mc­ Kenzie 1925). Ο Park χρησιμοποιεί επίσης τη μεταφορά του ‘χωνευτηρίου’ για να προτείνει ότι η αφομοίωση ήταν το αντίδοτο στον διαχω­ ρισμό. Αν και η μεταφορά του ‘χωνευτηρίου’ έχει συχνά παρα­ νοηθεί στις κριτικές που του ασκήθηκαν, ο Park δεν ταύτιζε την κοινωνική οργάνωση με την ομοιογένεια. Για αυτόν, η αφομοίω­ ση ήταν μια διαδικασία συγκρότησης ενός ‘εταιρικού χαρακτή­ ρα’, ο οποίος θα μπορούσε να συμβάλει στην κοινωνική αλλη­ λεγγύη και στην ενότητα του κράτους (Park 1914, 1921, 1938). Κατ’ αυτόν τον τρόπο νοούμενη, η αφομοίωση απηχεί την έν­ νοια της οργανικής αλληλεγγύη και της συλλογικής συνείδησης στο έργο του Durkheim. Σύμφωνα με τον Park, η αφομοίωση προσέφερε τη λύση στις αντιφάσεις της μητροπολιτικής ζωής που διαπίστωσε ο Simmel. Ήταν ένας τρόπος επανένταξης του ‘περιθωριακού’, του ξένου ο οποίος περιπλανιέται στους διαφορετικούς κόσμους της πόλης χωρίς δέσμευση στην ηθική οργάνωσή τους (Park 1914, 1928). Στα μεταγενέστερα γραπτά του, ο Park παρουσίασε τις θέσεις του για μια περιεκτική κοινωνία, στην οποία η κουλτούρα και η επικοινωνία παρέχουν τα μέσα για μετατροπή των συγκρού­ σεων σε δημόσια άμιλλα, για την αναγνώριση και την ενίσχυση της κοινωνικής συνείδησης μεταξύ των επιμέρους συνιστωσών της κοινωνίας (Park 1938). Ωστόσο, αποδίδοντας έναν ‘ηθικά’ ανώτερο ρόλο στην κουλτούρα που καλείται να ρυθμίσει τις ‘φυ­ σικές’ σχέσεις ανταγωνισμού, ο Park αποκλίνει από την κριτική αντίληψη του Simmel για τον αλλοτριωτικό χαρακτήρα της κουλ­ τούρας του χρήματος. Είναι επίσης κοινός τόπος ότι η σχολή του Σικάγου δεν έδωσε επαρκή έμφαση στην πολιτική οικονομία και ότι ορισμέ­ νες από τις εφαρμογές της σε πολιτικές στέγασης στις ΗΠΑ εί­ χαν αρνητικές συνέπειες για τον διαχωρισμό. Η επέκταση της έρευνας του διαχωρισμού σε περισσότερες πόλεις των ΗΠΑ, εκτός από το Σικάγο, και η αναγνώριση της διεθνικής διάστα­ σης της μετανάστευσης οδήγησαν στην αναθεώρηση της θεω­ 158 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ ρίας της χωρικής αφομοίωσης. Σε νεότερες επεξεργασίες, μπο­ ρούμε να διακρίνουμε το αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, το οποίο συνίσταται στην καταπολέμηση των διακρίσεων που πα­ ρεμποδίζουν την κοινωνική κινητικότητα των εθνοτικών και φυ­ λετικών μειονοτήτων και στην αναγνώριση των διεθνικών δε­ σμών των μεταναστών που διευκολύνουν την κοινωνική τους ένταξη (π.χ. Portes & Zhou 1993, Massey & Denton 1993, Alba et al. 1999, Gans 2007). Περισσότερα από εξήντα χρόνια χωρίζουν τα κυριότερα κεί­ μενα της σχολής του Σικάγου από τα πρώτα κείμενα της Iris Marion Young, που γράφτηκαν στην ίδια πόλη, και για τη συγ­ γραφή των οποίων εμπνεύστηκε από την κοινωνική ετερογένεια των αστικών τοπίων και των δημόσιων χώρων. Η Young (1996) υπογράμμισε ότι η ένταση του οικιστικού διαχωρισμού οφεί­ λεται στο ότι αναπαράγει ένα σύστημα κοινωνικών προνομίων μέσω της οικονομικής εκμετάλλευσης και πληθώρας μορφών κοινωνικής και πολιτικής καταπίεσης (σεξιστικής, ετεροσεξιστικής, ξενοφοβικής, ρατσιστικής). Θεωρούσε ότι η κοινωνική δικαιοσύνη προκύπτει ως ανάγκη από την αλληλεξάρτηση ετε­ ρογενών δρώντων και το άνοιγμα της κοινότητας. Το πρότυπο της κοινωνικής δικαιοσύνης που πρότεινε θεμελιώνεται στην ανα­ γνώριση, αφενός, της ‘αναφομοίωτης ετερότητας’ και, αφετέ­ ρου, των συνεπειών που έχουν οι πράξεις ενός υποκειμένου στους άλλους. Η συμμετοχή στους δημόσιους θεσμούς είναι το μέσο με το οποίο αξιολογούνται οι συνέπειες της δράσης επιμέρους φο­ ρέων ή ατόμων και λαμβάνονται επανορθωτικά ή προληπτικά μέτρα. Η ‘διαφοροποιημένη αλληλεγγύη’ ως μέσο αντιμετώπι­ σης του διαχωρισμού συνεπάγεται τη δυνατότητα σχεδιασμού και υλοποίησης δράσεων που προλαμβάνουν ή επανορθώνουν τη συστηματική μετατροπή της διαφοράς (στη συγκεκριμένη πε­ ρίπτωση: της ιδιαιτερότητας ενός τόπου) σε κοινωνική μειονε­ ξία. Η διαφοροποιημένη αλληλεγγύη μπορεί να είναι ένας τρό­ πος διεκδίκησης αλλά και ένας τρόπος θεσμικής οργάνωσης είτε θετικών δράσεων είτε αναδιανεμητικών πολιτικών. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 159 Νέα Υόρκη: η πολίτικη οικονομία της ποικυΙότηταςδίκαίωμα στην κεντρικότητα Το δεύτερο σημείο καμπής στις θεωρίες της σχέσης μεταξύ της ποικιλότητας και της ανισότητας μπορεί να αποδοθεί στην άρ­ θρωση της ‘παγκόσμιας’ και της ‘διπλής’ πόλης υπό την οπτι­ κή της πολιτικής οικονομίας. Η Νέα Τόρκη και, παράλληλα, το Λονδίνο έγιναν το μοντέλο για την ανάλυση των κοινωνικών επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης που αποτυπώνονται στο σχήμα της κοινωνικής πόλωσης. Η σχέση ‘κέντρου-περιφέρειας’ αποτέλεσε τη βασική μεταφορά γύρω από την οποία οργανώ­ θηκαν τα επιχειρήματα για την αύξηση του κοινωνικού διαχω­ ρισμού στις παγκόσμιες πόλεις (Friedmann & Wolff 1982, Sas­ sen 1991, Mollenkopf & Castells 1991, Fainstein, Gordon & Harloe 1993). Κατά την ανάπτυξη των παγκόσμιων πόλεων, η περιφέ­ ρεια του παγκόσμιου καπιταλισμού μεταφέρεται μέσα στα ίδια τα μητροπολιτικά κέντρα του. Αναγνωρίζοντας την πολυπλοκότητα των διαδικασιών της αστικής ανάπτυξης, οι Mollenkopf & Castells (1991: 407) υπο­ στήριξαν ότι η πόλωση στην πραγματικότητα δημιουργεί όχι δύο πόλεις, αλλά τρεις: δύο συγκεκριμένους χώρους για τον μητροπολιτικά παράδεισο και την κόλαση στο κέντρο της πόλης και οπουδήποτε αλλού τη στρωματοποιημένη διαφοροποίηση του αστικού και περιαστικού χώρου. Ο ‘εξευγενισμός’ προσέλκυσε την προσοχή τους ως μια διαδι­ κασία διαχωρισμού που αντιστρέφει την υπάρχουσα κατοχή του κοινωνικού χώρου. Η όξυνση των κοινωνικών εντάσεων σε ‘εξευ­ γενιζόμενες’ περιοχές ήταν πάντα στο επίκεντρο των πολιτικο­ οικονομικών (Smith 1996, Harvey 1993) και κριτικών πολιτι­ σμικών προσεγγίσεων (Zukin 1987). Ωστόσο, το μοντέλο της ‘διπλής πόλης’ δεν μπορεί να αποτυπώσει τη ρευστότητα των σύγχρονων συνθηκών. Σταδιακά, η Sassen (1996, 2005) υπογράμμισε στα έργα της ότι η δυναμική των μεταναστευτικών κοινοτήτων μπορεί να ανα­ ζωογονήσει εγκαταλειμμένους εμπορικούς και οικιστικούς χώ­ ρους και να προσφέρει οργανωτικό εφαλτήριο για τη συμμετοχή 160 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ και την αναγνώρισή τους τόσο εντός όσο και εκτός του πυρήνα της πόλης. Υπ’ αυτή την έννοια, η ‘παρουσία’ της περιφέρειας στο κέντρο γίνεται μια μορφή αντίστασης στην εξουσία των εταιρειών και ένα όχημα για την αλλαγή (Sassen 2005). Μια τέτοια διαδικασία, επισημαίνει ο Merrifield (2011), επα­ ναλαμβάνει τη θέση του Lefebvre ότι στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία το δικαίωμα στην πόλη γίνεται δικαίωμα στην κε­ ντρικότητα. Ο Merrifield όμως θεωρεί ότι η διεκδίκηση της ‘κε­ ντρικότητας’ καθίσταται παρωχημένη στρατηγική καθώς το ίδιο το κεφάλαιο απέκτησε πολυκεντρική στρατηγική και ο κα­ τακερματισμός της πόλης προχωρεί τάχιστα και επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει το δικαίωμα στην πόλη ως δυνατότητα ‘συ­ νάντησης’ και όχι ως διεκδίκηση της κεντρικότητας. Αναζητώ­ ντας μια σχεσιακή αντίληψη του χώρου, θεωρεί ότι τη στιγμή της συνάντησης διαμορφώνεται μια ‘συγγένεια’ από την αυθόρ­ μητη συνάρθρωση ετερογενών στοιχείων που εκτείνονται πέρα από την επικράτεια μιας πόλης. Γράφοντας από τη Νέα Υόρκη για το δικαίωμα στην πόλη, ο Harvey (2003) επανήλθε στο κλασικό έργο του, του 1973, για την κοινωνική δικαιοσύνη και το συνέδεσε με τη δυνατότητα αλλαγής των αστικών συνθηκών διαβίωσης. Παρότι ο Harvey (1992, 1993) αναγνώρισε τη συμβολή της Young στην ανάδειξη διαφορετικών μορφών αδικίας, επέμεινε στην προτεραιότητα της οικονομικής εκμετάλλευσης έναντι των πολιτιστικών μορ­ φών καταπίεσης και πρότεινε ότι η αλληλεγγύη μεταξύ ετε­ ρογενών ομάδων μπορεί να χτιστεί μέσω της αναγνώρισης των ταξικών σχέσεων στις οποίες εμπλέκονται. Σε μια πιο συνθετική προσέγγιση, ο Peter Marcuse (2009a, 2009b) διέβλεψε τη δυνατότητα συγκρότησης συμμαχιών για το δικαίωμα στην πόλη ανάμεσα στους αποστερημένους και στους αλλοτριωμένους κατοίκους της. Κατ’ αυτόν, η στρατηγική του αστικού μετασχηματισμού θα πρέπει να βασίζεται, αφενός, στην πολιτικοποίηση της δυσφορίας που γεννούν οι κρίσεις και, αφε­ τέρου, στη σταδιακή απελευθέρωση επιμέρους τομέων της οι­ κονομίας που αφορούν τις καθημερινές ανάγκες όλων των κα­ τοίκων από τη λογική του κέρδους. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 161 Λος Άντζελες: η ποικιλότητα στη μεταμητρόποληδικαίωμα στην κοσμόπολη Την ίδια περίπου περίοδο, η συζήτηση για το αν το Λος Άντζε­ λες αποτελεί μια ‘παραδειγματική πόλη’ έφερε στο προσκήνιο το πώς η πολιτισμική ετερογένεια και η οικονομική ανισότητα συνδυάζονται και δημιουργούν νέα κατακερματισμένα αστικά τοπία (βλ. Dear 2002, Soja 2000, Waldinger & Bozorgmehr 1996). Η αναδιάρθρωση και ο κατακερματισμός αποτέλεσαν προσφιλή θέματα αυτής της βιβλιογραφίας και με υποδειγματικό τρόπο βρήκαν έκφραση στο έργο του Soja (2000) για τις δύο όψεις της μεταμοντέρνας μητρόπολης. Από τη μία, η πόλη αναπτύσσε­ ται ‘από μέσα προς τα έξω’, καθώς τα προάστια γίνονται συ­ μπαγή και δημιουργούνται περιαστικοί οικισμοί και, από την άλλη, η πόλη στρέφεται ‘από έξω προς τα μέσα’, καθώς το κέ­ ντρο ελκύει στη ζώνη του ό,τι κάποτε βρίσκονταν ‘αλλού’. Στην προσέγγιση του Soja, ο κατακερματισμός δεν ταυτίζεται με την πόλωση και η εξήγηση της ανισότητας δεν συρρικνώνεται σε εθνοτικές διαφορές. Η μεταμοντέρνα μητρόπολη περιλαμβάνει εξευγενισμένες περιοχές, γκέτο των μαύρων και μεσοστρωματικά προάστια, αλλά και περιαστικές κοινότητες, εθνοτικά προά­ στια και ισπανόφωνες γειτονιές.3 Αντλώντας από τον Lefebvre, τον Foucault και τον Said η κριτική πολυπολιτισμικότητα της ‘σχολής του Λος Άντζελες’ συνέβαλε στην ανάδειξη της σημασίας των ‘ενδιάμεσων χώρων’ για την ανάκτηση της ταυτότητας των περιθωριοποιημένων πλη­ θυσμών. Επιπλέον, η ισπανόφωνη παράδοση, η γειτνίαση και η ανάπτυξη διατοπικών συνδέσεων με το Μεξικό έδωσαν ιδιαίτερο χρώμα στις διεκδικήσεις των κινημάτων της πόλης όπως κατα­ γράφεται στη ‘μαγική αστικότητα’ του Davis (2000), στη ‘μετασυνοριακή πόλη’ των Dear & Leclerc (2003), στη ‘διεθνική αστι­ κότητα’ του Smith (2001) ή στην ‘κοσμόπολη’ της Sandercock (1998). 3. Για επεξήγηση των όρων και των αστικών μορφών που αναφέρονται εδώ, βλ. Knox & Pinch 2009, ιδίως το γλωσσάρι και τα κεφάλαια 4, 8, 9, 14. 162 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ Στην πιο πρόσφατη απόπειρά του να διευκρινίσει το πε­ ριεχόμενο της χωρικής αδικίας, ο Soja (2010) παραθέτει δίπλα στην άνιση οικονομική ανάπτυξη, τις χωρικές διακρίσεις στην κατανομή των πόρων, τον θεσμικό ρατσισμό της αμερικάνικης πολεοδομίας, τη οριοθέτηση των εκλογικών περιφερειών σε βά­ ρος της εκπροσώπησης των μειονοτήτων. Συζητώντας εναλλα­ κτικές στρατηγικές για τη χωρική δικαιοσύνη παρουσιάζει πα­ ραδείγματα επιτυχών διεκδικήσεων που είχαν άμεσο αντίκτυπο στη ζωή των κατοίκων της μητρόπολης, με πιο χαρακτηριστικό το ‘Σωματείο των Επιβατών Λεωφορείων’, μια οργάνωση με­ ταναστών που κατάφερε να ανατρέψει την υλοποίηση ενός δα­ πανηρού προαστιακού συστήματος μεταφορών αντιπροτείνοντας ένα ευέλικτο δίκτυο λεωφορείων για τις εργατικές συνοικίες στο κέντρο της πόλης. Για τον Soja (2010), όπως για τη Young (1996) και τη Sandercock (1998), η μητροπολιτική περιφέρεια αποτε­ λεί το προσφορότερο επίπεδο πολιτικής δράσης για την αποκα­ τάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης επειδή διευκολύνει τη σύν­ θεση διαφορετικών διεκδικήσεων, την αναδιανομή πόρων με­ ταξύ περιοχών και την ενίσχυση των δημόσιων φορέων στη λήψη αποφάσεων έναντι τόσο των πολιτικών δυνάμεων της νεοφιλε­ λεύθερης παγκοσμιοποίησης όσο και των τοπικών ιδιωτικών συμφερόντων. 3. Θεωρίες για την ποικιλότητα στις πόλεις της Βόρειας και της Κεντρικής Ευρώπης Παρίσι: δικαίωμα στην πόλη-εργο Ακόμη και η πιο σύντομη παρουσίαση της επιρροής της γαλ­ λικής κριτικής σκέψης στη μελέτη της μετανάστευσης στον αστικό χώρο θα απαιτούσε από μόνη της την έκταση ενός άρ­ θρου. Θα περιοριστούμε σε μια αναφορά στον Henri Lefebvre, επειδή το έργο του αποτελεί θεωρητικό κόμβο τόσο για τις πολιτικο-οικονομικές όσο και για τις σχεσιακές προσεγγίσεις της ποικιλότητας. Η πολυεπίπεδη θεωρητική και πολιτική σήμα- ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 163 σία της έννοιας του δικαιώματος στην πόλη μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή όταν εντάσσεται στο συνολικό έργο του Lefebvre. Ταξιδεύοντας ο ίδιος στην Καλιφόρνια, στη Νέα Υόρκη, στη Λατινική Αμερική και στη Μεσόγειο αξιοποίησε τις διαφορετικές εμπειρίες των πόλεοιν στα γραπτά του και επη­ ρέασε τους συνομιλητές του αφήνοντας στους τόπους που επισκέφθηκε τα ίχνη της σκέψης του. Κατά την ιστορική αφήγηση του Lefebvre (1995, 2003) η πόλη, στην πορεία της εκβιομηχάνισης, μετατρέπεται από έργο-δημιουργία σε προϊόν-εμπόρευμα. Η εμπορευματοποίηση της πόλης βρίσκεται σε αντίθεση με τη χρήση και τη νοηματοδότησή της από τους κατοίκους. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η εμπορευματοποίηση παραπέμπει σε μια διαδικασία όπου οι ίδιοι οι κάτοικοι έχουν αποκοπεί από τη διαδικασία παραγω­ γής του χώρου και παραμένουν παγιδευμένοι σε αλλοτριωμέ­ νους χώρους κατανάλωσης. Ειδικά, το κατοικείν συρρικνώνεται στη δημόσια παροχή φτηνής τυποποιημένης στέγης (στα ερ­ γατικά προάστια) και στην εμπορική προώθηση της ιδιόκτη­ της κατοικίας (στα μεσοαστικά προάστια). Η άρση της αλλο­ τρίωσης παραπέμπει σε μια διευρυμένη έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης που περιλαμβάνει συμμετοχικές και μετασχηματιστικές πρακτικές. Η διευρυμένη έννοια της κοινωνικής δικαιο­ σύνης προσφέρει τη δυνατότητα συγκρότησης συμμαχιών με­ ταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων που, όπως προαναφέραμε, προτείνει για παράδειγμα ο Marcuse από τη Νέα Τόρκη. Ο Lefebvre, όμως, έβλεπε στην εργατική τάξη τον κατεξοχήν φορέα της αλλαγής υποβαθμίζοντας, αρχικά, τη σημασία της μετανάστευσης και των εθνοπολιτισμικών διαφορών για το δι­ καίωμα στην πόλη. Στο έργο του Lefebvre (1971, 2003), ο οικιστικός διαχωρι­ σμός είναι ιστορικό αποτέλεσμα της καταστροφής της πόληςέργο. Στην γραφειοκρατική κοινωνία της κατευθυνόμενης κα­ τανάλωσης, η χωροταξία και η πολεοδομία αναπαράγουν την πόλωση ανάμεσα στο κέντρο και στην κατακερματισμένη πε­ ριφέρεια. Η επιρροή του Lefebvre στη θεωρία της ‘παγκόσμιας πόλης’, που προαναφέρθηκε, είναι προφανής. Το κέντρο αποδί- 164 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ δετοα στην αστική τάξη και στο κεφάλαιο, ενώ τα προάστια κα­ τακερματίζονται για να στεγάσουν σε διακριτούς χώρους επιμέρους κοινωνικές ομάδες ανάλογα με την καταναλωτική τους δυνατότητα. Με τον τρόπο αυτόν η ποικιλότητα καταστέλλεται και στη μητρόπολη εμφανίζονται απομονωμένες κοινότητες και εθνοτικές παροικίες. Ο Lefebvre οραματίστηκε την αστική ενότητα, αλλά ανα­ γνώρισε ότι η επιδίωξή της προσκρούει στον ανταγωνισμό με­ ταξύ φυλών και εθνοτήτων και στην αδυναμία επιμέρους κοι­ νοτήτων να επιδείξουν ανοχή και συμβιβασμό (Lefebvre 2004). Συχνά έθετε ερωτήματα για την οργάνωση νέων χωρο-κοινωνικών σχέσεων χωρίς να δίνει απαντήσεις: πώς θα μπορούσε να προσδιοριστεί μια νέα κεντρικότητα; πώς οι ‘εκτός των πυλών’ θα επιστρέφουν στην πόλη; είναι δυνατή μια ‘μετακινούμενη κεντρικότητα’; Η συνεχής παραγωγή της διαφοράς αποτελεί για τον Lefeb­ vre φιλοσοφικό και πολιτικό διακύβευμα. Στην πρώτη περίοδο της σκέψης του, η γνήσια αστικότητα, η ουσιαστική κοινωνία της πόλης είναι μια κοινωνία συνεχούς κατασκευής της ετερό­ τητας. Πολιτικά, η διαφοροποίηση είναι αποτέλεσμα της δια­ πάλης του δυνητικού και του υπάρχοντος, της φαντασίας και της καθημερινής ρουτίνας. Πρακτικές οικειοποίησης του χώρου και μορφές αυτοδιαχείρισης αποτελούν τα σχήματα που μπορούν να προωθήσουν τη διαφοροποίηση σε αντιπαλότητα με τον κλει­ στό ομοιογενή κόσμο της καθεστηκυίας τάξης. Ο ρόλος των πο­ λεοδόμων και των σχεδιαστών μπορεί να είναι ενισχυτικός της φαντασίας, της αυτοοργάνωσης και του πειραματισμού. Αυτό είναι το προσφιλές θέμα που επανεπεξεργάζεται η προαναφερθείσα ‘σχολή του Λος Άντζελες’. Ο Lefebvre, ήδη από τη δε­ καετία του 1960, διέβλεψε πώς διαπλέκονται η ιδεολογία της κατανάλωσης, της συνοχής και της συμμετοχής. Επισήμανε τα όρια των αναδιανεμητικών πολιτικών και τους κινδύνους η συμ­ μετοχή να εξελιχθεί σε πολιτική χειραγώγηση. Στα τελευταία του κείμενα για τη δημοκρατία (Lefebvre 2003 [1990]), πρότεινε ένα σύνολο δικαιωμάτων που θα μπορού­ σαν να συμπληρώσουν το δικαίωμα στην πόλη δίνοντας ουσία- ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 165 στική και τυπική υπόσταση στη νέα ιδιότητα του πολίτη: δι­ καίωμα στη πληροφόρηση, στην κουλτούρα, στην ταυτότητα και στη διαφορά, στην αυτοδιαχείριση και στις δημόσιες υπη­ ρεσίες. Ισχυρίστηκε πως η νέα ιδιότητα του πολίτη θα έπρεπε να είναι ευέλικτη ως προς τον τρόπο που απονέμεται και να ανα­ γνωρίζει πολλαπλές μορφές του ανήκειν, όχι μόνο πέραν του έθνους αλλά και αυτής ακόμα της κατοικίας. Η νέα ιδιότητα του πολίτη ενέπνευσε αρκετούς θεωρητικούς να προτείνουν σχή­ ματα συμμετοχής σε πολλαπλά επίπεδα λήψης αποφάσεων (το­ πικό, περιφερειακό, εθνικό, υπερεθνικό), να απεμπλέξουν την τυπική αναγνώρισή της από την κατοικία, να δώσουν έμφαση στον ρόλο των ‘κοινών’ πόρων και αγαθών (Amin 2010, Meriffield 2011, Gilbert & Dikec 2008). Συνοψίζοντας, το δικαίωμα στην πόλη δεν αφορά μόνο την τυπική ιδιότητα του πολίτη ούτε απλά τη θεσμική κατοχύρωση επιμέρους δικαιωμάτων. Μια τέτοια περιοριστική ανάγνωση έχει προωθηθεί από διεθνείς οργανισμούς που αποπολιτικοποίησαν και διαστρέβλωσαν την έννοια (Merrifield 2011, Mayer 2009). Αφαιρώντας το μετασχηματιστικό περιεχόμενο από το δικαίω­ μα στη πόλη, η κοινωνική δικαιοσύνη παραμένει κενή ρητορική. Λονδίνο: από την κριτική πολνπολιτισμικότητα στην ‘υπερποικιλότητα’ Καθώς το Λονδίνο μετασχηματίστηκε σε παγκόσμια πόλη, προέκυψαν τρεις διακριτές θεωρητικές προοπτικές που εξετάζουν τη σχέση μεταξύ της ποικιλότητας και της ανισότητας. Η πρώτη είναι μια κριτική πολυπολιτισμική προσέγγιση που διαμορφώ­ θηκε με την εμφάνιση των βρετανικών πολιτισμικών σπουδών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970. Η δεύτερη είναι μια πολιτικο-οικονομική ανάλυση των ανισοτήτων στις αγορές ερ­ γασίας και κατοικίας, η οποία προσφέρει πλούσιο εμπειρικό υλι­ κό για τη συζήτηση της πόλωσης στις παγκόσμιες πόλεις. Η τρίτη είναι επικεντρωμένη στο θέμα της ‘υπερποικιλότητας’ και στις προκλήσεις για την κατανόηση του χώρου με σχεσιακούς όρους. Και οι τρεις προοπτικές αναδείχθηκαν ως μια θεω­ 166 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΓΙΟΓΛΟΤ ρητική απάντηση σε εθνοτικές και κοινωνικές εντάσεις και συν­ δέονται με μια ευρύτερη συζήτηση της ιδιότητας του πολίτη και των αδυναμιών των μεταναστευτικών και των αστικών πο­ λιτικών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι ρίζες της κριτικής πολυπολιτισμικής προσέγγισης μπο­ ρούν να ανιχνευθούν στο Μπέρμιγχαμ και στο Κέντρο Σύγχρο­ νων Πολιτισμικών Μελετών (CCCS) (Keith 2009). Ενώ πολλά από τα έργα του Stuart Hall και των συνεργατών του είχαν γονιμοποιηθεί στην πνευματική ατμόσφαιρα του CCCS, η πρωτό­ τυπη έρευνα σχετικά με τις νεανικές υποκουλτούρες και τη ρα­ τσιστική αστυνόμευση αφορούσε περιοχές στο Ανατολικό Λον­ δίνο (Hall & Jefferson 1993, Hall et al. 1978). Εντάσσοντας τις εμπειρίες της φυλετικοποίησης της κοινωνικής μειονεξίας σε μια ευρύτερη κριτική του καπιταλισμού, οι μελέτες του CCCS βρίσκονται στον αντίποδα της αμερικανικής προβληματικής για την αστική αποδιοργάνωση. Μεταγενέστερες εργασίες για το Λονδίνο (π.χ. Hall 2006, Massey 2007, Keith 2005, Back 1997, Gilroy 2006) υπογράμμισαν την παράδοξη συμβίωση της πολυπολιτισμικότητας και του ρατσισμού, τις εντάσεις μεταξύ του καταναλωτικού κοσμοπολιτισμού των ελίτ και του λαϊκού κο­ σμοπολιτισμού των μεταναστών. Η αρχική θέση της Sassen (1991) σχετικά με την κοινωνική πόλωση στο Λονδίνο έχει αμφισβητηθεί από μεταγενέστερες έρευνες. Ο Hamnett (1996) τόνισε τη σημασία του κράτους πρό­ νοιας στην άμβλυνση των επιπτώσεων της οικονομικής αναδιάρ­ θρωσης και υποστήριξε ότι η κοινωνική διαστρωμάτωση στο Λονδίνο χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη των μεσαίων στρω­ μάτων. Ωστόσο, η χαλαρή διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας δημιούργησαν πολλα­ πλές ανισότητες μεταξύ των μεταναστών και της εργατικής τά­ ξης (Wills et al. 2010). Επιπλέον η ρητορεία για τις μικτές κοι­ νότητες στιγμάτισε τις εργατικές περιοχές και προσέφερε πο­ λιτικό άλλοθι για την προώθηση του ‘εξευγενισμού’ (Davidson & Lees 2010, Lees 2008). Ευρύτερες όμως συμμαχίες με κοινό στόχο τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στο Λονδίνο, όπως η οργάνωση ‘London Citizens’ και η εκστρατεία ‘Stangers into ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 167 Citizens’, κατάφεραν να συμπεριλάβουν διαφορετικές θρησκευ­ τικές και εθνοτικές κοινότητες (Wills étal. 2010). Η αναγνώριση της διεθνικής διάστασης της σύγχρονης με­ τανάστευσης τόνισε τη χωρική πολυπλοκότητα που σχετίζεται με την υπερποικιλότητα (Vertovec 2007). Η νέα κοινωνική γεω­ γραφία του Λονδίνου δεν ταιριάζει στα μοντέλα της χωρικής πό­ λωσης ή του κατακερματισμού. Επίσης, δεν είναι σύμφωνη με τον κυρίαρχο λόγο για τις ‘παράλληλες ζωές’ γηγενών-μεταναστών. Χαρακτηριστικό στοιχείο στη χωρική έκφραση της υπερποικιλότητας είναι η επικάλυψη των διαφορετικών κοινοτήτων όσον αφορά την εθνότητα, το φύλο, τη θρησκεία, την υπηκοό­ τητα, την απασχόληση και τη στέγαση. Επιπλέον, η έννοια της διεθνικότητας σηματοδοτεί μια στροφή προς τη σχεσιακή και αγωνιστική κατανόηση του αστικού χώρου που συμπυκνώνε­ ται σε μεταφορές όπως ‘σημείο συνάντησης’ ή ‘αρένα’ (Amin 2006, Massey 2007). Όπως χαρακτηριστικά σχολίασε η Doreen Massey για το μέλλον του Λονδίνου: Ο αστικός χώρος είναι σχεσιακός, όχι απλώς ένα μωσαϊκό πα­ ράθεσης διαφορών. Αυτός ο τόπος, όπως και πολλοί άλλοι τό­ ποι, πρέπει να κατανοηθεί όχι ως απλή ποικιλότητα, αλλά ως τόπος συνάντησης συνωθούμενων, δυνητικά αντικρουόμενων τρο­ χιών (Massey 2007: 89). Με έκδηλη ανησυχία για τη διάχυση της ρατσιστικής βίας, την πολιτική χειραγώγηση των ξενοφοβικών συναισθημάτων και την παλινόρθωση ενός πνεύματος μισανθρωπίας, ο Amin (2002, 2010a, 2010b) άσκησε κριτική στις πολιτικές ‘κοινωνικής συνοχής’ και συνέδεσε τις διαπολιτισμικές πολιτικές με το ηθι­ κό πρότυπο της ‘καλής πόλης’. Επανεξετάζοντας το έργο του Simmel και του Lefebvre υποστήριξε ότι οι πολιτικές συνύπαρ­ ξης αναφέρονται σε πολλαπλά δικαιώματα και υπευθυνότητες. Ισχυρίστηκε ότι θεμέλιο των πολιτικών πρέπει να είναι η ανα­ γνώριση ίσων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε όλους τους κα­ τοίκους μιας πόλης χωρίς περιορισμούς ιθαγένειας, εντοπιότητας ή ακόμη και χρόνου διαμονής. Ιδιαίτερη βαρύτητα απέδωσε στις κοινωνικές υποδομές που είναι απαραίτητες για την κα­ 168 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ θολική κάλυψη βασικών αναγκών, στη φροντίδα των ‘κοινών αγαθών’ και στις τεχνολογίες που διευκολύνουν την υπερτοπι­ κή επικοινωνία και διαμορφώνουν ένα κοινό αίσθημα ανήκειν —το συλλογικό ασυνείδητο της πόλης. Βερολίνο: ο ξένος στη μοντέρνα και στην πολνπολιτισμική μητρόπολη Η ιστορία του Βερολίνου προσφέρει μια εμβληματική —αν και, κατά την άνοδο του φασισμού, τραγική— απεικόνιση του πώς οι εμπειρίες και η κουλτούρα διαφορετικών πληθυσμών αξιοποιούνται στον ευρύτερο πολιτικο-οικονομικό μετασχηματισμό του αστικού περιβάλλοντος. Σημαντικές στιγμές της ιστορίας της πόλης έχουν δώσει αφορμή για θεωρητικοποιήσεις της ποικι­ λότητας οι οποίες, στη συνέχεια, μεταφέρθηκαν και αναδιατυ­ πώθηκαν σε διαφορετικά γεωγραφικά πλαίσια. Γόνιμη παραμέ­ νει ως σήμερα η συζήτηση του Simmel για τον ‘ξένο’ στο μητροπολιτικό περιβάλλον. Κατά τον Simmel (1950), ο ξένος δεν είναι ο περιπλανώμενος ‘που σήμερα έρχεται και αύριο φεύγει’ αλλά ‘εκείνος που σήμερα έρχεται και αύριο μένει’. Επιπλέον, η ‘ένταξη’ του ξέ­ νου σε μια ομάδα είναι το μέσο για να στοχαστούν τα μέλη της τις υπάρχουσες συνήθειες με ‘αντικειμενικό’ τρόπο, επιτρέπει τη ‘διαμεσολάβηση’ μεταξύ διαφορετικών θέσεων και ενισχύει την κατανόηση του τι είναι ‘οικείο’ σε αντιπαραβολή με ό,τι εμ­ φανίζεται ως ανοίκειο. Έτσι, οι πολυπολιτισμικές πολιτικές μπο­ ρούν να αναγνωρίσουν, καλύτερα από ό,τι οι πολιτικές της αφο­ μοίωσης ή της ενσωμάτωσης, την εγγενή παρουσία της ‘ξενότητας’ σε οποιαδήποτε συλλογική οργάνωση και να αποτρέψουν τους κινδύνους από την εξιδανίκευση της κοινότητας. Η έννοια του ‘ξένου’ ταξίδεψε μέχρι την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, μέσω των Robert Park και Louis Wirth. Ωστόσο, οι πρώτες μεταγραφές της έννοιας στις ΗΠΑ συνέδεσαν τον ‘ξένο’ με την περιθωριοποίηση και την ανομία. Αντίθετα, στην ανάλυση της Young (1996, 2003) η ένταση που, κατά τον Sim­ mel (1950), αποκαλύπτει η παρουσία του ξένου, ανάμεσα στο ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 169 ‘καθολικό’-‘κοινό’ και στη ‘μοναδικότητα της σχέσης’, μετα­ τράπηκε σε αφετηρία για τη συνεχή αναθεώρηση των αρχών της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η ιδιαίτερη πολιτιστική κληρονομιά, ο κοσμοπολίτικος ακτιβισμός, η αυτοδιοικητική δημοκρατική πα­ ράδοση και η εθνοτική ετερογένεια του Βερολίνου προτάθηκαν ως άξονες για μια εναλλακτική στρατηγική ανάπτυξής του, με­ τά την πολιτική ενοποίηση της Γερμανίας, σε αντιπαράθεση με τα οράματα της κεντρικής εξουσίας για τον μετασχηματισμό του σε παγκόσμια πόλη (Latham 2006). Οι πρωτοβουλίες της αυτοδιοίκησης για την αντιμετώπιση του ρατσισμού και την προ­ ώθηση της ένταξης των μεταναστών, καθώς και οι διεκδική­ σεις των τούρκων μεταναστών στο Βερολίνο ήταν καθοριστικές για την ανάπτυξη των επιχειρημάτων σχετικά με τις μορφές της ‘μετα-εθνικής’ ιδιότητας του πολίτη και της πολυπολιτισμικότητας (π.χ. Soysal 1994, Vertovec 1996). 4. Θεωρίες για την ποικιλότητα στις πόλεις της Μεσογείου Αναγνωρίζοντας την ποικιλομορφία της Μεσογείου, τα ρευστά εξωτερικά όριά της και τις περίπλοκες σχέσεις μεταξύ των υπο­ διαιρέσεων της, μια σειρά από στοχαστές συνέβαλαν στην προ­ ώθηση μιας κριτικής προσέγγισης στις αστικές σπουδές. Αξίζει να υπογραμμίσουμε τρεις διαστάσεις της σχετικής βιβλιογραφίας. Καταρχάς, στις πόλεις του ευρωπαϊκού Νότου έχουν ιστο­ ρικά διαμορφωθεί χαμηλά επίπεδα οικιστικού διαχωρισμού, λόγω της διάχυσης της μεταποίησης στις αστικές περιοχές, των πρα­ κτικών αυτοστέγασης, του ρόλου των συγγενικών δικτύων, της δημοκρατικής πολιτικής παράδοσης και της αλληλέγγυας κουλ­ τούρας της εργατικής τάξης (Alien et al. 2004, Leontidou 1990, Mingione 1983, 1995). Δεύτερον, με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τα μητροπολιτικά κέντρα στην Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα έχουν γίνει σημαντικοί προορισμοί για τους μετα­ νάστες από την Ανατολική Ευρώπη, την Αφρική και τη Μέση 170 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ Ανατολή (King 2001, Mingione 1999). Συμμετέχοντας στη διε­ θνή συζήτηση για την ‘πόλωση’ και τις ‘παράλληλες ζωές’, οι ερευνητές από τον ευρωπαϊκό Νότο διαπίστωσαν ότι η όξυνση της κοινωνικής πόλωσης δεν συνεπάγονταν και διεύρυνση του διαχωρισμού (Arbaci & Malheiros 2009, Maloutas 2007). Η πολυπλοκότητα στις νότιες ευρωπαϊκές πόλεις δεν μπορεί να απο­ τυπωθεί από το μοντέλο της διπλής πόλης, αλλά αποτελεί σύν­ θετη έκφραση των αντιθέσεων μεταξύ της λογικής της παγκο­ σμιοποίησης των αγορών και της λογικής της κοινωνικότητας που, ωστόσο, μπορεί να αποκτήσει τοπικιστικά ή ξενοφοβικά χαρακτηριστικά (Mingione 2009). Τρίτον, οι οριενταλιστικές αναπαραστάσεις των πόλεων της Νότιας Ευρώπης, ιδίως εκείνων που βρίσκονται στα ανατολικά παράκτια της Μεσογείου, συγκαλύπτει τόσο τις εσωτερικές ανι­ σότητες και όσο τις πολιτικές αντιπαραθέσεις για τον μετα­ σχηματισμό τους (Hadjimichalis & Vaiou 2004, Leontidou 1996, 2010, Bozatsis 2009). Η αποπολιτικοποιημένη διαχείριση της πρόσφατης οικονομικής κρίσης προσθέτει έναν νέο τιμωρητικό τόνο στον αποικιοκρατικό λόγο των ευρωπαϊκών ελίτ για τη ρα­ θυμία και την ανευθυνότητα των νότιων Ευρωπαίων και, ως εκ τούτου, υπονομεύει τη δυνατότητα διαμόρφωσης πολιτικών χωρίς αποκλεισμούς (Hadjimichalis 2011). Ωστόσο, οι τιμωρίες και οι μομφές επανενεργοποιούν εθνικιστικές ιδεολογίες και επι­ τείνουν τις κοινωνικές εντάσεις σε τοπικό επίπεδο. Η έρευνα για τη καθημερινή ζωή των πόλεων της Μεσο­ γείου αποκαλύπτει πτυχές ενός πρακτικού κοσμοπολιτισμού, την αλληλεγγύη και τις προσπάθειες για τη δημιουργία τοπικών φο­ ρέων για τη συμμετοχή των μεταναστών τις οποίες οι οριενταλιστικές αναπαραστάσεις τείνουν να αγνοούν (π.χ. Garcia 2006, Horta 2006, Leontidou 2010, Perro 2011, Riccio & Russo 2011, Santos & Nunes 2004). Αυτό το ρεύμα της έρευνας βασίζεται στη συγκλίνουσα κατανόηση της καθημερινής ζωής στο έργο του Lefevbre (2003, 2004) και, αντίστοιχα, αποκλίνει από την Σχολή του Σικάγου και τις θεωρίες αφομοίωσης. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η ενσωμάτωση προέρχεται από την άσκηση της ιδιότητας του πολίτη και τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 171 από οργανώσεις βάσης και κινήματα που συγκροτούνται για την αλλαγή των αστικών πολιτικών και των δομών συμμετοχής. 5. Ποικιλότητα, διαχωρισμός καί καθημερινός ανισότητες στην Αθήνα Βέβαια, υπάρχουν διαφορές μεταξύ των πόλεων της Μεσογείου, λόγω της ιδιαίτερης θέσης τους στα δίκτυα της διεθνούς μετα­ νάστευσης και του κεφαλαίου, την ιστορική πορεία της ανάπτυ­ ξής τους και την εσωτερική δυναμική τους. Ακολούθως συνοψί­ ζονται τα ευρήματα για τον διαχωρισμό και τις ανισότητες στις έρευνες που εκπονήθηκαν τη τελευταία δεκαετία στην Αθήνα και συζητείται πώς η ένταξη των μεταναστών έχει σχολιαστεί θεωρητικά υπό το πρίσμα του ‘δικαιώματος στην πόλη’. Ήδη από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα οι μελέτες για την εγκατάσταση των μεταναστών στην Αθήνα υπογράμμισαν κάτι που φαίνονταν παράδοξο. Οι συγκεντρώσεις διαφορετικών μεταναστευτικών ομάδων σε κεντρικές και περιαστικές περιοχές της πόλης όχι μόνο δεν ήταν χωρικά απομο­ νωμένες αλλά συνέβαλλαν στη μείωση του ταξικού διαχωρι­ σμού. Η συζήτηση περί γκετοποίησης του κέντρου αποσιώπησε τρία βασικά χαρακτηριστικά της σύνθετης πραγματικότητας που διαμορφώνεται: τις κοινές συνθήκες αποστέρησης που με­ τανάστες και μη μετανάστες από εργατικές και χαμηλές μεσοστρωματικές κατηγορίες αντιμετωπίζουν στο κέντρο- τη συ­ γκέντρωση της αποστέρησης σε εργατικά προάστια και περιαστικές περιοχές- και την ετερογένεια και τις ανισότητες στο εσωτερικό του πληθυσμού των μεταναστών. Η μετανάστευση όχι μόνον άλλαξε την εθνοτική σύνθεση της εργατικής τάξης, αλλά επίσης συνέβαλε στη διόγκωσή της αντιστρέφοντας τη δυναμική των προηγούμενων δεκαετιών (Maloutas et al. 2012, Arapoglou & Sayas 2009). Η πληθυσμιακή αυτή μεταβολή εκφράστηκε ως αυξημένη παρουσία της εργα­ τικής τάξης σε μεσοστρωματικές περιοχές του κέντρου. Το δια­ θέσιμο και οικονομικά προσιτό στεγαστικό απόθεμα και οι ευ- 172 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ καίριες απασχόλησης σε κεντρικές περιοχές υποβοήθησαν την εθνοκοινωνική ανάμιξη στο κέντρο και ενίσχυσαν τον ‘κάθετο διαχωρισμό’ (Maloutas et al. 2012, Maloutas 2007). Η παρουσία ποικιλίας μεταναστευτικών ομάδων, με διακριτά εθνοπολιτισμικά χαρακτηριστικά, δεν αφορούσε μόνο το κέντρο της Αθήνας, αλλά και τις βιομηχανικές περιοχές στις πα­ ρυφές της πόλης και αρκετές περιαστικές περιοχές στις οποίες υπήρξε ζήτηση για απασχόληση στις κατασκευές, στη γεωργία και στις υπηρεσίες αναψυχής (Arapoglou & Sayas 2009, Kandylis et al. 2012). H πρόσδεση των μεταναστών στους τόπους εγκα­ τάστασης και απασχόλησής τους είναι εντυπωσιακή για τα διε­ θνή δεδομένα και δεν αξιοποιήθηκε επαρκώς στη διαμόρφωση τοπικών πολιτικών ένταξης (Arapoglou & Maloutas 2012, Ara­ poglou & Sayas 2009). Επιχειρήσαμε να αποδώσουμε με τον όρο ‘αποστέρηση του ουράνιου τόξου’ τον κατακερματισμό της πό­ λης πέραν της παραδοσιακής διαίρεσης σε Ανατολή-Δύση και τη συγκέντρωση δυσμενών συνθηκών κατοικίας τόσο στο κέ­ ντρο όσο και στις παρυφές του πολεοδομικού συγκροτήματος όπου συνυπάρχουν Έλληνες και ετερογείς μεταναστευτικές κοινοτήτες (Arapoglou & Maloutas 2012). Σημαντικές ανισότητες στις συνθήκες εργασίας και κατοι­ κίας υπάρχουν όμως στο εσωτερικό του μεταναστευτικού πλη­ θυσμού (Kandylis et al. 2012). Η διαστρωμάτωσή του αποτελεί μια σύνθετη αλλά ευδιάκριτη ιεραρχία. Πρόσφυγες και οικονο­ μικοί μετανάστες από τη Μέση Ανατολή καθώς και από την Ινδική Χερσόνησο αντιμετωπίζουν τις πλέον δυσμενείς συνθή­ κες στην περιφέρεια της μητρόπολης. Οι συνθήκες των εργα­ τριών —που κυρίως προέρχονται από τη Βουλγαρία και τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες— στις προσωπικές υπηρεσίες και στην αναψυχή αποτυπώνουν τη σχετική μειονεκτική θέση που κατα­ λαμβάνουν στον έμφυλο και εθνοτικό καταμερισμό της εργασίας και του αστικού χώρου. Οι ανισότητες που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες και οι μετανάστριες αναπαράγονται μέσα από καθημερινές πρακτικές. Η διαπραγμάτευση των όρων εργασίας και η θετική αναγνώριση της διαφοράς, η εμπέδωση της αλληλεγγύης και η αναγνώριση ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΙΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 173 κοινών αρχών στη διεκδίκηση δικαιωμάτων είναι πολύπλοκες διαδικασίες που δεν οδηγούν αυτόματα σε σχέσεις ισότητας ακόμη και μέσα στο φεμινιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα (Zavos 2012, Kambouri 2007). Μια σειρά μελετών για το κέ­ ντρο της Αθήνας ανέδειξαν τη σημασία της γειτονιάς και των δημόσιων χώρων για τη θεμελίωση καθημερινών σχέσεων αλ­ ληλεγγύης και τον μετασχηματισμό της πόλης. Τα ακόλουθα στοιχεία θα μπορούσαν να τονιστούν ιδιαίτερα. Πρώτον, η αλληλεπίδραση στους καθημερινούς χώρους της πόλης συμβάλλει σε μια διαδικασία αποδοχής του ‘ξένου’ και μετασχηματισμού του σε ‘γείτονα’ και ‘πολίτη’. Οι σχέσεις γει­ τονίας δημιουργούν σταδιακά τις συνθήκες της de facto ιδιότη­ τας του πολίτη, κυρίως για εκείνους τους μετανάστες που είναι χωρίς χαρτιά, παραμένουν σε ένα προσωρινό καθεστώς νόμιμης αναγνώρισης ή αντιμετωπίζουν εμπόδια συμμετοχής σε τοπι­ κούς θεσμούς (Kalandides & Vaiou 2012). Δεύτερον, οι δημόσιοι χώροι της πόλης (πλατείες, σχολεία, παιδικές χαρές, δρόμοι και δημοτικοί αγορές) είναι προνομιακό πεδίο για τη διαμόρφωση πολιτικών αλληλεγγύης. Είναι, όμως, εξίσου σημαντική η δυνατότητα διασύνδεσης της ιδιωτικής και της δημόσιας σφαίρας. Ο ξένος μετασχηματίζεται σε γείτονα στις ενδιάμεσες περιοχές —τα περίπτερα, τις βιτρίνες των κα­ ταστημάτων, τα μπαλκόνια, τους ακάλυπτους χώρους των πο­ λυκατοικιών— και στα κατώφλια της πόλης —τις αυλές, τους κήπους, τα σκαλιά και τις εισόδους των πολυκατοικιών (Ka­ landides & Vaiou 2012, Stavrides 2006). Τρίτον, οι σχέσεις γειτονίας έχουν διπλή μετασχηματιστική κατεύθυνση' δεν αλλάζουν μόνο τον ξένο (που, άλλωστε, δια­ τηρεί πάντα τις πολλαπλές αναφορές του) αλλά και τους γείτονές του και την ίδια τη γειτονιά. Η συμμετοχή των μεταναστών και μεταναστριών σε αυτοδιαχειριστικά σχήματα, όπως στην Αγορά της Κυψέλης, δεν αποτελεί μόνο μέσο ένταξης αλλά και συμβολή στη ζωή του τόπου που τους υποδέχεται (Lafazani, Lykogianni & Vaiou 2010). Τέταρτον, υπάρχει πάντοτε ένα στοιχείο κινητικότητας και περιπλάνησης που προσδίδει στην αλληλεγγύη υπερτοπικό χα­ 174 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΙΙΟΓΛΟΤ ρακτήρα. Η συρρίκνωση των αποστάσεων καθιστά γείτονες αυ­ τούς που άλλοτε βρίσκονταν μακριά. Το δικαίωμα στην πόλη εί­ ναι ‘κραυγή και αίτημα’, διεκδίκηση μιας ‘άλλης σχέσης κέντρου-περιφέρειας’, εκδήλωση ‘μιας μετακινούμενης κεντρικότη­ τας’, έγραφε ο Lefebvre (2003). Το διακρίνουμε στους απεργούς πείνας της Τπατίας, στις αντι-ρατσιστικές εκδηλώσεις, στην παρουσία μεταναστών στις πλατείες της άμεσης δημοκρατίας (Leontidou 2010, 2012, Mantanika & Kouki 2011). 6. Συμπεράσματα: το αίτημα για σύνδεση θεωρίας και πράξης στην Αθήνα Καταλήγοντας, επιχειρηματολογούμε για τη θεωρητική και πο­ λιτική χρησιμότητα που μπορεί να έχει στα ελληνικά δεδομένα η ένταξη του μεταναστευτικού ζητήματος και της ποικιλότη­ τας σε μια ευρύτερη συζήτηση για τη ‘δίκαιη πόλη’. Πρώτον, μια τέτοια συζήτηση αναγκαστικά δεν μπορεί να κινηθεί μόνο στον άξονα της ‘ισότητας’ ή μόνο στον άξονα της ‘διαφοράς’συνεπώς θα μπορούσε να φέρει σε διάλογο διαφορετικές ιδεο­ λογίες και προσεγγίσεις. Κυρίως όμως, στον προβληματισμό για την ‘κοινωνική δικαιοσύνη’, δεν θα μπορούσε να αποσιωπηθεί το ζήτημα της μετανάστευσης και θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να τεκμηριωθούν ακραίες θέσεις. Η πολυπολιτισμικότητα έχει γίνει μάλλον εύκολος στόχος των συντηρητικών ιδεολογιών στον βαθμό που παρουσιάζεται αποκομμένη από το αίτημα της κοι­ νωνικής δικαιοσύνης. Επιπλέον, στη συζήτηση για τη δίκαιη πόλη, η ‘συνοχή’ δεν μπορεί να προσδιορίζεται μόνο με όρους ασφάλειας και δεν μπορεί να εξοβελίζει από την ατζέντα την ποικιλότητα και το άνοιγμα της πόλης. Δεύτερον, η συζήτηση για τη ‘δίκαιη πόλη’ όχι μόνο μπορεί να λειτουργήσει επανορ­ θωτικά στο τραυματισμένο δημόσιο αίσθημα περί δικαίου, αλλά μπορεί να βοηθήσει στο να κατασκευαστεί το ‘συγκεκριμένα κα­ θολικό’, το ‘κοινό καλό’ που αντιστοιχεί στην εποχή μας. Τρί­ τον, ο προβληματισμός για τη ‘δίκαιη πόλη’ περιλαμβάνει τον σχεδίασμά της αλλαγής της, αναγνωρίζοντας τις διασυνδέσεις ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 175 ανάμεσα σε διαφορετικές πολιτικές κλίμακες, αλλά χωρίς να υποτάσσει τις κοινωνικές ανάγκες στον μονόδρομο της νεοφι­ λελεύθερης ανάπτυξης. Συνδέοντας το αίτημα της δικαιοσύνης με αυτό της αλλαγής καθίσταται προφανές ότι δίκαιη δεν μπο­ ρεί να είναι η πόλη που περιορίζεται στη διαχείριση της οδύ­ νης ή στον επιμερισμό του επαχθούς βάρους της δημοσιονομι­ κής προσαρμογής. Στη συνέχεια, αναφέρεται επιγραμματικά πώς οι σχεσιακές αντιλήψεις για την ποικιλότητα και η πολυεπίπεδη ανάγνω­ ση του δικαιώματος στην πόλη θα μπορούσαν να βοηθήσουν το γεφύρωμα του χάσματος πολιτικής ρητορείας και πράξης το οποίο εξακολουθεί να ταλανίζει τις δημόσιες αντιπαραθέσεις. Στις πολιτικές για τη χωρική δικαιοσύνη ο Soja (2010)4 επι­ μένει στην αξιοποίηση των χωρικών παρεμβάσεων με τις οποίες μπορούν να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές ανισότητες. Η γεω­ γραφική συγκέντρωση της αποστέρησης, που χαρτογραφούν οι μελέτες για την Αθήνα, θα επέτρεπε να υιοθετηθούν βασικά στοιχεία της στρατηγικής που προτείνει ο Soja. Στην παρούσα συγκυρία θα άξιζε ίσως ο προβληματισμός για τους τρόπους της χωρικής αναδιανομής πόρων από τις πλέον εύπορες στις πλέον αποστερημένες περιοχές της Αττικής. Η χωρική απομό­ νωση των ‘καλών προαστίων’ και η συνύπαρξη ετερογενών πλη­ θυσμών στις αποστερημένες περιοχές προσφέρουν ισχυρές εν­ δείξεις για την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας στρατηγικής. Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία η μητροπολιτική περιφέρεια αποτελεί την προσφορότερη κλίμακα για τον σχεδίασμά χωρι­ κών αναδιανεμητικών πολιτικών. Σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ο χωροταξικός σχεδιασμός που θα διευκολύνει την αλλαγή των σχέσεων κέντρου-περιφέρειας, θα αποκαθιστά κομμένες διασυνδέσεις και θα αξιοποιεί τις αναδυόμενες. Στην κατεύθυνση αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί η συμβολή του Amin (2010a) για τις καθημερινές τεχνολογίες επικοινωνίας και τη συντήρηση της ‘καλής πόλης’. Συγκεκρι­ 4. Ο Soja, δηλαδή, αντιμετωπίζει τις χωρικές πολιτικές ως μέσο κοι­ νωνικής αλλαγής. 176 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ μένα παραδείγματα αφορούν τα δίκτυα κοινωνικών υποδομών, τις μεταφορές και τους συγκοινωνιακούς άξονες της πόλης σε όφελος των απομακρυσμένων περιοχών, τη δικτύωση των σχο­ λείων, την ενίσχυση ανταλλακτικών δικτύων, τη διευκόλυνση των πολυπολιτισμικών αγορών. Αυτά και άλλα πολλά έχουν ξεχαστεί στη δημόσια συζήτηση για τη χωροθέτηση στρατοπέ­ δων κράτησης, την εφαρμογή τεχνολογιών παρακολούθησης και την τουριστική εκμετάλλευση των δημόσιων ακινήτων. Η λογική της θετικής δράσης υιοθετείται από τις ‘αστικές πολιτικές με χωρική αναφορά’ με τις οποίες ενισχύονται με πρό­ σθετες στεγαστικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές παροχές οι περιοχές υψηλών αναγκών. Το μάθημα από τη βρετανική και την αμερικανική εμπειρία είναι ότι θα έπρεπε να αποφευχθεί η εκτόπιση των χαμηλότερων εισοδηματικών και των πλέον ευ­ παθών ομάδων από τέτοιες περιοχές. Δυστυχώς, σε πρόσφατα σχέδια της Ε.Ε. και των ελληνικών αρχών για την ‘κοινωνική συνοχή’ εμφανίζεται η έμφαση στην περιθωριοποίηση και στον εξωραϊσμό των κεντρικών περιοχών της πόλης, και όχι στις σχέ­ σεις που παράγουν γεωγραφικές ανισότητες. Η αναστροφή των διαδικασιών στιγματισμού, της διαπόμπευσης και των εκκαθα­ ρίσεων, των οποίων πρόσφατα γίναμε μάρτυρες στην Αθήνα, εί­ ναι επείγον ζήτημα. Η καταπολέμηση του χωρικού στιγματισμού αποτελεί προϋπόθεση για την εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας στους πολίτες. Στο θέμα της οδύνης και της βλάβης που επιφέρουν είτε οι ρατσιστικές πρακτικές των οργάνων του κράτους είτε οι πρα­ κτικές ‘αυτοδικίας’ αφετηρία είναι η αντίληψη για το φιλελεύ­ θερο κράτος δικαίου. Διαπιστώνουμε όμως την απουσία οποιασδήποτε, έστω και περιορισμένης συζήτησης, για αποκατάσταση των θυμάτων και των τραυματισμένων τόπων. Αντίθετα, στην εναλλαγή αστυνομικών εκκαθαρίσεων και ρατσιστικών επιδρο­ μών γινόμαστε μάρτυρες του ανταγωνισμού σκληρότητας με­ ταξύ του κράτους και των αυτόκλητων τιμωρών. Έχει τόση ση­ μασία ποιος θα καρπωθεί πολιτικά το μίσος και την οδύνη; Στην περίπτωση αυτή, μπορούν να βρουν πεδίο εφαρμογής τόσο τα επιχειρήματα της Young (2006) όσο και του Amin (2006) για ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 177 τη δημόσια διοίκηση που επανορθώνει. Η επανόρθωση όμως δεν πρέπει να είναι πράξη πολιτικής αποενοχοποίησης, αλλά ανα­ γνώριση της αξίας του Άλλου, αποκατάσταση της σχέσης. Η αποκατάσταση αφορά επίσης τόπους τραυματισμένους από ρα­ τσιστικές δράσεις: κατεστραμμένες παιδικές χαρές, καμένα σχο­ λεία, κομμένα δέντρα, βανδαλισμένα κτίρια που τόσο η παρελθούσα όσο και η παρούσα διοίκηση στον Δήμο της Αθήνας έχει εγκαταλείψει. Ο συμμετοχικός χαρακτήρας των πολιτικών αποτελεί κοινή διαπίστωση όλων των προσεγγίσεων, παρά τις επιμέρους δια­ φορές τους. Στην ελληνική πραγματικότητα στο επίκεντρο της συζήτησης έρχονται συχνά δύο ζητήματα. Πρώτον, ο τρόπος με τον οποίο τίθεται το θέμα της νομιμοποίησης και της χορήγη­ σης ιθαγένειας είναι συχνά αποπροσανατολιστικός και άγονος. Είναι σαφές, στη διεθνή γραμματεία, ότι το δικαίωμα της εγκα­ τάστασης θα πρέπει να περιλαμβάνει ελάχιστους περιορισμούς για τη δημόσια ασφάλεια, χωρίς αποκλεισμούς για όσους το επι­ θυμούν, με την ταυτόχρονη αναγνώριση των αναγκών τους και των ευθυνών που καλούνται να αναλάβουν. Η νέα ιδιότητα του πολίτη θεμελιώνεται σταδιακά πάνω στους κοινωνικούς δε­ σμούς που αναπτύσσονται και στην αναγνώριση της συμβολής καθενός στη ζωή του τόπου εγκατάστασης. Το ζητούμενο είναι η τυπική διαδικασία και η επιλογή της προσφορότερης κλίμα­ κας (τοπική, εθνική, υπερεθνική) για την αναγνώριση δικαιω­ μάτων και υποχρεώσεων σε άτομα και κοινότητες με διαφο­ ρετικές επιλογές και ανάγκες. Δεύτερον, υπάρχουν ήδη συλλογικότητες και γειτονιές στην Αθήνα στις οποίες έχουν, εμβρυακά έστω, αναπτυχθεί αυτοδιαχειριστικές μορφές. Στην αξιοποίησή τους δεν χωρούν πο­ λιτικοί ή πολιτισμικοί αποκλεισμοί, εάν στόχος είναι η δημιουρ­ γία πολλαπλών κοινών και δημόσιων χώρων διαλόγου κατά το πολυπολιτισμικό πρότυπο δημοκρατίας. Περαιτέρω, η θεσμική ενδυνάμωση και χρηματοδότησή τους δεν μπορεί να περιορι­ στεί σε μια τελετουργία αλληλεγγύης και ευφημιστικές αναφο­ ρές. Οι αυτοδιαχειριστικές μορφές μπορούν, εν μέρει, να αντι­ καταστήσουν τις γραφειοκρατικές, πελατειακές ή κομματικές 178 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ δομές της κοινωνικής διοίκησης ή της τοπικής αυτοδιοίκησης, δεν μπορούν όμως να υποκαταστήσουν τη δημόσια παροχή αγα­ θών ούτε τις πολιτικές δομές εκπροσώπησης. Παρότι ο στοχασμός για τη δίκαιη οργάνωση του χώρου έχει φιλοσοφικές προεκτάσεις, ο σχεδιασμός και η υλοποίησή της είναι ένα επιτακτικό και εξαιρετικά πρακτικό καθήκον. Στη ση­ μερινή συγκυρία, αν το δικαίωμα στην πόλη αποτελεί ουτοπία για ένα καλύτερο μέλλον, το δικαίωμα να παραμένει κανείς ξέ­ νος σ’ αυτήν είναι καθημερινή αναγκαιότητα. Βιβλιογραφικές αναφορές Alba, R., Logan, J., Stults, B., Marzan, G. & Zhang, Wenquan (1999). ‘Immigrant groups in the suburbs: a re-examination of sub­ urbanization and spatial assimilation’, American Sociological Review, 64: 446-460. Allen, J., Barlow, J., Leal, J., Maloutas, Th. & Padovani, L. (2004). Housing and Welfare in Southern Europe. Oxford: Blackwell. Amin, A. (2002). ‘Ethnicity and the multicultural city: living with di­ versity’, Environment and Planning A, 34: 959-980. Amin, A. (2006). ‘The good city’, Urban Studies, 43: 1009-1023. Amin, A. (2010a). ‘The remainders of race’, Theory, Culture and So­ ciety, 27(1): 1-23. Am i n, A. (2010b). Cities and the ethic of carefor the stranger. Joseph Rowntree Foundation, ref 2496 at www.jrf.org. Arapoglou, V. P. (2012). ‘Diversity, inequality and urban change’, European Urban and Regional Studies, 19(3): 223-237. Arapoglou, V. P. & Maloutas, Th. (2011). ‘Segregation, inequality and marginality in context: the case of Athens’, The Greek Re­ view of Social Research, 136(c): 135-155. Arapoglou, V. P. & Sayas, J. (2009). ‘New facets of urban segrega­ tion in southern Europe: gender, migration and social class change in Athens’, European Urban and Regional Studies, 16: 345-362. Arbaci, S. & Malheiros, J. (2009). ‘De-segregation, peripheralisation and the social exclusion of immigrants: southern European cities in the 1990s', Journal of Ethnic and Migration Studies, 36: 227-255. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 179 Back, L. (1997). New Ethnicities and Urban Culture: Racisms and Multiculture in Young Life. London: Routledge. Back, L., Keith, M., Khan, A., Shukra, K. & Solomos, J. (2002). ‘The return of assimilationism: race multiculturalism and new labour’, Sociological Research Online, 7(2), http://www.socresonline.org.uk/7/2/back.html Bozatzis, N. (2009). Occidentalism and accountability: constructing culture and cultural difference in majority Greek talk about the minority in Western Trace’, Discourse and Society, 20(4): 431-453. Bolt, G. (2009). ‘Combating residential segregation of ethnic minori­ ties in European cities’, Journal of Housing and the Built Envi­ ronment, 24: 397-405. Castles, S. (2005). ‘Nation and empire: hierarchies of citizenship in the new global order’, International Politics, 42: 203-224. Davidson, M. & Lees, L. (2010). ‘New-build gentrification: its his­ tories, trajectories and critical geographies’, Population, Space and Place, 16: 395-411. Davis, M. (2000). Magical Urbanism: Latinos Reinvent the US City. London: Verso. Dear, Μ. (επιμ.) (2002). From Chicago to LA: Making Sense of Ur­ ban Theory. London: Sage. Dear, M. & Leccrec, G. (επι,μ.) (2003). Postborder City: Cultural Spaces of Bajalta California. New York: Routledge. Fainstein, S. (2005). ‘Cities and diversity: should we want it? Can we plan for it?’, Urban Affairs Review, 41: 3-19. Fainstein, S. (2010). The Just City. New York: Cornell University Press. Fainstein, S., Gordon, 1. & Harloe, Μ. (επι,μ.) (1992). Divided Cities: New York and London in the Contemporary World. Fondon: Wiley-Blackwell. Faist, T. (2009). ‘Diversity-a new mode of incorporation?’, Ethnic and Racial Studies, 32: 171-190. Friedmann, J. & Wolff, G. (1982). ‘World city formation: an agen­ da for research and action’, International Journal of Urban and Regional Research, 6: 309-344. Gans, M. (2007). ‘Acculturation, assimilation and mobility’, Ethnic and Racial Studies, 30: 152-164. Garcia, M. (2006). ‘Citizenship practices and urban governance in European cities’, Urban Studies, 43: 745-765. 180 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ Gilbert, L. & Dikec, Μ. (2008). ‘Right to the city Politics of Citiznehsip’, στο K. Goonewarden, S. Kipfer, R. Milgrom & C. Schmid (επιμ.), Space, Difference, Everyday Life: Reading Henri Lefebvre. London: Routledge. Gilroy, P. (2006). ‘Multiculture in times of war: an inaugural lecture at the London school of economics’, Critical Quarterly, 48: 27-45. Hadjimichalis, C. (2011). ‘Uneven geographical development and socio-spatial justice and solidarity: European regions after the 2009 crisis’, European Urban and Regional Studies, 18: 254-274. Hadjimichalis, C. & D. Vaiou, (2004). ‘Local illustrations for in­ ternational geographical theory’, στο J. Barenholdt & K. Si­ mon sen (επιμ.), Space Odysseys: Spatiality and Social Rela­ tions in the 21st Century. London: Ashgate. Hall, S. (2006). ‘Cosmopolitan promises: multicultural realities’, στο R. Scholar (επιμ.), Divided Cities: The Oxford Amnesty Lectures 2003. Oxford: Oxford University Press. Hall, S. & Jefferson, T. (επιμ.) (1993). Resistance ITirough Ritu­ als: Youth Subcultures in Post- War Britain. Oxon: Routledge. Hall, S., Critcher, C., Jefferson, T., Clarke, J. & Roberts, B. (1978). Policing the Crisis, Mugging, the State, and Law and Or­ der. New York: Holmes and Meier Publishers Inc. Hamnett, C. (1996). ‘Social polarisation, economic restructuring and the welfare state regimes’, Urban Studies, 33: 1407-1430. Harvey, D. (1973). Social justice and the city. Johns Hopkins Uni­ versity Press. Harvey, D. (1992). ‘Social justice, postmodernism, and the city’, Inter­ national Journal of Urban and Regional Research, 16: 588-601. Harvey, D. (1993). Justice Nature and the Geography of Difference. Oxford: Blackwell Publishers. Harvey, D. (2003). ‘The right to the city’, International Journal of Urban and Regional Research, 27(4): 939-941. Horta, A. P. B. (2006). ‘Places of resistance’, City: Analysis of Ur­ ban Trends, Culture, Theory, Policy Action, 10: 269-285. Kalandides, A. & Vaiou, D. (2012). ‘Ethnic neighbourhoods? Prac­ tices of belonging and claims to the city’, European Urban and Regional Studies, 19: 254-266. Kambouri, H. (2007). ‘Gender migration and domestic work: space and time in the discourse of Albanian migrant workers in Athens’, The Greek Review of Social Research, 124(c): 35-53. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 181 Kandylis, G. & Kavoulakos, K. (2011). ‘Framing urban inequali­ ties: racist mobilization against immigrants in Athens’, The Greek Review of Social Research, 136(c): 157-176. Kandylis, G., Maloutas, Th. & Sayas, J. (2012). ‘Immigration, in­ equality and diversity: socio-ethnic hierarchy and spatial organi­ zation in Athens, Greece’, European Urban and Regional Stud­ ies, 19: 267-286. Keith, M. (2005). After the Cosmopolitan? Multicultural Cities and the Future of Racism. London: Routledge. Keith, M. (2009). ‘Urbanism and city spaces in the work of Stuart Hall’, Cultural Studies, 23: 538-558. King, R., Lazaridis, G. & Tsardanidis, C. (επιμ.) (2000). Eldora­ do or Fortress? Migration in Southern Europe. London: Macmillan. Knox, P. & Pinch, S. (2009). Κοινωνική Γεωγραφία των Πόλεων. Αθήνα: Σαββάλας. Latham, A. (2006). ‘Eurocommentary: Anglophone urban studies and the European city. Some comments on intepreting Berlin’, European Urban and Regional Studies, 13: 88-92. Lafazani, O., Lykogianni, R. & Vaiou, D. (2010). National case study on Greece: Thematic Study on Urban Interaction Spaces and Social Movements. Athens: Panteion University. Lees, L. (2008). ‘Gentrification and social mixing: towards an inclu­ sive urban renaissance?’, Urban Studies, 45: 2449-2470. Lefebvre, H. (1995). ‘The right to the city’, στο E. Kofman & E. Lebas (επιμ.), Writings on Cities. Oxford: Blackwell. Lefebvre, H. (2003). ‘From the social contract to the right city’, στο S. Eiden, E. Lebas & E. Kofman (επιμ.), Key Writings on Cities. London: Continuum. Lefebvre, H. (2003 [1990]). The Urban Revolution. Minneapolis, MN: University of Minnesota Press. Lefebvre, H. (2004). Rhythmanalysis: Space, Time and Everyday Life. New York: Continuum. Leitner, H. & Ehrkamp, P. (2006). ‘Rethinking immigration and citizenship: new spaces of migrant transnationalism and belong­ ing’, Environment and Planning A, 38: 1591-1597. Leontidou, L. (1990). The Mediterranean City in Transition: Social Change and Urban Development. Cambridge: Cambridge Uni­ versity Press. Leontidou, L. (1996). ‘Alternatives to modernism in (southern) ur­ 182 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ ban theory: exploring in-between spaces’, International Journal of Urban and Regional Research, 20: 178-195. Leontidou, L. (2010). ‘Urban social movements in weak civil soci­ eties: the right to the city and cosmopolitan activism in southern Europe’, Urban Studies, 47: 1179-1203. Leontidou, L. (2012). ‘Athens in the Mediterranean movement of the piazzas: Spontaneity in material and virtual public spaces’, City, 16(3): 299-312. Maloutas, Th. (2007). ‘Segregation, social polarization and immigra­ tion in Athens during the 1990s: theoretical expectations and contextual differences’, International Journal of Urban and Re­ gional Research, 31: 733-758. Maloutas, Th., Arapoglou, V. P., Kandylis, G. & Sayas, J. (2012). ‘Social polarisation and desegregation in Athens’, στο Th. Maloutas & K. Fujita (επιμ.), Residential Segregation in Comparative Perspective: Making Sense of Contextual Diversity. Farham: Ashgate. Mantanika, R. & Kouki, H. (2011). ‘The spatiality of a social strug­ gle in Greece at the time of the IMF’, City, 15(3-4): 482-490. Marcuse, P. (2009a). ‘Post-script: beyond the Just city to the Right to the City’, στο P. Marcuse, J. Connolly, J. Novy, I. Olivo, C. Potter & J. Steil (επιμ.), Searching for the Just City: De­ bates in Urban Theory and Practice. London: Routledge. Marcuse, P. (2009b). ‘From critical urban theory to the right to the city’, City, 13 (2-3): 185-197. Massey, D. (2007). World City. Cambridge: Polity Press. Massey, D. S. & Denton, N. A. (1993). American Apartheid: Segre­ gation and the Making of the Underclass. Cambridge, MA: Har­ vard University Press. Mayer, M. (2009). ‘The right to the city in the shifting mottos of ur­ ban social movements’, City, 13 (2-3): 362-374. Mingione, E. (1999). ‘Introduction: immigrants and the informal economy in European cities’, International Journal of Urban and Regional Research, 23: 201-211. Mingione, E. (2009). ‘Family, welfare and districts: the local impact of new migrants in Italy’, European Urban and Regional Studies, 16: 225-236. Mollenkopf, J. H. & Castells, Μ. (επιμ.) (1991). Dual City: Re­ structuring New York. New York: Russell Sage Foundation. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 183 Morris, L. (2002). Managing Migration: Civic Stratification and Mi­ grants’ Rights. London: Routledge. Park, R. (1914). ‘Racial assimilation in secondary groups with par­ ticular reference to the Negro’, The American Journal of Socio­ logy, 19: 606-623. Park, R. (1921). Introduction to the Science of Sociology. Chicago, IL: The University of Chicago Press. Park, R. (1928). ‘Human migration and the marginal man’, The American Journal of Sociology, 33: 881-893. Park, R. (1938). ‘Reflections on communication and culture’, The American Journal of Sociology, 44: 187-205. Park, R., Burgess, E. & McKenzie, R. D. (1984 [1925]). The City: Suggestions for the Investigation of Human Behavior in the Ur­ ban Environment. Chicago, IL: The University of Chicago Press. Pereira, V. (2007). ‘Class, ethnicity, leviathan and place’, City, 11: 405-412. Perro, D. (2011). ‘Migrants’practices of citizenship and policy change’, στο P. Shore, S. Wright & D. Pero (επι,μ.), Policy Worlds: Anthropology and Analysis of Contemporary Power. Oxford: Berghan Books. Portes, A. & Zhou, M. (1993). ‘The new second generation: segmen­ ted assimilation and its variants’, Annals of the American Acad­ emy of Political and Social Science, 530: 74-96. Riccio, B. & R usso, M. (2011). ‘Everyday practised citizenship and the challenges of representation: second-generation associations in Bologna’, Journal of Modem Italian Studies, 16: 360-372. Said, E. (1983). ‘Travelling theory’, στο του ιδίου, The World, the Text and the Critic. London: Faber & Faber. Said, E. (1994). ‘Travelling theory reconsidered’, στο R. Pohlemus & E. Henke (επιμ.), Critical Reconstructions: The Relation­ ship between Fiction and Life. Stanford, CA: Stanford University Press. Sandercock, L. (1998). Towards Cosmopolis: Planning for Multi­ cultural Cities. London: John Wiley. Santos, B. S. & Nunes, J. A. (2004). ‘Introduction: democracy, par­ ticipation and grassroots movements in contemporary Portugal’, South European Society and Politics, 9: 1-15. Sassen, S. (1991). The Global City: New York, London, Tokyo. Prin­ ceton, NJ: Princeton University Press. 184 ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΤ Sassen, S. (1996). ‘Rebuilding the global city: economy, ethnicity and space’, στο A. King (επιμ.), Ethnicity, Capital and Culture in the 21st Century Metropolis. New York: New York University Press. Sassen, S. (2005). ‘The repositioning of citizenship and alienage: emergent subjects and spaces for politics’, Globalizations, 2: 79-94. Simmel, G. (1950b). ‘The stranger’, στο K. Wolff (επιμ.-μτφρ.), The Sociology of Georg Simmel. New York: Free Press. Smith, Μ. P. (2001). Transnational Urbanism: Locating Globalisation. Oxford: Blackwell. Smith, N. (1996). The New Urban Frontier: Gentrification and the Revanchist City. London: Routledge. Soja, E. (2000). Postmetropolis: Critical Studies of Cities and Regions. Oxford: Blackwell. Soja, E. (2010). Seeking Spatial Justice. Minneapolis: University of Minnesota Press. Soysal, Y. (1994). Limits of Citizenship: Migrants and Post-National Membership in Europe. Chicago, IL: University of Chicago Press. Stavrides, S. (2006). ‘Heterotopias and the experience of urban po­ rous space’, στο K. Franck & Q. Stevens (επιμ.), Loose Space: Possibility and Diversity in Urban Life. London: Routledge. Vertovec, S. (1996). ‘Berlin multikulti: Germany, “foreigners” and “world-openess”’, Journal of Ethnic and Migration Studies, 22: 381-399. Vertovec, S. (2007). ‘Super-diversity and its implications’, Ethnic and Racial Studies, 30(6): 1024-1054. Vertovec, S. & Wessendorf, S. (2010). TheMulticulturalismBack­ lash: European Discourses, Policies and Practices. Oxon: Routledge. Waldinger, R. & Bozorgmehr, Μ. (επιμ.) (1996). Ethnic Los An­ geles. New York: Russell Sage Foundation. Wills, J., Datta, K., Evans, Y., Herbert, J., May, J. & Mcllwaine, C. (2010). Global Cities at Work: New Migrant Divisions of Labour. London: Pluto Press. Young, I. M. (1990). Justice and the Politics of Difference. Prince­ ton, NJ: Princeton University Press. Young, I. M. (2000). Inclusion and Democracy. New York: Oxford University Press. Young, I. M. (2006). Responsibility and Global Justice: A Social Connection Model. Cambridge: Cambridge University Press. ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 185 Zavos, A. (2012). ‘Building alliances: greek and migrant women in the anti-racist movement in Athens’, στο G. T. Bonifacio (επιμ.), Feminism and Migration: Cross-cultural Engagements. New York: Springer. Zukin, S. (1987). ‘Gentrification: culture and capital in the urban core’, American Review of Sociology, 13: 129-147. ABSTRACT Vassilis Arapoglou Travels of theory across cities: Diversity, social justice and urban change This article provides a brief historical review of assimilative, politicoeconomic and multicultural approaches relating diversity with claims for social justice in the U.S. and Europe. The literature review focus­ es on the transatlantic voyages of the concepts of the ‘stranger’ and the ‘right to the city’ and highlights processes of theory transference which are often silenced in debates about city paradigms. Then the article draws attention to how Mediterranean cities and Athens in particular, can contribute to a relational conceptualization of diversi­ ty capable of advancing the transformation of urban spaces.